Φωτογραφία που διέσωσε ο Παντελής Καρακίτσης και την έκανε γνωστή ο Σπύρος Μελετζής. Βρέθηκε στην τσέπη αιχμαλώτου γερμανού από τον ΕΛΑΣ. Απεικονίζει τους γερμανούς στο πυρπολημένο Δίστομο

Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα εγκλήματα των Ναζί στην Ελλάδα. Προκάλεσε διεθνή κατακραυγή και πανελλήνιο πένθος. Η Σφαγή στο Δίστομο κάνει ακόμη και σήμερα τους Έλληνες να σκεφτούν τα δεινά που μπορούν να υποστούν αθώοι άνθρωποι σε έναν πόλεμο.Ήταν αρχές του καλοκαιριού του 1944 στην κατεχόμενη από τους Γερμανούς, Ελλάδα. Η Ναζιστική Γερμανία βιώνει στα μέτωπα του πολέμου την μία ταπείνωση μετά την άλλη. Στις 6 Ιουνίου οι Σύμμαχοι έχουν αποβιβαστεί στην Νορμανδία και οι ιθύνοντες του γερμανικού στρατού βλέπουν πως το τέλος πλησιάζει. Και στο ελληνικό έδαφος όμως οι Ναζί δεν ήταν ανίκητοι, καθώς οι ελληνικές αντάρτικες ομάδες με κορωνίδα τον ΕΛΑΣ προκαλούν πολλές φθορές με αποτέλεσμα να έχουν εξελιχθεί σε έναν πραγματικό πονοκέφαλο για τους κατακτητές.

Στις 10 Ιουνίου γίνεται άλλη μία συμπλοκή ανταρτών και κατακτητών, ωστόσο το σημαντικό γεγονός δεν ήταν η μάχη, αλλά αυτά που ακολούθησαν. Τις πρώτες πρωινές ώρες της ημέρας εκείνης μία στρατιωτική φάλαγγα των τρομερών Ες-Ες ξεκινά από την Λιβαδειά με προορισμό την Αράχωβα έχοντας ως βασικό σκοπό την εξόντωση αντάρτικων ομάδων, αλλά και την τρομοκράτηση του άμαχου πληθυσμού.

Στο Δίστομο τα γερμανικά στρατεύματα γίνονται ακόμη πιο πολυπληθή καθώς ενώνονται με μία άλλη ομάδα που ερχόταν από την Άμφισσα. Τελικά όλοι μαζί όδευσαν προς το Στείρι. Προτού φύγουν τρομοκράτησαν τους κατοίκους να μην εγκαταλείψουν το χωριό εάν δεν γυρίσουν πίσω ενώ τους πίεσαν να τους αποκαλύψουν εάν έχουν πληροφορίες για τις θέσεις των ανταρτών.

Παναγιώτης και Μαρία Σφουντούρη. Τα πεντάρφανα. Φωτογραφικό Αρχείο, Μουσείο Μπενάκη

Τελικά η φάλαγγα των επτά αυτοκινήτων (2ος λόχος του 2ου τάγματος του 7ου Συντάγματος της 1ης Μεραρχίας των Ες – Ες με έδρα την Λιβαδειά), μαζί με τις δυνάμεις από την Άμφισσα και με δύο αυτοκίνητα με Γερμανούς στρατιώτες που είχαν μεταμφιεσθεί σε χωρικούς, δέχονται επίθεση στην θέση Καταβόθρα από τις δυνάμεις του ΕΛΑΣ. Η μάχη είναι σύντομη αλλά σφοδρή. Οι Ναζί αναγκάζονται να υποχωρήσουν αφήνοντας στο πεδίο της μάχης 40 νεκρούς και 15 τραυματίες.

Μετά την ταπείνωση οι Γερμανοί έπρεπε να ψάξουν τα αίτια της επίθεσης αλλά και της ήττας τους. Έτσι χρησιμοποίησαν ως εξιλαστήρια θύματα του κατοίκους του Διστόμου, καθώς θεώρησαν πως είχαν ειδοποιήσει τους αντάρτες. Έπρεπε να παρθεί εκδίκηση.

Η ιδέα και η υλοποίηση του σχεδίου ανήκε στον διοικητή των μονάδων και υπολοχαγό Χανς Ζάμπελ, ο οποίος έδωσε εντολή να σφαγιασθούν οι κάτοικοι του Διστόμου και να πυρποληθεί ολόκληρο το χωριό. Το υπόλοιπο της ημέρας ήταν μαρτυρικό για εκατοντάδες Έλληνες.

Το χωριό άδειασε καθώς όλοι οι κάτοικοι κρύφτηκαν στα σπίτια τους. Αυτό δεν εμπόδισε κανέναν από τους κατακτητές. Εισήλθαν με τα όπλα τους στο χωριό και έτρεχαν από το ένα σπίτι στο άλλο, βιάζοντας, χτυπώντας και σφάζοντας όποιον έβρισκαν μπροστά τους. Η ελληνική γη βάφτηκε κόκκινη από το αίμα 218 συνανθρώπων μας οι οποίοι ήταν άμαχοι. Από τους νεκρούς, οι 114 ήταν γυναίκες (έγκυες, ηλικιωμένες και ανήμπορες), οι 104 άνδρες, και μεταξύ αυτών και 50 σχεδόν παιδιά κάτω των 16, έφηβοι αλλά και βρέφη!

Όσοι δεν κατάφεραν να εγκαταλείψουν το Δίστομο από την διάβαση Διάσκελο η οποία ήταν και η μόνη αφύλακτη, είδαν την εκδικητική μανία των Ναζί. Η σφαγή σταμάτησε μονάχα μόλις έπεσε το σκοτάδι και οι Ναζί αποσύρθηκαν στην Λιβαδειά.

Οι μαρτυρίες όσων παιδιών επέζησαν από την καταστροφική αυτή μανία των Ναζί είναι κυριολεκτικά ανατριχιαστικές. Το έγκλημα αυτό έγινε μέσω του βρετανικού δικτύου BBC αμέσως γνωστό σε ολόκληρο τον εμπόλεμο κόσμο, προκαλώντας αγανάκτηση για την συμπεριφορά των Γερμανών. Οι Ναζί ωστόσο δεν απαρνήθηκαν ούτε μία στιγμή το έγκλημα, ίσα-ίσα επέρριψαν τις ευθύνες στα ίδια τα θύματα διότι όπως είπε η Γερμανική Διοίκηση της Αθήνας, οι κάτοικοι του Διστόμου δεν συμμορφώθηκαν με τις στρατιωτικές εντολές.