Της μοναδικής αξίας επιστολές του Αντωνίου Γιάνναρη προς το θείο του Χατζή Μιχάλη παρουσιάζουν οι Νικόλαος Ε. Παπαδογιαννάκης και Ελπινίκη Νικολουδάκη – Σουρή σε μια σημαντική και τεκμηριωμένη εργασία τους η οποία εκδόθηκε πρόσφατα από την Ιστορική και λαογραφική Εταιρεία Ρεθύμνης. Η έκδοση έχει την υποστήριξη του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος», της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Ρεθύμνης και του δήμου Μουσούρων. «Σεβαστέ μοι θείε, την δεξιάν Σας ως υιός κατασπάζομαι», είναι ο τίτλος της εργασίας, στην οποία παρουσιάζονται οι επιστολές της περιόδου 1872-1908, με το σχολιασμό τους, και τα χαρακτηριστικά της γλώσσας και της θεματολογίας που χρησιμοποιείται.. Παράλληλα, στην έκδοση συμπεριλαμβάνονται οι αναφορές στο ιστορικό πλαίσιο της περιόδου, αλλά και στοιχεία της βιογραφίας και του έργου του κορυφαίου φιλολόγου.

Οι συγγραφείς είναι διδάσκοντες στο Παιδαγωγικό του Πανεπιστημίου Κρήτης, ο κ. Παπαδογιαννάκης καθηγητής, και η κ. Νικολουδάκη – Σουρή επίκουρος.

Παρουσιάζοντάς μας συνοπτικά τον Αντώνιο Γιάνναρη, σημειώνουν στον πρόλογο του έργου τους.

“Ο Αντώνιος Ν. Γιάνναρης αποτελεί ένα φωτεινό μετέωρο, το οποίο έλαμψε στους χαλεπούς για την Κρήτη καιρούς και στην αποφασιστικώτερη καμπή της Ιστορίας της, σε χρόνους όπου η τύχη των τέκνων της - παρά τους αγώνες και τις θυσίες τους - κρινόταν από τις διαθέσεις, τα αλληλοσυγκρουόμενα συμφέροντα και την τακτική ισορροπιών των Μεγάλων Δυνάμεων και το Κρητικό Ζήτημα βρισκόταν απόλυτα συνδεδεμένο με το Ανατολικό.

Ο Γιάννης θέλησε και κατόρθωσε να υπερβεί τις αντικειμενικά ανυπέρβλητες δυσκολίες, αγωνιστής για την ελευθερία, πρόσφυγας και διωκόμενος από την Οθωμανική Εξουσία στην μικρή πατρίδα του, να σπουδάσει, να διδάξει και να ερευνήσει την Ελληνική Γλώσσα, ως ένα σώμα ενιαίο και εξελισσόμενο, κατά την γνωστή τότε αντίληψη των Νεογραμματικών, χωρίς να στρατευθεί - μεσούντος μάλιστα του αγώνα των δημοτικιστών - και να δείξει με το έργο του - πολύ πριν από την συμβιβαστική πρόταση του Μανόλη Τριανταφυλλίδη - την οδό που έπρεπε να ακολουθήσει το έθνος στο θέμα της Γλώσσας και της Παιδείας του. Αυτό ήταν το πρώτο χρέος, το οποίο ένιωσε πως έπρεπε να εκτελέσει.

Το δεύτερο χρέος που θέλησε να εκπληρώσει ήταν να αναδείξει τον πολιτισμικό θησαυρό της Κρήτης, όπως αυτός διατυπώθηκε προφορικά με τα τραγούδια, τα ριζίτικα και τις ρίμες και γραπτά με τον Ερωτόκριτο του Βιτσέντζου Κορνάρου, τον οποίο πάσχισε να αποκαταστήσει, προσφέροντας μιά κριτική έκδοση - αδιάφορο αν ο θάνατος τον πρόλαβε.

Το τρίτο χρέος το οποίο εξετέλεσε, όσο και πάλι πρόλαβε, ήταν το νομοθετικό, για την οργάνωση της Δημόσιας Εκπαίδευσης με το Συνταγμάτιον, καθώς και η προσπάθεια που κατέβαλε ο Γενικός Επιθεωρητής να αποκαταστήσει στα σωστά της μέτρα την λειτουργία της Εκπαίδευσης, όντας το “άγρυπνον όμμα” ελέγχου των εκπαιδευτικών.

Οι επιστολές προσφέρουν υλικό, το οποίο φωτίζει όχι μόνον τον βίο και την πολιτεία του, αλλά μέσα από την μικροϊστορία της περιόδου, συμπληρώνει και επιβεβαιώνει πολλά κενά της Ιστορίας της Κρήτης σε μία περίοδο ταραγμένη και αβέβαιη για την τύχη της Νήσου. Μπορούμε να παρακολουθήσομε βήμα προς βήμα τις εξελίξεις και να βιώσομε την αγωνία του επιστέλλοντος, αλλά και την οξυδέρκεια με την οποία αναλύει τα δρώμενα και τις προοπτικές που ανοίγονται την κάθε στιγμή”.

Το έργο εκδόθηκε από τις εκδοτικές επιχειρήσεις Καλαϊτζάκη, στο Ρέθυμνο, και κυκλοφόρησε στα τέλη του 2009. Μεθαύριο Τετάρτη θα παρουσιαστεί στα Χανιά, στο πλαίσιο ημερίδας στη μνήμη του, στην αίθουσα «Σταύρος Σ. Νιάρχος» του Μεγάρου Μητροπολίτης Ειρηναίος Γαλανάκης του Εθνικού Ιδρύματος «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος», στη Χαλέπα. Την εκδήλωση συνδιοργανώνουν, η Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Χανίων, το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος», ο Δήμος Μουσούρων και η Ιστορική & Λαογραφική Εταιρεία Ρεθύμνης.