Η δράση της “17Ν” ταλαιπώρησε για πολλά χρόνια τον λαό μας και την κοινωνία μας.
Η μη εξάρθρωσή της οφειλόταν στην καλή και επαγγελματική της οργάνωση και στον άψογο συντονισμό των μελών της, αφήνοντας ένα κενό, ένα «έλλειμμα» δημοκρατίας για τη χώρα μας.
Κάθε άνθρωπος, παρακολουθώντας αυτή τη δίκη έχει τις δικές του απόψεις και έχει βγάλει τα δικά του συμπεράσματα.
Από διαφορετική όμως σκοπιά παρακολουθεί αυτή τη δίκη ένας ώριμος άνθρωπος ο οποίος έζησε τα γεγονότα και την περίοδο μετά την μεταπολίτευση, όπου ουσιαστικά η οργάνωση ξεκινούσε τη δράση της, στέλνοντας προκηρύξεις στις εφημερίδες για να «αιτιολογήσει» με αυτό τον τρόπο την κάθε ενέργειά της. Κάθε εποχή βέβαια έχει τα δικά της προβλήματα πολιτικά, κοινωνικά και οικονομικά και αυτά στην συνείδηση ενός ώριμου ανθρώπου που έχει παρακολουθήσει την πορεία αυτής της οργάνωσης μέχρι την σύλληψή της, έχουν βαρύνουσα σημασία διότι κάθε επαναστατική οργάνωση πέρα από την εγκληματική της δράση, εκπέμπει στους πολίτες και διάφορα «μηνύματα» γύρω από την ιδεολογική της ταυτότητα, την γνώμη της για την κοινωνία και το πολιτικό σύστημα.
Ο ώριμος άνθρωπος μπορεί πιο εύκολα να σταθμίσει αυτούς τους παράγοντες και να κρίνει αυτή την δίκη με το βλέμμα ενός παρατηρητή όλων αυτών των ιστορικών γεγονότων που επηρέασαν την χώρα μας.
Όμως ένας νέος άνθρωπος, που δεν έχει ζήσει αυτά τα γεγονότα από κοντά, που δεν έχει νιώσει τον παραλογισμό αυτής της οργάνωσης, αδυνατεί να καταλάβει πώς νέοι άνθρωποι έφθασαν στο σημείο να σκοτώνουν, να ληστεύουν, να βάζουν βόμβες αδιαφορώντας για το κοινωνικό σύνολο. Ακόμη και μετά το τέλος της δίκης, πολλές απορίες τους δεν θα έχουν λυθεί διότι στην συνείδησή τους και στην σκέψη τους υπάρχουν ιδανικά και αξίες για μια καλύτερη κοινωνία και όχι η ισοπέδωση και η αμφισβήτηση των πάντων διότι αυτά πρεσβεύουν και αυτά υπηρετούν οι τρομοκρατικές οργανώσεις. Και οι δύο γενιές όμως θα συμφωνήσουν ότι το υπέρτατο αγαθό είναι η ζωή όπως προστατεύεται συνταγματικά και από την ποινική μας νομοθεσία και αυτό έπρεπε να σεβαστούν οι κατηγορούμενοι και όχι να ζητούν συγνώμη στο δικαστήριο από τους συγγενείς των θυμάτων.
Βέβαια κάθε κατηγορούμενος έχει το τεκμήριο της αθωότητος, και το δικαστήριο τηρεί πιστά τους δικονομικούς τύπους, δίνοντας τους το λόγο αρκετές φορές, για να διατυπώσουν τις απόψεις τους άλλοτε επαναστατικές και φανατικές και άλλοτε ασαφείς και χωρίς λογική αλληλουχία.
Σε αυτό το στάδιο της διαδικασίας που είναι η εξέταση των μαρτύρων υπεράσπισης των κατηγορουμένων, κυρίως φωτίζεται η προσωπικότητα και ο χαρακτήρας του καθενός απ’ αυτούς και το δικαστήριο θα έχει την ευκαιρία να βγάλει χρήσιμα συμπεράσματα που αφορούν το «ιστορικό» των κατηγορουμένων, το οικογενειακό περιβάλλον διότι αυτοί που καταθέτουν είναι συγγενείς, φίλοι και παλιοί συνεργάτες τους.
Αυτό που έχει σημασία όμως για το δικαστήριο είναι να αξιολογηθεί σωστά, δίκαια και σύμφωνα με το δικαστικό μας σύστημα κάθε περίπτωση διότι μπορεί αυτή η οργάνωση να είχε αρκετά μέλη είτε αυτά που αποτελούσαν τον στενό της πυρήνα είτε τα περιφερειακά λεγόμενα μέλη, αλλά κάθε κατηγορούμενος αποτελεί ξεχωριστή περίπτωση και κρίνεται διαφορετικά για τις πράξεις και τις παραλείψεις του. Συμπερασματικά αυτή η δίκη πρέπει να μείνει μακριά από πολιτικές παρεμβάσεις και πολιτικές σκοπιμότητες που δεν ταιριάζουν στον νομικό μας πολιτισμό σαν κράτος που σέβεται, τηρεί και εφαρμόζει το δίκαιο.
Δεν είχαμε ποτέ την ευκαιρία να αναλύσουμε το φαινόμενο της τρομοκρατίας τόσο πληρέστερα και με την απόφαση που θα εκδοθεί και που κατά την γνώμη μου θα «εισάγει» νομολογία που ήδη έχει εισαχθεί σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, η χώρα μας θα αποδείξει έμπρακτα ότι και την νομοθεσία ισότιμα εφαρμόζει και την προσωπικότητα, όπως επιτάσσει το Σύνταγμα, του κάθε ανθρώπου σέβεται και προστατεύει όπως επιτάσσει άλλωστε «η αρχή της δίκαιης δίκης» που διέπει την Ποινική Δικονομία αλλά και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.