Της Κατερίνας Μυλωνά

Να γίνει η καλλιτεχνική παιδεία αναπόσπαστο κομμάτι της βασικής εκπαίδευσης προτείνει η εικαστικός και καθηγήτρια του Καλλιτεχνικού Σχολείου, Κατερίνα Σαρμά, η οποία τονίζει πως με αυτό τον τρόπο, «θα μπορούν οι μαθητές να αναπτύξουν τη δημιουργικότητά τους, να καλλιεργήσουν τη φαντασία τους, να ασκηθούν σε τρόπους έκφρασης των πραγματικών συναισθημάτων τους, να μάθουν να αντιδρούν, να παρεμβαίνουν έχοντας άποψη την οποία δύνανται να εκφράσουν».

Η Κ. Σαρμά, όπως λέει, καθημερινά διαπιστώνει πως δεν υπάρχει αρκετός χώρος για την τέχνη και την έκφραση, χώρος μέσα μας και χώρος πραγματικός-αρχιτεκτονικός, «στην πόλη την οποία παραλάβαμε με τη μορφή που έχει και τη νοοτροπία που διακατέχει μεγάλο μέρος του πληθυσμού της είναι αναγκαίο να γίνουν κάποιες παρεμβάσεις», σημειώνει. Όπως αναφέρει, όραμα των καλλιτεχνών του Ηρακλείου είναι να δουν τον κόσμο να ευαισθητοποιείται για τα πιο απλά πράγματα όπως η καθαριότητα – αναπόσπαστο κομμάτι της αισθητικής, τα κτήρια να ομορφαίνουν, οι αρχιτέκτονες να μπορούν να κάνουν τη δουλειά τους έτσι όπως σπούδασαν, οι άνθρωποι να ξεχωρίζουν τις ποιοτικές διαφορές : το ωραίο, το ηθικό, το λιγότερο ηθικό, το κιτς , την έλλειψη αισθητικής, «αυτό είναι θέμα παιδείας», υποστηρίζει.

«Θα έπρεπε λοιπόν η Πολιτεία να χρηματοδοτεί το καλλιτεχνικό έργο, να επιχορηγεί τη δημιουργία εργαστηρίων τέχνης, την αγορά υλικών και την ευκαιρία για ταξίδια στις μπιενάλε, τα φεστιβάλ τέχνης (που εδώ δεν έχουμε), τα μουσεία του κόσμου και όχι μόνο», προτείνει. Ιδιαίτερα για την πόλη μας, όπου, όπως λέει, δεν υπάρχουν χώροι Τέχνης, η Κ. Σαρμά οραματίζεται την ύπαρξη Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης που θα φιλοξενεί και ξένους σημαντικούς δημιουργούς όπως ο Kiefer ή ο Moore παράλληλα με εκθέσεις Ελλήνων καλλιτεχνών, όπως και τη δημιουργία ειδικά διαμορφωμένου χώρου όπου τα παιδιά αλλά και οι «μεγάλοι» θα μπορούν να συμφιλιωθούν με τις εικαστικές τέχνες μέσα από σεμινάρια εργαστηριακής υποδομής.



Ποια είναι



Η Κατερίνα Σαρμά σπούδασε ζωγραφική στην Accademia di Belle Arti di Bari στην Ιταλία. Κατά τη διάρκεια των βασικών της σπουδών συνεργάστηκε με τον καθηγητή P.R. Matarrese στη συγγραφή του βιβλίου «Sulla origine dei trulli», Εκδόσεις “Quadrifoglio”, Bari, 1998. Εργάστηκε στη Συντήρηση Τοιχογραφιών στην Chiesa Matrice στην Ισκιτέλα, Φότζια, Ιταλία κατά το έτος 1998. Παράλληλα πήρε μέρος σε Ομαδικές Εκθέσεις Ζωγραφικής με σημαντικότερη αναφορά εκείνη στη Ματσεράτα της Ιταλίας κατά το έτος 2000. Διορίστηκε το 2003 ως καθηγήτρια Εικαστικών στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Δίδαξε επί τρία χρόνια στο Κέντρο Καλλιτεχνών Εικαστικής Εκπαίδευσης και Δημιουργίας «Κοχλίας». Από το 2002 που τελείωσε τις σπουδές της εργάστηκε διδάσκοντας ζωγραφική σε παιδιά, στην οργάνωση παιδικών εκθέσεων και την κατασκευή σκηνικών για παιδικές θεατρικές παραστάσεις, παρακολούθησε επιμορφωτικά σεμινάρια διδακτικής της τέχνης και καλλιτεχνικών μαθημάτων. Πήρε μέρος στο διεθνές φεστιβάλ τέχνης που διοργανώθηκε από το κέντρο σύγχρονης τέχνης «Omma» στα Χανιά το 2005. Το Μάρτιο του 2007 συμμετείχε στην έκθεση «Όψεις της σύγχρονης τέχνης στην Κρήτη» στο πλαίσιο του 34ου πανελληνίου συνεδρίου Ενδοκρινολογίας. Από τον Οκτώβρη του 2007 διδάσκει στο Καλλιτεχνικό Σχολείο Ηρακλείου.

Η δουλειά της είναι κατεξοχήν ανθρωποκεντρική, «μέσα από την Τέχνη προσπαθώ να μοιραστώ τα συναισθήματά μου, τις αγωνίες και τους προβληματισμούς μου και παράλληλα να εναντιωθώ στο εύπεπτο, στο «γλυκανάλατο», στο κατά σύμβαση ωραίο και ιδεατό», περιγράφει.

Χρησιμοποιεί αρκετά το μαύρο χρώμα, το μπλε και το λευκό καθώς και πιο γήινες αποχρώσεις. Συχνά ζωγραφίζει σε φυσικά υλικά, όπως το ξύλο, δημιουργώντας μάζες χρώματος ή χαράσσοντας την επιφάνεια με αιχμηρά αντικείμενα. Παράλληλα, χρησιμοποιεί επικολλημένες επιφάνειες και φωτογραφίες τις οποίες επεξεργάζεται. «Με ενδιαφέρει η διάσπαση των μορφών και η αποτύπωση των συναισθημάτων. Η θεματογραφία μου σχετίζεται με την έμμεση και άμεση βία», εξηγεί.