Του Γεωργίου Εμμ. Αυγουστινάκη*

Σας λέει τίποτα; Διαβάστε τον παρακάτω κείμενο από διάλογο μεταξύ του τυράννου των Συρακουσών Ιέρωνα (478-466 π.Χ.) και του ποιητή Σιμωνίδη από την Κέα, ο οποίος είχε ζήσει τα τελευταία του χρόνια στην αυλή του τυράννου.Στον παρακάτω απόσπασμα σε μετάφραση ο Ιέρων περιγράφει την κατάσταση του τυράννου, ο οποίος, ενώ γνωρίζει τους γενναίους, τους σοφούς και τους δίκαιους ανθρώπους, αναγκάζεται από φόβο να τους παραμερίσει, να τους εξοντώσει, αφού αυτοί τάσσονται υπέρ της ελευθερίας.

Στο διάλογο, που γίνεται ανάμεσα στον τύραννο και τον ποιητή, ο πρώτος αναφέρει τους λόγους για τους οποίους αποκλείει και δε χρησιμοποιεί τους γενναίους, τους σοφούς και τους δίκαιους, ενώ αντίθετα προτιμά να χρησιμοποιεί τους άδικους, τους έκλυτους και τους δουλοπρεπείς, εξηγώντας συγχρόνως και τους λόγους αυτής της προτίμησης.

Καταλήγοντας στον διάλογο λέγει πως ο τύραννος δε χαίρεται ούτε όταν έρχονται καλές χρονιές για τις σοδειές, γιατί πιστεύει, πως «όσο πιο φτωχοί είναι οι άνθρωποι τόσο πιο υποταγμένοι είναι, ώστε να τους χρησιμοποιεί».

Διαβάζοντας όλα αυτά πολλές σκέψεις περνούν από το μυαλό μου… Παραλληλίζω με την κατάσταση που έφτασε η χώρα μας τα τελευταία χρόνια και λέω μήπως;

Στους στίχους του παρακάτω ποιήματός μου υπάρχουν κάποιες σχετικές σκέψεις:

Ποια αξιοπρέπεια;

Ο «κόφτης» πέφτει αλύπητα και θα μας

ε-τρελάνει,

στη φτώχια, στην ανέχεια, σιγά σιγά μας βάνει.

Παλιά διεκδικούσαμε

στα «ρετιρέ» να βγούμε,

μα τώρα στα «υπόγεια» όλοι θα στριμωχτούμε.

Υπάρχουνε συνάνθρωποι, που και το ΕΥΡΩ τους λείπει,

έτσι που τους κατάντησαν σου προξενούνε λύπη.

Πριν λίγα χρόνια οι άνθρωποι ζούσαν

απ’ τη δουλειά τους,

ευχάριστα περνούσανε μαζί με τα παιδιά τους.

Τώρα πολλοί και στις

ουρές στήθηκαν συσσιτίων,

πεσμένη αξιοπρέπεια

των άλλοτε κυρίων.

Γιατί η αξιοπρέπεια είναι λαμπρό στολίδι,

μα υπάρχει κόσμος, δυστυχώς, που έχει χάσει ήδη.

Μα πώς γι’ αξιοπρέπεια κανένας να μιλήσει,

χιλιάδες κόσμο για φαΐ

σ’ ουρές αν συναντήσει;

Τέτοια κατάντια έφεραν τρόικες και μνημόνια,

ο δυστυχής ο Έλληνας

να ζει στην καταφρόνια.

Να λειτουργεί σαν το

ραγιά, να κάνει τεμενάδες,

έτσι μας καταντήσανε,

να έχουμ’ αφεντάδες.

Ποτέ δεν είχε ο Έλληνας όνειρο στη ζωή του,

να πάρει κάρτα σίτισης αυτός για πόρεψή του!

Ελεύθερος, περήφανος, άνθρωπος δε λογάται,

όταν για την κατάντια

του καθένας τον λυπάται!

Σκέψη περνά

απ’ το μυαλό, μήπως

έτσι τον θέλουν

κάποιοι στο περιθώριο

σίγουρα να τον φέρουν!

Μια αρρωστημένη απάθεια να τόνε κυριεύει,

για μια ζωή καλύτερη

να πάψει να παλεύει!

Χέρι ν’ απλώνει, να ζητά την ελεημοσύνη,

πώς ημπορεί να τη δεχτεί τέτοια δικαιοσύνη;

Να μην τολμά να σηκωθεί,

για να διεκδικήσει

μία ζωή καλύτερη πάλι

κι αυτός να ζήσει!



* Ο Γεώργιος Εμμ. Αυγουστινάκης είναι συνταξιούχος δάσκαλος