Ήταν το απόγευμα της Καθαρής Δευτέρας, όταν ο μητροπολίτης Γορτύνης και Αρκαδίας, αισθάνθηκε αδιαθεσία και οι οικείοι του αποφάσισαν για μια ακόμα φορά να μεταφερθεί στο νοσοκομείο. Θα ήταν και η τελευταία... Κοντά του ήταν και τα πνευματικά του παιδιά ο Μακάριος και ο Λέανδρος. Ζήτησε να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει…

Αφήνοντας τη Μεσαρά, όπου έζησε ως παιδί και αξιώθηκε να έχει την ποιμαντορία της για 26 χρόνια, ήξερε ότι η ζωή του πλησίαζε στο τέλος της και ότι μόνο πνευματικά θα μπορούσε να επιστρέψει στη γενέθλια γη.

Μια πολύμηνη περιπέτεια, έκανε τον οδυνηρό κύκλο της και έκλεισε στο θάλαμο 15 του Πανεπιστημιακού νοσοκομείου.

'Όλα ξεκίνησαν πριν 14 μήνες όταν διαγνώστηκε όγκος στο έντερο και εισήχθη στο νοσοκομείο ΝΙΜΙΤΣ όπου υποβλήθηκε σε χειρουργική επέμβαση. Και ενώ όλα είχαν πάει καλά, την επόμενη μέρα, υπέστη καρδιακή προσβολή, η οποία λόγω της βαρύτητας της δεν ανατάχθηκε άμεσα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να σταματήσει η οξυγόνωση του εγκεφάλου και κατ' επέκταση να σημειωθούν βλάβες σε όλα τα ζωτικά όργανα και να καταστεί αναγκαία η τραχειοτομή για να επανέλθει η αναπνευστική λειτουργία..

Ο μητροπολίτης έμεινε τρεις μήνες στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας και άρχισε να επανέρχεται με τη φροντίδα των γιατρών , φυσιοθεραπεία και κινησιοθεραπεία.

Ενώ νοσηλευόταν στο ΝΙΜΙΤΣ, τον επισκέφτηκε ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως κ. Βαρθολομαίος ο οποίος βρέθηκε στην Αθήνα. Ήταν γνωστοί από παλιά, ως «χαλκίτες», συμμαθητές δηλαδή στη σχολή της Χάλκης. Η τραχειοτομή ήταν πολύ δύσκολο να κλείσει καθώς είχε σημειωθεί συρίγγιο και έτσι ήταν αδύνατο να αποκατασταθεί και η θρέψη από το στόμα η οποία γινόταν μέχρι τέλους με τεχνητά μέσα, απευθείας στο στομάχι.

Μόλις ο μητροπολίτης άρχισε να αισθάνεται καλύτερα αποφασίστηκε η μεταφορά του σε νοσοκομείο της Αμερικής, αφενός για να γίνει προσπάθεια να κλείσει η τραχειοτομή, αφετέρου για να αντιμετωπιστούν μεταστατικές εστίες στο ήπαρ. Όμως οι γιατροί, δήλωσαν ότι δεν μπορούσε να γίνει τίποτα και έτσι μερικές εβδομάδες αργότερα, ξεκίνησε για το κουραστικό ταξίδι της επιστροφής.



Επιστροφή



Τουλάχιστον όμως, μετά από εννέα μήνες γύριζε στην Κρήτη, έστω και στο θάλαμο του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου.

Η είδηση της επιστροφής του προκάλεσε συγκίνηση στη Μεσαρά . Δεκάδες άνθρωποι, κληρικοί και λαϊκοί κατέκλυζαν, καθημερινά το δωμάτιο του για να του δώσουν κουράγιο και να του ευχηθούν.

Στις 19 Νοεμβρίου, οι γιατροί του επέτρεψαν να επιστρέψει στις Μοίρες.

Ηταν η μεγαλύτερη χαρά όλο αυτό το διάστημα της σκληρής δοκιμασίας.

Καθημερινά πήγαινε στο γραφείο του, δεχόταν κόσμο και έδιδε ευχές.

Μια εβδομάδα πριν επιστρέψει για τελευταία φορά στο νοσοκομείο, έκανε βόλτα με το αυτοκίνητο στους δρόμους της πόλης και βγήκε λίγο στην εξοχή.

Οι κάτοικοι των Μοιρών, ξαναείδαν μετά από πολύ καιρό τον ιεράρχη τους στο δρόμο και αυτό τους συγκίνησε. Γιατί ο ιεράρχης, είχε επαφή με τον κόσμο. Ειδικά κάθε Σάββατο που γινόταν το παζάρι, πήγαινε μόνος του για τα ψώνια και επέστρεφε στο Επισκοπείο φορτωμένο σακούλες.

Έμπαινε στα καταστήματα, χαιρετούσε τους ιδιοκτήτες και έπινε τον καφέ του συντηρώντας έτσι μια επικοινωνία ψυχής που την αποζητούσε.

Ο μακαριστός Κύριλλος, δεν πήγε ποτέ σε κάποιο πανηγύρι και να σηκωθεί να φύγει. Καθόταν στο τραπέζι, συζητούσε με τον κόσμο γιατί όπως έλεγε, αυτή η επαφή ήταν «η μεγαλύτερη λειτουργία».

Λόγω των προβλημάτων της υγείας του, ήξερε ότι η ζωή, δεν θα μπορούσε να γίνει όπως πρώτα. Δεν μπορούσε να περπατήσει, να φάει και να κουβεντιάσει πολλή ώρα. Ηταν ένας άρρωστος άνθρωπος που χρειαζόταν καθημερινά φροντίδα και αγάπη.

Όταν μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο την Καθαρά Δευτέρα, οι γιατροί έκριναν ότι χρειάζεται συνεχή νοσηλεία και τον κράτησαν σε θάλαμο της Γαστρεντερολογικής κλινικής. Καθημερινά όμως ο οργανισμός του εξασθενούσε. Αδυνάτιζε, δυσκολευόταν να μιλήσει, κουραζόταν, αλλά προσευχόταν. Έσβηνε σιγά-σιγά.