Ήταν τέλος Μαρτίου του 1974. Ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα Χένρι Τάσκα, καλείται από την Επιτροπή Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, που προεδρεύει ο βουλευτής Μπένζαμιν Ρόζενθαλ να καταθέσει για την κατάσταση στην Ελλάδα.

Τέσσερις μήνες πριν, ο Δημήτριος Ιωαννίδης είχε ανατρέψει τον Παπαδόπουλο και είχε εγκαταστήσει τη δική του δικτατορία.

Ο Τάσκα, δεν ήθελε με τίποτα τον Ιωαννίδη, προτιμούσε τον Παπαδόπουλο. Όχι όμως και ο Χένρι Κίσιγκερ.

Τα απομαγνητοφωνημένα πρακτικά είναι ενδεικτικά της πρακτικής των Αμερικάνων που έδιναν λιγότερο από ένα μήνα ζωής στο καθεστώς του Ιωαννίδη.

Στη διάρκεια μιας θυελλώδους συνεδρίασης, στο γραφείο του τότε υπουργού Εξωτερικών, παρουσία όλων των ανώτερων αξιωματούχων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ο Τάσκα ανοίγει τα χαρτιά του. Προηγουμένως είχε επιτύχει να ετοιμαστεί απόρρητη έκθεση με αποδέκτη τον Κίσιγκερ, στην οποία οι συγγραφείς της, ανάμεσά τους και ο πρέσβης, περιέγραφαν πώς θα έβγαζαν από τη μέση τον Ιωαννίδη και πώς θα επηρέαζαν τις καταστάσεις ώστε η νέα κυβέρνηση, θα προστάτευε τα στρατηγικά συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών.

Ο Τάσκα, αποκάλυψε στη σύσκεψη ότι ο Ιωαννίδης και οι αξιωματικοί που τον ακολουθούσαν είχαν στενές σχέσεις με τον Μουαμάρ Καντάφι και δεν απέκλεισε μάλιστα την πιθανότητα να δέσουν την Ελλάδα στο άρμα της Λιβύης!

Το συμπέρασμα της σύσκεψης είναι ότι πρέπει να μην επηρεαστούν τα αμερικανικά συμφέροντα, άρα να μην ενοχληθεί ο Ιωαννίδης, και εάν αποφασιστεί να ανατραπεί ο αρχηγός της ΕΣΑ, να μην τον αντικαταστήσει ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο οποίος χαρακτηρίζεται επικίνδυνος, αντιαμερικανός και αντι-νατοϊκός.

Βέβαια, ο Κίσιγκερ –για να προκαλέσει τους συνεργάτες του, τους οποίους ανοικτά ειρωνεύεται- υποστηρίζει σε κάποια φάση να υποστηριχθεί η επιστροφή του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ στην Ελλάδα για να αντικαταστήσει τον Ιωαννίδη.

Το ντοκουμέντο αυτό που ακολουθεί, περιλαμβάνει αποσπάσματα των απομαγνητοφωνημένων πρακτικών της σύσκεψης, στην οποία συμμετείχαν επίσης οι κ.: Σίσκο, Ρας, Ντόναλτσον, Σόννεφελντ, Μακλόσκι, Χόλτον, Ιγκλμπέργκερ (ο μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών), Λόρντ, Θόρντον, Maw, Γουέϊς, Ντέϊβις (ο μετέπειτα πρέσβης των ΗΠΑ στη Λευκωσία, που δολοφονήθηκε στο γραφείο του από ), Τσέρτσιλ, Χάιλαντ, Χάρτμαν, Σπρίνγκστιν (που κρατούσε και τα πρακτικά) και Βεστ.

Της συνάντησης προήδρευσε ο Κίσιγκερ, η συνομιλία δημοσιεύθηκε στον «Πολίτη» το ομογενειακό έντυπο των ΗΠΑ. Και αξίζει να διαβαστεί:

Η συνομιλία

Κίσιγκερ: Ποιος θα ήθελε να ανοίξει τη συζήτηση;

Λορντ: Κύριε υπουργέ, νομίζαμε ότι είναι η στιγμή για να ετοιμάσουμε μία έκθεση (timely paper), όχι μόνο επειδή υπάρχουν δημοσιεύματα για τις σχέσεις μας με την Ελλάδα, ούτε επειδή εκμεταλλευόμαστε την παρουσία του κ. Τάσκα (στην Ουάσιγκτον).

Αλλά είναι και το βασικό δίλημμα, που έχουμε στην εξωτερική μας πολιτική σε σχέση με πολλές χώρες που έχουν διαφορετικές ιδεολογικές απόψεις από τις δικές μας. Προσπαθήσαμε σʼαυτή την έκθεση, να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους με τον κατάλληλο τρόπο και μέσα στο πλαίσιο των συμφερόντων των Ην. Πολιτειών, καθώς αντιτιθέμεθα στις απόψεις ενός μόνο ατόμου.

Θόρντον: Ο λόγος για τον οποίο εξετάζουμε τώρα την πολιτική μας σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, είναι ότι έχουμε να κάνουμε με ένα καινούργιο άνδρα (σ.σ. τον Ιωαννίδη) από τον περασμένο Νοέμβριο, τον οποίο η έκθεσή μας χαρακτηρίζει όχι μόνο να συμφωνεί με τις πολιτικές επιλογές μας , αλλά επίσης και να μην θέλει να προχωρήσει σε δημοκρατική κυβέρνηση. Δεύτερον, μας έχει δοθεί λίγος χρόνος για να προσεγγίσουμε αυτή την αντιφατική προσωπικότητα, ιδιαίτερα αναφορικά με τη βάση της Σούδας. Τώρα, με την παρουσία του κ. Τάσκα, είναι ο πλέος κατάλληλος καιρός για να πιέσουμε γιʼαυτό το (στρατηγικό) ενδιαφέρον μας. Υπάρχει και το θέμα των διαπραγματεύσεων για τη Σούδα, και το ζήτημα του ελλιμενισμού του στόλου. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε είναι να εγείρουμε γενικά θέμα προς το καθεστώς, να κοιτάξουμε σε ευρύτερο πλαίσιο τις σχέσεις μας με την Ελλάδα και ειδικότερα με τα ιδιαίτερα συμφέροντά μας με την Ελλάδα, ώστε όταν φτάσει η ώρα να κάνουμε συγκεκριμένες πράξεις, να μην «κτίσουμε» μία νέα διευρυμένη πολιτική, αντίθετα θα γνωρίζουμε τι θέλουμε. Η Ελλάδα πάλι, όπως άλλες περιοχές, μας φέρνει αντιμέτωπους με το σύνηθες δίλημμα: Πώς συνεργάζεσαι με ένα καθεστώς, που είναι σημαντικό στα βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα συμφέροντά μας, και μας παρέχει πολύ σημαντικά στρατηγικά ωφέλη και που την ίδια στιγμή δημιουργεί προβλήματα, απλούστατα λόγω της πολιτικής υφής του καθεστώτος. Με άλλα λόγια, , πρόκειται για το κέρδος που έχουμε σήμερα σε αντίθεση με αυτά που θα κερδίσουμε σε μερικά χρόνια. Το καθεστώς του Ιωαννίδη δεν πρόκειται να κρατήσει πολύ καιρό. Ο ένας χρόνος (που του δίνουμε) είναι γενναίος υπολογισμός. Ακόμα και με αυτού του είδους το καθεστώς, αυτός ο δικτάτορας, πιθανότατα δεν θα βρίσκεται ανάμεσά μας για πολύ.

Κίσιγκερ: Γιατί αυτό; Ποιος πρόκειται να τους ανατρέψει; Βλέπω δύο αντικρουόμενες θέσεις στην έκθεση. Η μία αναφέρει ότι μπορεί να παραμείνει στην εξουσία επʼ αόριστον, και η άλλη ότι μπορεί να παραμείνει μόνο για ένα χρόνο.

Θόρντον: Οι ΗΠΑ στήριξαν τα συμφέροντά τους με κάθε κόστος.

Δεν πρόκειται να μπορέσουν να ασχοληθούν με τα προβλήματα. Και θα αυξηθεί η δυσαρέσκεια. Κατά τα φαινόμενα (η Ελλάδα) θα έχει ένα ακόμα στρατιωτικό καθεστώς. Και ποιος ξέρει; Μπορεί να έχουν και ένα άλλο μετά από αυτό. Αλλά, αυτομάτως, εάν υπάρξει ένα κέντρο βάρους, αυτό θα οδηγήσει σε ένα πολιτικό καθεστώς. Η έκθεση μιλά για «δημοκρατικό καθεστώς».

Τάσκα: Το καθεστώς που υπάρχει τώρα είναι το πιό στενοκέφαλο που είχαν ποτέ αυτόν τον αιώνα –ίσως και στην ιστορία τους- από την επανάσταση του 1821. Στην πραγματικότητα είναι μόνο 20 ή 30 αξιωματικοί –ίσως και 10 με 12- και δεν έχουν καμιά άλλη υποστήριξη. Το καθεστώς είναι πολιτικά απομονωμένο στη χώρα. Δεν τους υποστηρίζει κανένας. Ακόμα και οι επιχειρηματίες, που συνήθιζαν να υποστηρίζουν τον Παπαδόπουλο, είναι πολύ σκεπτικοί. Είναι ανήσυχοι και πολύ στενοχωρημένοι για το τι θα κάνει το καθεστώς στις επιχειρήσεις τους. Και αυτό βέβαια, έχει και άλλες επιπλοκές. Υπάρχει αστάθεια λόγω του ότι η στενοκέφαλη αυτή κυβέρνηση αντιπροσωπεύει μόνο ένα τομέα του στρατού. Είναι ένα κομμάτι του. Ας πάρουμε την αεροπορία. Οι αξιωματικοί της, στην καλύτερη περίπτωση, παραμένουν ουδέτεροι. Το ναυτικό, ανέκαθεν ήταν εχθρικό και ο ναύαρχος Αραπάκης, εάν είχε την ευκαιρία θα εκινείτο εναντίον του καθεστώτος. Σε ό,τι αφορά τον στρατό ξηράς, νομίζω ότι δημιουργείται κλίμα αστάθειας και η συλλογή πληροφοριών (από τη CIA) το καταδεικνύει.

Κίσιγκερ: Πώς είναι δυνατόν ένας ταξίαρχος να δίνει εντολές σʼ ένα στρατηγό;

Τάσκα: Επειδή ήταν αυτός ο εγκέφαλος του πραξικοπήματος τον περασμένο Νοέμβριο.

Κίσιγκερ: Ποιός είναι ο ταξίαρχος;

Τάσκα: Ο Ιωαννίδης.

Κίσιγκερ: Ωχ. Είναι ταξίαρχος;

Τάσκα: Μάλιστα, αυτός είναι. Προτιμά να δρα στο παρασκήνιο. Υπάρχει μία ομάδα αξιωματικών, που είναι ταγματάρχες και αντισυνταγματάρχες και αποφασίζουν για την πολιτική της χώρας και δίνουν εντολές στους πολιτικούς.

Κίσιγκερ: Υποθέτοντας ότι όλα αυτά που λέτε είναι σωστά, ποιες αποφάσεις αναμειγνύουν και επηρεάζουν εμάς.

Τάσκα: Αυτό που μας επηρεάζει, είναι ότι αναπτύσσεται ένας αγώνας μεταξύ του Ιωαννίδη και των ανώτερων αξιωματικών. Λόγω αυτής της διαμάχης που αναπτύσσεται γοργά, τα συμφέροντά ασφαλείας μας κείνται στο βάρος που εμείς θα δώσουμε προς την κατεύθυνση αυτών που θέλουν μία ομαλοποίηση της κατάστασης. Που σημαίνει, να έρθουμε σε επαφή ξανά με την πλειοψηφία του ελληνικού λαού και να λάβουμε διαβεβαιώσεις ότι τα στρατηγικά μας συμφέροντα δεν θα διακινδυνεύσουν.

Κίσιγκερ: Περίμενε ένα λεπτό. Πώς θα πείσουμε τον ελληνικό λαό;

Τάσκα: Νομίζω ότι η πολιτική μας μέχρι σήμερα έχει μιά λογική επιτυχία. Είναι δύσκολο, αλλά δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλη πολιτική που θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε σήμερα...».