
Στα καλύτερα επίπεδα τιμών παραγωγού όλων των τελευταίων χρόνων «άνοιξε» φέτος η αγορά του ελαιολάδου κι όπως φαίνεται, οι προοπτικές είναι μάλλον ευχάριστες για τους παραγωγούς, αρκεί όλοι να χειριστούν σωστά το θέμα.
Οι αγρότες χρειάζεται να πουλούν σταδιακά το προϊόν τους, σύμφωνα με τους αρμόδιους παράγοντες της αγοράς και οι οργανώσεις τους να κρατήσουν τις τιμές σε επίπεδα που ικανοποιούν τους παραγωγούς χωρίς να κάνουν το τυποποιημένο ελαιόλαδο προϊόν «πολυτελείας» για τους καταναλωτές.
Συγκεκριμένα, όπως φαίνεται από τα στατιστικά στοιχεία που εμφανίζουν το μέσο όρο των τιμών παραγωγού ελαιολάδου στη χώρα μας κατά τα τελευταία χρόνια, η τιμή παραγωγού με την οποία «ανοίγει» φέτος η ελαιοκομική περίοδος είναι η υψηλότερη. Ξεπερνά ακόμα και το μέσο όρο (συνήθως οι χρονιές κλείνουν σε υψηλότερα επίπεδα από αυτά που ανοίγουν) και των πιο «καλών» παραγωγικών περιόδων. Ενώ δηλαδή η υψηλότερη τιμή που έχει «πιάσει» κατά μέσο όρο το ελαιόλαδο ήταν 1.083,38 δρχ το 1996, φέτος στο Ηράκλειο είναι 1.100 -1.150 δρχ (3,23-3,31 ευρώ) για τους παραγωγούς, επίπεδα τα οποία θεωρούνται ιδιαιτέρως ικανοποιητικά.
Σύμφωνα μάλιστα με τον πρόεδρο της Ελαιουργικής και της Ένωσης Ηρακλείου Μανώλη Γαβαλά, υπάρχουν προοπτικές οι τιμές να διατηρηθούν σε υψηλά επίπεδα για τους παραγωγούς αρκεί, όπως λέει, «να μη χάσουμε τους καταναλωτές».
Προς το παρόν, δεν θα αυξηθούν οι εισαγωγές ελαιολάδου στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τρίτες χώρες. Στη συνεδρίαση της η διαχειριστική επιτροπή λιπαρών ουσιών της Ευρωπαϊκής κατά την προηγούμενη εβδομάδα δεν αποφάσισε να γίνουν εισαγωγές λόγω πιθανής «αποκλιμάκωσης των τιμών». Θα συζητήσει ξανά το θέμα των εισαγωγών σε επόμενη συνεδρίαση της τον Ιανουάριο.
Όπως φαίνεται όμως και από τα στατιστικά στοιχεία του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης η αγορά του ελαιολάδου είναι εξαιρετικά ευαίσθητη και η διακύμανση των τιμών εμφανής, από τη μία χρονιά στην άλλη. Κι όλοι σίγουρα θυμούνται το «κραχ» των τιμών το διάστημα 1991-1992, όταν μειώθηκαν από 851 σε 575 δρχ μέσα σε λίγους μήνες. Οι τιμές αυξήθηκαν ξανά μόνο μετά το 1999 για να φθάσουν τις 700-750 δρχ, και να μειωθούν ξανά στη συνέχεια. Πέρυσι και φέτος παρατηρείται αύξηση των τιμών, όχι τόσο λόγω της βελτίωσης της εμπορίας τυποποιημένου ελαιολάδου από τη χώρα μας, όσο δυστυχώς, των ζημιών σε ελαιόδεντρα της Ισπανίας.
«Δεν νομίζω ότι πρέπει να υπάρχει τώρα ενδοιασμός να προσφέρουν λάδι οι παραγωγοί. Οι τιμές είναι πολύ καλές, ικανοποιητικές θα έλεγα και οι παραγωγοί χρειάζεται σταδιακά να πουλούν το προϊόν τους, επισημαίνει μιλώντας στην «Π» ο κ. Γαβαλάς και προσθέτει ότι η σταθερή ροή ελαιολάδου στην τυποποίηση δεν θα δημιουργήσει ανωμαλίες στην αγορά».
Θα παραλαμβάνει λάδι η Ελαιουργική Α.Ε.
Το φιλόδοξο στόχο να ξεκινήσει από φέτος η λειτουργία της ανωνύμου εταιρείας Ελαιουργική Α.Ε. έχουν η ΠΑΣΕΓΕΣ και η συνεταιριστική Ελαιουργική, σύμφωνα με τον κ. Γαβαλά.
Στις 10 Δεκεμβρίου η εταιρεία ICAP θα παραδώσει στη συνεταιριστική τις μελέτες που αφορούν στην αξία των εμπορικών σημάτων και τη βιωσιμότητα της εταιρείας. Στη συνέχεια, κατά τον κ. Γαβαλά, μέσα στο δεύτερο δεκαήμερο του Δεκεμβρίου θα συγκληθεί η γενική συνέλευση των αντιπροσώπων της συνεταιριστικής Ελαιουργικής, για να εγκρίνει τη «μεταφορά» των εμπορικών δραστηριοτήτων στην Ανώνυμη. Παράλληλα, θα γίνει μείωση προσωπικού της συνεταιριστικής Ελαιουργικής, καθώς δεν θα χειρίζεται πια την επιδότηση του ελαιολάδου λόγω της εφαρμογής της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Σύμφωνα με τον κ. Γαβαλά, η ανώνυμη εταιρεία Ελαιουργική στην οποία θα μετέχουν η ΠΑΣΕΓΕΣ και Ενώσεις Αγροτικών Συνεταιρισμών με πρόεδρο τον κ. Τζανέτο Καραμίχα (πρόεδρο της ΠΑΣΕΓΕΣ), θα αρχίσει φέτος το εμπόριο τυποποιημένου ελαιολάδου, αξιοποιώντας τις εγκαταστάσεις της Ελευσίνας οι οποίες θα «φρεσκαριστούν».
Να σημειωθεί ότι ο κ. Γαβαλάς επαναφέρει μιλώντας στην «Π» την πρόταση του προς τις Ενώσεις του νομού μας, για από κοινού τυποποίηση και εμπορία ελαιολάδου, με την αξιοποίηση της νέας μονάδας στη βιομηχανική περιοχή.

