Ο Γεώργιος Κάβος στο βιβλίο του Γερμανοϊταλική Κατοχή και Αντίσταση, σαν ημερομηνία άφιξης των σαμποτέρ του Καστελλίου και των Πεζών, αναφέρει την 15ην Ιουνίου. Την ίδια ημερομηνία αναφέρει και ο Ασκληπιός Θεοδωράκης στο βιβλίο του “Η Εθνική Αντίσταση Κρήτης 1941-1945”.

Εγώ όμως σαν ημερομηνία άφιξης των σαμποτέρ θα λάβω την 22α Ιουνίου, ημέρα που αναφέρει ο συγγραφέας Mogens Kofod – Hansen στο βιβλίο του ΑNDY – a portrait of the Major Anders Lassen, που στηρίχτηκε στο προσωπικό ημερολόγιο του Άντερς Λάσσεν.

Το βράδυ λοιπόν της 22ας Ιουνίου στην παραλία Τρυπητή, ο Νίκος Σουρής, ο φλογερός Έλληνας από την Αλεξάνδρεια, έδωσε τα σήματα για να προσεγγίσει το Μότορ Λανς, το σκάφος με τους σαμποτέρ. Πάντα τα σήματα τα έδινε ο Νίκος Σουρής, αποστολή που είχε αναλάβει από το στρατηγείο της Μέσης Ανατολής.

Ήταν δυο ομάδες σαμποτέρ. Η μια ομάδα θα πήγαινε για σαμποτάζ στο αεροδρόμιο Ηρακλείου και η άλλη στο αεροδρόμιο Καστελλίου.

Ο Χάρης Σαριδάκης στο βιβλίο του Αντίλαλοι της Κρητικής Ελευθερίας, στην σελίδα 244, μας αποκαλύπτει ποια ακριβώς ήταν αυτά τα σήματα μορς προς τα συμμαχικά σκάφη που προσέγγιζαν στην Κρήτη. Ήταν τα γράμματα G.L.M.

G --. L-.. M –

G = GLORIA που σημαίνει Δόξα

L =LIBERTY που σημαίνει Ελευθερία

M = MOUNTAINS που σημαίνει βουνίσιοι.

Σύμφωνα με την διήγηση του Κίμωνα Ζωγραφάκη τους σαμποτέρ περίμενε στην παραλία εκτός από τον Νίκο Σουρή και ο τοπικός οδηγός Μανόλης Βρελιανάκης.

Οι σαμποτέρ οδηγήθηκαν απ’αυτούς στο χωριό Κουμάσα, μένοντας στην παραλία με έναν ασυρματιστή, ο επικεφαλής της όλης επιχείρησης, ταγματάρχης Σάδελαν.

ΚΟΥΜΑΣΑ

Το χωριό Κουμάσα είναι ένα μικρό χωριό χτισμένοι πάνω σ’ ένα ύψωμα.

Δεξιά και αριστερά του χωριού υπάρχουν ρέματα. Στην Κουμάσα τους παρέλαβε ο Θοδωρής Τσικνάκης, μαζί με τον γιο του Λευτέρη Τσικνάκη.

Ο Τσικνάκης Λευτέρης ήταν το 1943, 18 ετών.

Μετά από εντολή του πατέρα του τροφοδότησε τους σαμποτέρ σε ένα δικό τους αλώνι κοντά σε ένα ξεροπόταμο, λίγο έξω από το χωριό.

Ο πατέρας του Θοδωρής Τσικνάκης ήταν ενεργό μέλος της Αντίστασης και ένθερμος πατριώτης.

Μαζί με την γυναίκα του Ελένη, έπαιξαν ένα σημαντικό ρόλο στην περίθαλψη των πατριωτών και των Άγγλων εκείνα τα χρόνια.

Μετά το σαμποτάζ οι σαμποτέρ πήραν μαζί τους τον Λευτέρη Τσικνάκη στη Μέση Ανατολή και εκπαιδεύτηκε πιλότος.

Έγινε ένας από τους καλούς πιλότους, αφού και σε μεγάλη ηλικία συνήθιζε να ενοικιάζει αεροπλάνα από την αερολέσχη Ηρακλείου και να πετά. Ο Λευτέρης Τσικνάκης σήμερα ζει μόνιμα στην Αγγλία.

Μετά την Κουμάσα οι δυο ομάδες των σαμποτέρ τράβηξαν για το χωριό Παναγιά Μονοφατσίου.

ΠΑΝΑΓΙΑ

Στην άκρη του χωριού Παναγιά και στα δυτικά υπάρχει η γειτονιά που οι Παναγιανοί την ονομάζουν “Πετριάς”.

Στον Πετριά είναι το σπίτι του Δημήτρη Στρατουδάκη ή Κατσούνα.

Τους σαμποτέρ οδήγησε εδώ ο Νίκος Σουρής.

Τους παρέλαβε ο Στρατουδάκης Δημήτρης ή Κατσούνας με την οικογένειά του.

Διήγηση Σοφίας Στρατουδάκη Ξυλούρη κόρη του Κατσούνα - Παναγιά:

…έξω από το χωριό είναι ένα μεγάλο ρυάκι. Εκεί οδήγησε ο πατέρας μου με τον αδερφό μου Χαράλαμπο τους Άγγλους.

Την άλλη μέρα ξημερώματα ήρθαν στο σπίτι μας.

Ο άντρας μου Νίκος Ξυλούρης και ο πατέρας μου πήγαν και τους φρόντισαν.

Η μάνα μου τους μαγείρευε και το φαγητό το πηγαίνανε οι άντρες ( ο πατέρας μου, ο αδερφός μου Χαράλαμπος και ο άντρας μου Νίκος ) με το καζάνι.

Θυμούμαι που η μάνα μου ήταν απογοητευμένη γιατί ετρώγανε πολύ έλεγε και δεν επρολάβαινε να μαγερεύει.

Εγώ δεν τους είδα καθόλου.

Οι ανθρώποι μας τσι βλέπανε, τσι κατασταίνανε, πού’θελε να πάνε να κρυφτούνε.

Στις γυναίκες δεν επαρουσιαζόντανε.

Εμείνανε μια βραδιά και το άλλο βράδυ ήρθε κάποιος και τσι πήρε και τσι πήγε έμαθα αργότερα στο Αποϊνι.

Μετά το σαμποτάζ και τον πατέρα μου τον Κατσούνα και τον άντρα μου το Νίκο Ξυλούρη και τον αδερφό μου, επήρανε οι Άγγλοι στη Μέση Ανατολή…

Από το σπίτι του Κατσούνα παρέλαβε τους σαμποτέρ ο οδηγός Μύρωνας Μαρής που καταγόταν από το χωριό Φουρνοφάραγγο και τους οδήγησε στο Αποϊνι.

ΑΠΟΙΝΙ

Διήγηση Κωστή Βαλαβάνη

Οι σαμποτέρ ήταν αν θυμάμαι καλά 10. Άγγλοι αλλά και δυο τρεις δικοί μας. Θυμούμαι τον Κίμωνα το Ζωγραφάκη.

Στο χωριό τους έφερε ο Μύρωνας Μαρής με το Νίκο το Σουρή. Χτυπήσανε του αδερφού μου τη πόρτα στο Αποϊνι και αυτός τους οδήγησε στο χωριό μας το Βελούλι.

Δεν εμπορούσαν όμως να μείνουν στο Βελούλι γιατί ήταν πολλοί. Τους πήραμε και τους πήγαμε έξω από το χωριό σε μια τοποθεσία που λέγεται Βάκιωτες. Υπάρχει μια μικρή σπηλιά και δίπλα ένα αμπέλι δικό μας.

Εκεί στη σπηλιά και στο αμπέλι μείνανε. Θυμούμαι ότι είχε φέρει ο αδερφός μου ο Δημήτρης ένα οπλοπολυβόλο και το είχαν στήσει στο αμπέλι έτοιμο για κάθε ενδεχόμενο.

Μου λένε :

-Φέρε μας νερό!

Όταν τους πήγαινα με ένα σταμνί νερό είδα κάτω στο κάμπο Γερμανούς. Λέω τι να κάνω τώρα; Να τους ειδοποιήσω;

Έκρυψα το σταμνί στ’αμπέλι που έχομε εκεί. Αλλά την εποχή αυτή ( Ιούνιος ) διψάσανε πολύ. Ήταν στον ήλιο και στριμωγμένοι σε μια μικρή σπηλιά. Ήτανε μπαϊλντισμένοι από τη δίψα. Τους λέω :

-Νερό έχω φέρει. Αλλά στο κάμπο φανήκανε Γερμανοί.

Με το Νίκο το Σουρή συνεννοήθηκα. Μόλις τους είπα για τους Γερμανούς επεταχτήκανε απάνω να πολεμήσουνε να δώσουνε μάχη. Αυτοί σαν κομάντος που ήτανε θέλανε να δείξουνε δράση.

Μου λέει ο αδερφός μου ο Πέτρος :

-Κωστή εσύ φύγε. Άμα δεις δυσκολία πάρε αυτή την εγγλέζικη χειροβομβίδα, έχεις εκπαιδευτεί. Τράβα την περόνη.

Λέω μέσα μου, ας τα πάρομε πιο ψύχραιμα τα πράγματα. Τα γύρω χωριά τι γίνονται μετά;

Είπα στον αδερφό μου να μη βιαστούμε και να πάω να δω τι γίνεται με τσι Γερμανούς. Αλλά και οι Γερμανοί με τον ήλιο είχανε κουραστεί και είδα να γυρίζουνε πίσω.

Τους πήγα το νερό και τους είπα ότι οι Γερμανοί γυρίσανε πίσω.

Στους Βάκιωτες μείνανε δυο τρεις μέρες. Όταν φύγανε πηγαίναμε τα βράδια και κοιτάζαμε από ένα ύψωμα το αεροδρόμιο του Καστελίου. Μας είχαν πει την ώρα που θα γίνει το σαμποτάζ.

Μια βραδιά είδαμε να λάμπει ο κόσμος. Προβολείς φωτίζανε τον ουρανό. Μετά μάθαμε ότι καταστρέψανε 8 αεροπλάνα.

Σε δυο τρεις μέρες μετά το σαμποτάζ ο αδερφός μου ο Γιώργος έφερε δυο Άγγλους σαμποτέρ που είχανε χαθεί μετά το σαμποτάζ του Καστελίου. Είπε ο Γιώργος ότι πήγανε σε μια μάντρα. Με δυσκολία κατάφεραν να συνεννοηθούν και να πουν να τους φέρουνε στους Βαλαβάνηδες στο Αποϊνι.

Τους είχαμε εδώ δυο τρεις μέρες και τα αδέρφια μου τους οδήγησαν μετά στην Τρυπητή. Από εκεί έφυγαν για κάτω.

Στο Αποίνι χώρισαν οι δυο ομάδες. Η ομάδα των Λάσσεν - Ζωγραφάκη τράβηξε για τις Πουλιές με οδηγό τον Κυριάκο Κυριαζή και η ομάδα των Λάμονμπυ - Ανδρουλάκη με οδηγό τον Μιχάλη τον Κόκκινο για τις Αρχάνες.

ΚΑΤΩ ΠΟΥΛΙΕΣ

Διήγηση Ασλάνη Ιωάννου του Νικολάου

Ο Κυριάκος Κυριαζής έμενε στα χρόνια της Κατοχής στις Κάτω Πουλιές.

Δούλευε στο Αποϊνι στα έργα οδοποιίας που έφτιαχναν οι Γερμανοί.

Αυτός ήταν στην Αντίσταση και οδήγησε τους σαμποτέρ από το Αποϊνι στις Κάτω Πουλιές.

Τους παρέδωσε στον αντιστασιακό Μουρτζάκη Γρηγόρη εδώ στο χωριό και αυτός με την σύμφωνη γνώμη του πατέρα μου τους πήγε στο μετόχι μας.

Ο πατέρας μου Ασλάνης Νικόλαος είχε πιο κάτω από το χωριό μέσα στ’ αμπέλια ένα μετόχι.

Δυο μικρά δωμάτια ήτανε και το χρησιμοποιούσαμε τον καιρό που μαζεύαμε τα σταφύλια και τις σταφίδες.

Εκεί μείνανε οι σαμποτέρ. Ο Κίμωνας και τέσσερις Άγγλοι.

Φορούσανε θυμούμαι στρατιωτικά Αγγλικά ρούχα, με κοντά παντελόνια.

Εδώ τους τροφοδοτούσαμε από φαγητό. Μείνανε δυο-τρεις μέρες και ένα βράδυ ήρθε κάποιος και τους πήρε για το Νιπιδιτό.

Θυμούμαι ότι πολλοί χωριανοί πλησίαζαν να τους δουν από περιέργεια και αυτό ενοχλούσε πολύ έναν Άγγλο ( τον Λάσσεν ).

Αυτός ήταν λίγο περίεργος και νευρικός.

Μια βραδιά τους πήγαινα με τον Χάρη Καρφόπουλο από τις Πάνω Πουλιές φαγητό στο μετόχι. Ο Άγγλος αυτός μας άκουσε και μας φωνάζει :

-Αλτ!!!

Εμείς δεν υπακούσαμε και αμέσως ακούμε να οπλίζει το αυτόματό του. Παρά λίγο να μας σκοτώσει, όπως μας είπε αμέσως μετά.

Μας κάλεσε κοντά του και με διερμηνέα τον Κίμωνα μας έκανε κατήχηση στο πώς να συμπεριφερόμαστε σε ανάλογες τέτοιες περιπτώσεις.

Για τον Κυριάκο Κυριαζή που οδήγησε τους σαμποτέρ από το Αποίνι στις Κάτω Πουλιές υπάρχει κι ένα τραγούδι, το οποίο η λαϊκή μούσα δημιούργησε, όταν εκτελέστηκε στο νεκροταφείο του Αγίου Κωνσταντίνου στο Ηράκλειο ο Μπουρτζαλής.

Υπάρχει παράδοση που θέλει τον Μπουρτζαλή να φωνάζει κοντά του τον Κυριαζή και να του δίνει το φυλαχτό του, γιατί δεν τον πιάναν οι σφαίρες. Το τραγούδι μου ανέφερε ο Ψαροκωστής από την Άγνω Πεδιάδος.



Tου Μπουρτζαλή

Οι Εαμίτες κάψανε δύο χιλιάδες σφαίρες

μα δεν τον εσκοτώνανε,

δεν το’χανε οι μέρες



του Κ υ ρ ι α ζ ή εφώναξε σίμωσ’εδώ κοντά μου

παραγγελίες να σου πω να δώσεις στα παιδιά μου

ο Γιώργης να εκδικηθεί

το αίμα να γυρίσει

του ήρωος πατέρα του

και πίσω μη τ ’αφήσει.

Έλα κουμπάρε Κ υ ρ ι α ζ ή, έλα και μη φοβάσαι

πάρε το χαμαϊλι μου

δια να με θυμάσαι



γιατί όση ώρα το φορώ

τσι σφαίρες καταλείτε

και μη τσι κάβγετ’άδικα μήπως τση χρειαστείτε.



Στις Κάτω Πουλιές έφτασε ο Γιάννης Μπαντουβάς για να συνοδέψει τους σαμποτέρ στην αποστολή τους. Στάλθηκε εκ μέρους των ομάδων Μπαντουβά και η παρουσία του τόνωσε το ηθικό των σαμποτέρ. Μέχρι και την αποχώρηση των σαμποτέρ από την Τρυπητή στις 10 Ιουλίου, ακολούθησε την αποστολή ο Μπαντουβογιάννης.

Από τις Κάτω Πουλιές ο Ορέστης Δαγκωνάκης με τον Χαρίδημο Παπαδάκη οδήγησαν τους σαμποτέρ στο χωριό Νιπιδιτό και σε μια σπηλιά που λέγεται Χωστός Σπήλιος.

ΝΙΠΙΔΙΤΟ

Διήγηση Αλεξάκη Αντώνη

Τους Άγγλους και τον Κίμωνα έφερε εδώ στο Νιπιδιτό ο χωριανός μας που ήταν στην αντίσταση, Ορέστης Δαγκωνάκης του Απόστολου και ο Χαρίδημος Παπαδάκης. Στο χωριό πρέπει να’φτασαν ξημερώματα.

Τους παρέλαβε ο πατέρας μου Αλεξάκης Μανόλης του Ιωάννου και τους οδήγησε μαζί με τον Χαρίδημο, στην περιοχή Χωστός Σπήλιος ανατολικά και έξω από το χωριό.

Είναι μια σπηλιά και εκεί τους πήγε. Ο πατέρας μου oρμήνεψε και τους πήγα σε ένα μέρος πριν τη σπηλιά ένα τσικάλι γεμάτο βραστές πατάτες, ένα τσούκο κρασί και μια βούργια παξιμάδια.

Ο αγροφύλακας του χωριού Μουρτζάκης Μανόλης τους πήγε στο ίδιο σημείο ένα σταμνί νερό και 14 αυγά. Τα αφήναμε πριν τη σπηλιά γιατί όπως είπε ο πατέρας μου οι Άγγλοι δεν εθέλανε να τους πλησιάζει κανείς, παρά μόνο όσοι ήταν απαραίτητοι.

Και τον αγροφύλακα εγώ τον ειδοποίησα μετά την υπόδειξη του πατέρα μου.

Όταν τα πήγαμε αυτά με φωνάζει ο πατέρας μου και μου λέει :

-Αντωνιό, πήγαινε να βρεις ένα κατσικάκι να το πάρεις και να το πας τσι μάνας σου να το βράσει. Πες του ανθρώπου που θα το πάρεις ότι θα του το πληρώσω μετά.

Το κατσικάκι το πήρα από το Νίκο Αποστολάκη ( Κοτσυφάλη ) αλλά δεν επήρε λεφτά. Το χάρισε. Αμέσως το πήγα στη μάνα μου και το μεσημέρι το είχε βρασμένο. Το πήρα και το πήγα.

Πριν τη σπηλιά εφώναξα του πατέρα μου και βγήκε και με είδε. Του’πα να πάω και εγώ να δω τους Άγγλους. Περίμενε μου λέει. Πήρε το καζάνι με το φαΐ, το πήγε στη σπηλιά και τους είπε να αφήσουν να πλησιάσω. Πραγματικά επλησίασα.

Στην είσοδο της σπηλιάς είδα δυο να έχουν απλωμένο ένα χάρτη και να τον κοιτάζουν. Οι υπόλοιποι ήταν ξαπλωμένοι μέσα σε κάτι σάκκους και εδιάβαζαν βιβλία. Δεν εμιλούσε κανείς. Φορούσαν όλοι στρατιωτικά ρούχα.

Μόλις ενύχτωσε με πήρε ο πατέρας μου και τους οδηγήσαμε στο Γεράκι εκεί που είναι το νεκροταφείο. Από εκεί τους παράλαβε ο Γερακιανός Κουρλετάκης Γιώργης και εμείς εγυρίσαμε πίσω.

Την άλλη μέρα επήγα πάλι στο σπήλιο να φέρω τα πράγματα που τους είχαμε πάει. Το σταμνί, το τσικάλι και ότι άλλο έβρισκα. Σε μια γωνιά του σπήλιου εβρήκα και μια κούτα αγγλικά τσιγάρα.

(Συνεχίζεται)