Στη 01.15 χθες τα ξημερώματα έχασε τελικά τη μάχη για τη ζωή, ο Ηρακλειώτης σμηναγός Σήφης Αναστασάκης, ο οποίος νοσηλευόταν στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου, μετά τη σύγκρουση δυο F- 16 κατά τη διάρκεια άσκησης νότια της Κρήτης.

Ο Αναστασάκης έφερε συντριπτικά κατάγματα στη λεκάνη, αλλά το μεγαλύτερο πρόβλημα ήταν η εγκεφαλική λειτουργία που είχε υποστεί ανεπανόρθωτες βλάβες εξαιτίας των τριών ανακοπών που είχε υποστεί κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του στο νοσοκομείο.



Ανησυχία προκαλούν οι πτώσεις αεροσκαφών

Στο μεταξύ σοβαρές ανησυχίες προκαλούν τα αλεπάλληλα ατυχήματα στην Πολεμική Αεροπορία και την Αεροπορία Στρατού, σύμφωνα με ρεπορτάζ της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ

«Επαναλαμβανόμενη σύμπτωση, παύει να είναι σύμπτωση», λέει ένας από τους άγραφους κανόνες. Αν μεταφέρουμε τον κανόνα σε όσα συμβαίνουν τις τελευταίες εβδομάδες στις Ενοπλες Δυνάμεις, εύλογα ανακύπτουν ερωτήματα και έντονος προβληματισμός, καθώς διανύουμε έναν από τους χειρότερους μήνες από πλευράς δυστυχημάτων και ατυχημάτων.

Μέσα στον μήνα αυτό, τέσσερις άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στη διάρκεια εκπαίδευσης. Η αρχή έγινε στις 30 Ιουλίου, όταν στα Μέγαρα κατέπεσε και τυλίχτηκε στις φλόγες ελικόπτερο «Απάτσι» του Στρατού, παγιδεύοντας στις φλεγόμενες λαμαρίνες τους δύο χειριστές του, που ανασύρθηκαν λίγη ώρα αργότερα νεκροί.

Στις 19 Αυγούστου, Σημαιοφόρος του Πολεμικού Ναυτικού έχασε τη ζωή του όταν, κατά τη διάρκεια εκπαίδευσης στη Διοίκηση Υποβρυχίων Καταστροφών, έπεσε από ύψος 22 μέτρων και τραυματίσθηκε θανάσιμα.

Την περασμένη Πέμπτη στη λίστα θανάτου προστέθηκε ένα ακόμη όνομα, του 33χρονου Σμηναγού Αναστάσιου Μπαλατσούκα, μετά την εναέρια σύγκρουση των δύο μαχητικών F-16, δυτικά του Γαϊδουρονησίου, στην Κρήτη.

Στα παραπάνω πρέπει να προστεθούν δύο αναγκαστικές προσγειώσεις ελικοπτέρων, η πρώτη στις 10 Αυγούστου, όταν το ελικόπτερο Agusta Bell, της Πολεμικής Αεροπορίας πραγματοποίησε αναγκαστική προσγείωση στην Ανάφη με βλάβη στον κινητήρα.

Η δεύτερη, λίγες ημέρες αργότερα, στις 16 Αυγούστου, όταν ελικόπτερο τύπου Χιούι της Αεροπορίας Στρατού, παρουσίασε απώλεια ισχύος και πραγματοποίησε αναγκαστική προσγείωση στον Βόλο.



Το ηθικό

Η κατάσταση που διαμορφώνεται με τα επαναλαμβανόμενα το τελευταίο διάστημα περιστατικά, προκαλεί προβληματισμό και ανησυχία στα στελέχη των Ενόπλων Δυνάμεων.

Σε αυτό που όλοι συμφωνούν είναι ότι τα πολλά αρνητικά γεγονότα συσσωρευμένα σε τόσο σύντομο διάστημα, δεν μπορούν να αφήσουν ανεπηρέαστο το ηθικό των υπηρετούντων.

Ερχονται, δε, να προστεθούν σʼ ένα κλίμα ανασφάλειας και ανησυχίας, που έχει διαμορφωθεί εξαιτίας των οικονομικών περικοπών και όσων συνεπάγεται η σφιχτή δημοσιονομική πολιτική και στις Ενοπλες Δυνάμεις.

Στη δυσαρέσκεια, επίσης, που προκλήθηκε από τις ανακοινώσεις για περικοπές σε επιδόματα.

Το τελευταίο διάστημα αυξάνονται οι φωνές αγωνίας για τα προβλήματα που συσσωρεύονται. Δεν είναι μυστικό ότι υπάρχουν καθυστερήσεις στις προμήθειες ανταλλακτικών, με αποτέλεσμα σημαντικός αριθμός αεροσκαφών, αλλά και πλοίων, να παραμένει ακινητοποιημένος.

Παράλληλα, γίνεται προσπάθεια, στο πλαίσιο των περικοπών, να εξοικονομηθούν καύσιμα. Αυτό, όπως επισημαίνουν έμπειροι στρατιωτικοί, δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστες τις εκπαιδεύσεις, ο αριθμός των οποίων έχει μειωθεί.

«Δεν έχουμε πτώση στο επίπεδο ετοιμότητας, αλλά δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί ότι όσο περισσότερες εκπαιδεύσεις γίνονται, τόσο καλύτερα είναι», αναφέρει αξιωματικός.

Συνάδελφός του, αναφερόμενος στο πρόβλημα με τα ανταλλακτικά και τις ελλείψεις, σε συνδυασμό με τον γηράσκοντα στόλο, σε όλα τα Οπλα, αναφέρει ότι, σε πολλές περιπτώσεις, «σκυλεύουμε τα οχήματα, τα πλοία, τα ιπτάμενα μέσα που πλησιάζουν να περιέλθουν σε αχρηστία, προκειμένου να διατηρήσουμε σε καλύτερη κατάσταση τα υπόλοιπα».

Προσθέτει ότι αυτό ανέκαθεν συνέβαινε, αλλά, πλέον, δείχνει να επιδεινώνεται διαρκώς.

Δεν είναι λίγοι εκείνοι που βλέπουν ότι η κατάσταση έχει επιβαρυνθεί και πιθανόν θα χειροτερέψει, λόγω της αποχώρησης σημαντικού αριθμού στελεχών από τις μεσαίες κλίμακες του στρατεύματος, ενόψει των αλλαγών στο ασφαλιστικό.

«Δεν πρέπει να παραβλέπουμε ότι είναι στελέχη με σημαντική εμπειρία και γνώσεις που αποχωρούν και τα κενά καλούνται να καλύψουν νεότεροι, σε μια όχι απόλυτα ομαλή διαδοχή», επισημαίνεται.