
Η συνέντευξη του κ. Σινάνη έχει ως εξής:
Γιατί αποφασίσατε να δηλώσετε υποψηφιότητα για τη θέση του προέδρου του ΤΕΙ;
«Από το 1985 μέχρι σήμερα, σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις για την ανάδειξη προέδρου και Αντιπροέδρων στο ΤΕΙ Κρήτης, δεν συμμετείχε παρά ένας μόνο συνδυασμός κάθε φορά, ο οποίος διεκδικούσε την ηγεσία του Ιδρύματος και που στην ουσία ήταν μια προγραμματισμένη διαδοχή. Αυτό από μόνο του καταργεί κάθε έννοια δημοκρατίας αφού για το εκλεκτορικό σώμα η διαδικασία ήταν μονόδρομος. Για πάνω από 20 χρόνια, οι ίδιες απόψεις, οι ίδιες πρακτικές, οι ίδιες στρατηγικές για το Ίδρυμα, ενδεχόμενα καλά, αλλά χωρίς τη δυνατότητα μιας καλύτερης ίσως προοπτικής. Αυτό οδήγησε σε έντονο προβληματισμό ένα πολύ μεγάλο μέρος της ακαδημαϊκής κοινότητας. Ο προβληματισμός αυτός αποτυπώθηκε και στο αποτέλεσμα της προηγούμενης εκλογικής διαδικασίας, όπου η μοναδική υποψηφιότητα (πρόεδρος και δυο αντιπρόεδροι) εκλέχτηκε οριακά. Κάτι έπρεπε να αλλάξει και για να έλθει αυτή η αλλαγή, τέσσερα μέλη της κοινότητας του Τ.Ε.Ι., η κα Καταπότη Ζηνοβία καθηγήτρια της Σχολής Επαγγελμάτων Υγείας και Πρόνοιας, ο κος Παπακώστας Ταξιάρχης, αναπλ. καθηγητής από το τμήμα Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος του παραρτήματος Χανίων, ο κος Μιχαηλίδης Δημήτριος αναπλ. καθηγητής της Σχολή Διοίκησης και Οικονομίας ως υποψήφιοι αντιπρόεδροι και εγώ, καθηγητής της Σχολής Τεχνολογίας Γεωπονίας ως υποψήφιος πρόεδρος, ανταποκρινόμενοι στην ανάγκη μιας δεύτερης πρότασης, αποφασίσαμε να δώσουμε τη μάχη για ένα καλύτερο αύριο για το Ίδρυμα.»
Ποια θεωρείτε είναι τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα το ΤΕΙ; Ποιες λύσεις θα προωθήσετε εφόσον εκλεγείτε;
«Ένα από τα βασικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει γενικότερα ο θεσμός της Τεχνολογικής Εκπαίδευσης, γιʼ αυτό και εντάσσεται στις πρώτες προτεραιότητές μας, είναι η καταξίωσή του στη συνείδηση της κοινωνίας. Στόχος μας είναι η ανάδειξη του προφίλ του δικού μας Τ.Ε.Ι. στην τοπική κοινωνία αρχικά και η σύνδεσή του με την παραγωγή, όπως επιτάσσει ο ιδρυτικός του Νόμος. Η σύνδεση του Ιδρύματος με τους παραγωγικούς φορείς, για τη μελέτη και την επίλυση των προβλημάτων τους στον αγροτικό, τεχνολογικό, τουριστικό, κοινωνικό και οικονομικό τομέα, θα συμβάλει στη βαθμιαία καταξίωσή του και θα το απαλλάξει από την επικρατούσα ακόμα εντύπωση, ότι αποτελεί διάδοχο σχήμα, του αρχέγονου ΚΑΤΕ.
Επίσης, ένα από τα προβλήματα της Τεχνολογικής Εκπαίδευσης είναι η θεσμική κατοχύρωση της αυτοδύναμης διεξαγωγής προγραμμάτων μεταπτυχιακών σπουδών. Βασικό επομένως άξονα διεκδίκησης, θα αποτελέσει η επιτάχυνση αυτής της διαδικασίας, αλλά και ο διορισμός νέων μελών Ε.Π. οι οποίοι μαζί με τους ήδη υπάρχοντες συναδέλφους, θα αποτελέσουν για τα λίγα ακόμα τμήματα που έχουν έλλειμμα προσωπικού, την απαιτούμενη κρίσιμη μάζα για τη λειτουργία τους. Είναι γεγονός πάντως ότι στην πλειοψηφία τους τα τμήματα του δικού μας Τ.Ε.Ι. διαθέτουν αυτή την κρίσιμη μάζα, είναι ήδη έτοιμα για να αναλάβουν αυτή την ευθύνη και μάλιστα μέσα από τη διαδικασία της αξιολόγησης η οποία βρίσκεται ήδη στο στάδιο της ολοκλήρωσή της.
Η δυνατότητα αυτοδύναμων μεταπτυχιακών σπουδών θα ανοίξει και το δρόμο για τη μετονομασία των Τ.Ε.Ι., αυτοδίκαια πλέον, σε Τεχνολογικά Πανεπιστήμια γεγονός που αποτελεί μια πάγια και διαρκή διεκδίκηση. Επίσης, η ίδια δυνατότητα θα κάνει το Ίδρυμα πιο ελκυστικό στους υποψηφίους και θα εμπνεύσει στους γονείς τη σιγουριά μιας καλής προοπτικής για τα παιδιά τους.
Η εκπαιδευτική διαδικασία είναι η τελική συνισταμένη μιας σειράς επί μέρους σημαντικών συνιστωσών από την παρουσία ή την επάρκεια των οποίων εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η ποιότητα της παρεχομένης εκπαίδευσης.
Στόχος μας επομένως είναι η εξασφάλιση των υποδομών και των μέσων, στα τμήματα, έτσι ώστε ανάλογα με τον αριθμό των σπουδαστών που διαθέτουν και του είδους της εκπαίδευσης που παρέχουν, να έχουν τη δυνατότητα βελτιστοποίησης της εκπαιδευτική διαδικασίας.
Ο τομέας της εφαρμοσμένης πρωτίστως έρευνας, αποτελεί τη ραχοκοκαλιά στην οποία θα πρέπει να στηρίζεται το οικοδόμημα της Τεχνολογικής Εκπαίδευσης. Αναγνωρίζοντας αυτόν τον κυρίαρχο ρόλο της, την εντάσσομε στις προτεραιότητές μας και επομένως θα εργαστούμε για την εξασφάλιση των προϋποθέσεων από πλευράς υποδομών αλλά και διοικητικής υποστήριξης, ώστε οι ερευνητές καθηγητές να μπορούν να διεξάγουν την έρευνά τους κάτω από τις καλύτερες των συνθηκών, χωρίς να αποθαρρύνονται από προβλήματα υποδομών και γραφειοκρατικές αγκυλώσεις.
Τα προαναφερόμενα προβλήματα που αφορούν το Τ.Ε.Ι. μας αλλά και την Τεχνολογική Εκπαίδευση γενικώς θα μπορούσα να τα χαρακτηρίσω ως στρατηγικής σημασίας, για την επίλυση των οποίων χρειάζεται συλλογική προσπάθεια και όραμα. Τα προβλήματα που ακολουθούν θα τα χαρακτήριζα σαν προβλήματα διαχειριστικής φύσεως, που αφορούν την καθημερινότητα, για την επίλυση των οποίων απαιτείται σκληρή δουλειά, επίμονο και διεκδικητικό πνεύμα προς την πολιτεία και διαφάνεια.
Αναλυτικότερα και εντελώς ενδεικτικά για να μην χάσει και η συζήτησή μας τον ακαδημαϊκό της χαρακτήρα:
Ο αριθμός των μόνιμων εκπαιδευτικών είναι σε πλήρη αναντιστοιχία με αυτόν των φοιτητών. Το ίδιο πρόβλημα υπάρχει και για τις άλλες κατηγορίες εργαζομένων στο ΤΕΙ, διοικητικό - ειδικό τεχνικό προσωπικό κ.ά. Επομένως, χρειάζεται όπως προανέφερα, συνεχής πίεση άνωθεν για την επίλυσή τους. Το νομοθετικό πλαίσιο προβλέπει την παροχή υπηρεσιών Υγείας και Πρόνοιας προς όλα τα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας. Το υπάρχον ιατρείο λειτουργεί με δυο νοσηλεύτριες χωρίς γιατρό. Δεν υπάρχει ψυχολόγος ούτε κοινωνικός λειτουργός για την ψυχοσυναισθηματική και κοινωνική στήριξη των φοιτητών. Για την κάλυψη αυτών των αναγκών υπάρχουν σκέψεις για: την αναδιοργάνωση και στελέχωση του ιατρείου, την ίδρυση Συμβουλευτικού κέντρου, την επαναλειτουργία του Σταθμού Αιμοδοσίας που ιδρύθηκε με πρωτοβουλία των φοιτητών μας, και τη δημιουργία μονάδας βραχείας νοσηλείας σε χώρο που ήδη υπάρχει και έχει κριθεί κατάλληλος.
Τι συνέπειες, αρνητικές και θετικές, είχε στη λειτουργία του ιδρύματος η Ανωτατοποίηση του;
«Η ερώτηση παραπέμπει στη γνωστή λαϊκή ρήση: «το ράσο δεν κάνει τον παπά».
Η Ανωτατοποίηση των Τεχνολογικών Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων το επιβεβαιώνει πανηγυρικά., αφού προέκυψε ως διαπιστωτική πράξη και σε αναγνώριση του ρόλου και του έργου της Τεχνολογικής Εκπαίδευσης. Η ανωτατοποίηση των Τ.Ε.Ι. συνιστά μια διαρκή πρόκληση για όλους μας και μια ευθύνη για συνεχή βελτίωση. Επίσης, επιβάλλει την ανάγκη ενός συνεχούς επαναπροσδιορισμού των προγραμμάτων σπουδών, τα οποία πρέπει επομένως να χαρακτηρίζονται και από μια ευελιξία. Η καθιέρωση ευέλικτων προγραμμάτων σπουδών, επιβάλλεται από την αλματώδη ανάπτυξη της τεχνολογίας (βιοτεχνολογία, πληροφορική, τηλεπικοινωνίες κ.τ.λ.), από την κατάργηση των οικονομικών συνόρων και την ενοποίηση της αγοράς, παράγοντες που αυξάνουν υπέρμετρα τον ανταγωνισμό και αναγορεύουν την ευελιξία σε κρίσιμο παράγοντα επιβίωσης των επιχειρήσεων. Έτσι, η ικανότητα άμεσης αντιμετώπισης των προβλημάτων της παραγωγής, γρήγορης και ευέλικτης αντίδρασης στα ερεθίσματα μιας όλο και πιο ευμετάβλητης αγοράς είναι πλέον μονόδρομος, για ένα ανώτατο ίδρυμα.»
Πόσα βήματα πρέπει να γίνουν ακόμα για ουσιαστική αναβάθμιση των ΤΕΙ;
«Η απάντηση στο ερώτημα αυτό αναπέμπει στην καταγραφή των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Τεχνολογική Εκπαίδευση, η επίλυση των οποίων θα οδηγήσει στο περιεχόμενο του ερωτήματός σας.»
Πόσο κατοχυρωμένοι είναι οι πτυχιούχοι των ΤΕΙ; Ποια είναι η θέση τους στην αγορά εργασίας;
«Εδώ υπάρχει ένα μεγάλο πρόβλημα. Οι περισσότερες ειδικότητες των αποφοίτων μας έχουν καλά επαγγελματικά δικαιώματα και για τις λίγες που στερούνται, έχει δρομολογηθεί η διαδικασία θεσμοθέτησής τους από την πολιτεία. Το πρόβλημα εντοπίζεται στην αδυναμία των αποφοίτων μας, σε ορισμένες κυρίως ειδικότητες, να απολαύσουν τα όσα απορρέουν από τα θεσμοθετημένα επαγγελματικά τους δικαιώματα.
Ο λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό, είναι η εκτροπή των επιμελητηρίων από την αποστολής τους, έτσι ώστε από σύμβουλοι της πολιτείας να έχουν αναγορευτεί σε ρυθμιστές των διατάξεων των επαγγελματικών δικαιωμάτων των Τεχνολόγων που θα έχουν ισχύ, με μια πάγια τακτική τον αποκλεισμό ή τον παραγκωνισμό των αποφοίτων Τεχνολόγων, από τις θέσεις εργασίας. Αυτό συνιστά μια κατάφορη παραβίαση της έννομης τάξης, αλλά και μια κοινωνική αδικία. Για τα θέματα αυτά έχω προσωπική εμπειρία και εμπλοκή από τη θέση του Διευθυντή της Σχολής Τεχνολογίας Γεωπονίας, την οποία υπηρέτησα για πολλά χρόνια και ως εκ τούτου, με βάση αυτή την εμπειρία σκοπεύω να συνεχίσω την προσπάθεια διασφάλισης των κεκτημένων των αποφοίτων του Τ.Ε.Ι.»
Ανησυχείτε για τυχόν αντιδράσεις από μέρους των φοιτητών κατά τη διαδικασία εκλογής;
«Όλα είναι πιθανά. Ωστόσο εγώ προσωπικά εμπιστεύομαι τους φοιτητές μας, και θεωρώ ότι διαθέτουν και ωριμότητα και κρίση. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι μιλάμε για μια ηλικιακή ομάδα – από 18 μέχρι 25 χρονών περίπου – με τα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης ηλικίας. Και θα μας κρίνουν, και θα μας αμφισβητήσουν, και θα μας απορρίψουν με ενέργειες που πολύ συχνά φαίνονται και χαρακτηρίζονται ακραίες. Ίσως και να είναι. Όμως, αυτές οι «ακρότητες» τις περισσότερες φορές είναι τα μηνύματα διαμαρτυρίας που στέλνουν και που κανένας μας δεν ακούει.»
Πώς κρίνετε εσείς το νόμο πλαίσιο;
«Το θέμα είναι τεράστιο και θα μπορούσε από μόνο του να αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης. Αυτό που μπορώ να πω επιγραμματικά είναι ότι η παιδεία δεν πρέπει και δεν μπορεί να είναι εμπορεύσιμο προϊόν. Εμείς οι δάσκαλοι δεν παρέχουμε υπηρεσίες εκπαίδευσης και οι φοιτητές δεν είναι πελάτες μας. Η παιδεία είναι κοινωνικό αγαθό στο οποίο πρέπει να έχουν τη δυνατότητα πρόσβασης όλοι ανεξαιρέτως χωρίς αποκλεισμούς. Η Παιδεία είναι υποχρέωση της πολιτείας προς τη νέα γενιά, αν θέλει να δει αυτός ο τόπος καλύτερες μέρες. Η Παιδεία, είναι πολιτισμός, είναι επένδυση, είναι εθνική υπόθεση.
Όλοι εμείς, απʼ όποια θέση κι αν συμμετέχουμε και επηρεάζομε την εκπαίδευση στο μέλλον, θα αγωνιστούμε για ένα καλύτερο αύριο και αυτό αποτελεί δέσμευση για μας.»