Θεωρείστε ποιητής γλωσσοπλάστης, τι θα μας λέγατε για αυτό;

«Η ποιητική λειτουργία και γλώσσα είναι πρωτίστως η αναζήτηση του αδιαίρετου, του άτμητου, είναι η αρχέγονη παράσταση, η μυθική ονοματολογία του έρωτα και του θανάτου. Κατά βάθος το ποίημα είναι το αυθεντικότερο, το δραστικότερο πρόσωπό μας, παραμένει αρχέγονη και μαγική γιατί αντιστρατεύεται την γλωσσική άρχουσα τάξη και το θεσμοθετημένο λόγο με τους υποκριτικούς και αυταρχικούς του κώδικες και το κάνει αυτό γιατί δεν είναι ενεργούμενο κανενός συστήματος. Χρησιμοποιεί απρόβλεπτους συνειρμούς, διεγείρει κοιμισμένα κέντρα στην εφησυχασμένη μας συνείδηση. Δεν προσπαθεί να περιγράψει τον κόσμο, αποτελεί κόσμο, ένα δικό της ανεξάρτητο αισθητικό σύμπαν. Η ποίηση δεν τρέφεται με ιδέες αλλά ούτε με λέξεις όπως είπε ο Μαλλαρμέ. Φτιάχνεται με υλικά ονείρων, με γλωσσικούς συνειρμούς που μας επισκέπτονται σαν ολάξαφνες αστραπές. Φτιάχνεται από γλωσσικές συλλήψεις που ήταν αδύνατο να φανταστούμε με την παραδοξολογία τους. Όταν το ποίημα θέτει τις δοξασίες μας εν αμφιβόλω και μας αποσβολώνει ξέρουμε ότι έχουμε μπροστά μας ένα αυθεντικό έργο τέχνης. Οι συνειρμοί αυτοί μας κάνουν να αισθανθούμε το ωστικό κύμα μιας έκρηξης στη ακουστική μας φαντασία. Δημιουργούν μια πνευματική ανυπακοή μια εθνική εξέγερση, ένα πεδίο μάχης, όπου καταρρέουν μέσα σε καπνούς όλες οι γραμμές και τα επιμέρους διανοητικά οδοφράγματα καθώς ασύντακτο προχωρεί το καινοτόμο σα μια διμοιρία που έρχεται στην επικράτεια του νόμου από άγνωστο αστεροειδές αλλά πριν πρέπει πρώτα να υπομονευτεί το ως τώρα παραδομένο για να γεννηθεί από τα συντρίμμια του το καινούργιο δημιουργώντας ένα διαδραστικό καθοδηγητικό πεδίο, μια εκρηκτική ύλη που μας αφήνει εμβρόντητους σαν ένας μεγάλος έρωτας. Στη μεγάλη ποίηση οι λέξεις δεν είναι στέρεες, μονοσήμαντες και αυτάρκεις οντότητες που μεταφέρουν ένα ορισμένο διανοητικό τοπίο, υπόκεινται σε άπειρες αλληλεπιδράσεις και αλληλοπροσδιορισμούς ανάλογα τη θερμοδυναμική συγκυρία που βρίσκονται παίρνουν ενέργεια, φως, σκότος. Από σωματίδια γίνονται κυματισμοί ή αντιστρόφως από ύλη ενέργεια δηλαδή αντιύλη έτσι που το δυτικό σύμπαν να χορεύει δονούμενο στην απέραντη πίστα του θεού Σίβαμ γιατί κατά βάθος η ποίηση είναι ένας χορός των όντων, των συναισθημάτων και της μουσικής σε ένα ενιαίο. Όλα τα σώματα των χορευτών γίνονται κύματα τόξα καμπύλες αστραπές, ερωτικοί ρυθμοί, φλόγες που φτάνουν ως το σκοτεινό πυρήνα του είναι που και αυτός αναρτάται στην εφήμερη μαγεία του χορού εφήμερη σαν τη ζωή όμως λουσμένη και δοσμένη στην πεμπτουσία της θα έλεγα σε κάτι μυθικά στερεωμένο που γνωρίζει τα τρεμάμενα πάθη των ονείρων».