Του π. Ηλία Βολονάκη

Η Κυριακή 15 Μαΐου 1966 υπήρξε ημέρα ιστορική για την Εκκλησία της Κρήτης, ημέρα θρησκευτικής έξαρσης και πνευματικού μεγαλείου. Κέντρο των εκδηλώσεων ήταν ο ιερός Ναός του Πρωτοθρόνου της Κρήτης Αγίου Αποστόλου Τίτου. Μετά την απόλυση του Όρθρου, ώρα 8:45 π.μ. έγινε η εκκίνηση μεγαλειώδους πομπής με τη συμμετοχή όλων των αρχιερέων της νήσου και εκατοντάδων ιερέων , Ηγουμένων των Ιερών Μονών και ιερομονάχων με ομοιόμορφες στολές. Την ιερά πομπή κατέκλειεν ο Μητροπολίτης Κρήτης κυρός Ευγένιος.

Ώρα 9 π.μ εις την πλατεία του Λιμεναρχείου επί εξέδρας με επιβλητική τελετή, έγινε η παράδοση της Τίμιας Κάρας του πρώτου επισκόπου Κρήτης Αγίου Αποστόλου Τίτου, υπό του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου της Εκκλησίας Βενετίας Olivotti εις τον αείμνηστο Μητροπολίτη Κρήτης κ. Ευγένιο. Οι στιγμές ήσαν συγκινητικές, οι κώδωνες των Εκκλησιών των Ναών της πόλεως έκρουαν χαρμόσυνα. Το πολεμικό πλοίο «Δόξα» με το οποίο έγινε η μεταφορά της Τιμίας Κάρας και τα αγκυροβολημένα πλοία εις το λιμένα του Ηρακλείου υπεδέχοντο με το δικό τους τρόπο το γεγονός. Παρόντες ήσαν αρχιερείς, εκπρόσωποι της Εκκλησίας της Ελλάδος, εκπρόσωποι της Ελληνικής Πολιτείας, μοναχοί και μοναχές των Ιερών Μονών της νήσου και πλέον των εκατό χιλιάδων πιστοί. Επίσης παρόντες ήσαν ο άρχοντες της Νήσου, οι βουλευτές Κρήτης, εκπρόσωποι της Ακαδημίας Αθηνών και των Πανεπιστημίων Αθηνών και Θεσσαλονίκης, Ανώτεροι αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων της χώρας και οι αντιπρόσωποι των ανωτέρων πολιτικών και δικαστικών αρχών. Στην τελετή παρευρίσκοντο και ο Αρχιεπίσκοπος Καθολικών Σύρου και Θήρας και Αποστολικός Διαχειριστής Κρήτης, όπως και πολλοί Ρωμαιοκαθολικοί κληρικοί.

Τιμές απέδωσαν η μουσική της 5ης Μεραρχίας Κρήτης, η μουσική του Δήμου Ηρακλείου, άγημα ναυτών και ένοπλο τμήμα του Ελληνικού Στρατού.

Της αποδόσεως της Τιμίας Κάρας προηγήθη δέηση υπέρ του οικουμενικού Πατριάρχου κ. Αθηναγόρου, υπέρ ευσταθείας των αγίων Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως. Ακολούθησε εμπνευσμένη προσφώνηση υπό του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Olivotti. Ο καθολικός Επίσκοπος μεταξύ των άλλων είπε: «Δεν θα λησμονήσω ποτέ αυτάς τας στιγμάς της θριαμβευτικής επιστροφής της Τιμίας Κάρας του Αγίου Τίτου, αγαπητού μαθητού του Αγίου Αποστόλου Παύλου και Πρώτου Επισκόπου της Κρήτης. Ευρισκόμενος μετά του Παύλου εις την Ρώμην, εστάλη υπ’ αυτού εις Κρήτην, ως άγγελος ειρήνης και αγάπης. Φρονώ ότι τούτο επαναλαμβάνεται και σήμερον. Ο Απ. Τίτος μετά είκοσι αιώνας επανέρχεται εις Κρήτην, ως παράγων ειρήνης και αγάπης».Και συνεχίζει: «Επαναλαμβάνω τα λόγια του διδασκάλου του Απ. Παύλου επεφάνη η χάρις του Θεού η σωτήριος πάσιν ανθρώποις". Είθε αυτή η εκδήλωσις να εύρη τας Εκκλησίας της Ανατολής και της Δύσεως ηνωμένας εις την πίστιν και την αγάπην, εις την προσπάθειαν πραγματοποιήσεως της βαθείας επιθυμίας του Χριστού, 'ίνα εν ώσιν' ».

Παραλαμβάνοντας την Τιμία Κάρα ο Σεβ. Μητροπολίτης Κρήτης κ. Ευγένιος είπε μεταξύ των άλλων:

«Κατά την εύσημον ταύτην στιγμήν επιθυμούμεν να προσφέρωμεν βαθείαν ευχαριστίαν προς τον ένα Κύριον και Θεόν, τον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα, εξ ου πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον. Ναι, αληθώς ο Κύριος εποίησεν ημιν την ημέραν ταύτην την κλητήν και αγίαν, ίνα αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή. Άυτώ λοιπόν εν πρώτοις η προσφορά της ευχαριστίας ημών, η τιμή, η προσκύνησις και η δόξα.

Έπειτα, τη σεβασμία Εκκλησία της Ρώμης και τω σεπτώ Προκαθημένω Αυτής τω Μακαριωτάτω και αγιοτάτω Πάπα Ρώμης Παύλω τω στ’ φιλαδέλφως, τη επινεύσει του οποίου αποδίδεται τη ημέρα ταύτη η Τιμία Κάρα του Αγίου Τίτου τη Αποστολική Εκκλησία Κρήτης, ην πρώτος εποίμανε και κατηύγασε τη αίγλη των λόγων και των έργων Του και ηγίασε δια της θείας Χάριτος του Θεού, ήτις «επεφάνη σωτήριος πάσιν ανθρώποις».

Ένθερμον ευχαριστίαν επιθυμούμεν να προσφέρωμεν «ώσπερ ευγνώμονες» τη γεραρά Εκκλησία Βενετίας και τω Κυριάρχω επισκοπώ Αυτής τω Σεβ. Καρδιναλίω κ. Ουρμπάνι, Πατριάρχη Βενετίας. Η Εκκλησία Βενετίας κατέχει την ιδιαιτέραν τιμήν και το προνόμιον της διαφυλάξεως της Τιμίας Κάρας του Αγίου Τίτου επί τρείς αιώνας από του έτους 1669, ότε από της πόλεως ταύτης και ιεράς Καθέδρας της Αποστολικής Εκκλησίας Κρήτης από της δευτέρας Βυζαντινής περιόδου της Κρήτης μετεφέρθη εκεί και διεφυλάχθη ευσεβώς εν τω πανσέπτω Ναώ του αγίου Ευαγγελιστού Μάρκου και ετιμήθη ευλαβώς και πρεπόντως».

Ακολούθως η Τιμία Κάρα βασταζομένη υπο του αειμνήστου Πρώτου Αρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Ευγενίου μετεφέρθη εν πομπή δια της πλατείας του Αιμένος και της οδού 25ης Αυγούστου εις τον ιερό Ναό του Αγίου Τίτου και εναπετέθη επί ξυλογλύπτου κουβουκλίου, το οποίο είχε τοποθετηθεί επί των βαθμιδών του Επισκοπικού Θρόνου.

Εις την είσοδο της οδού 25ης Αυγούστου, η οποία ήταν στρωμένη με μυρσίνες και δάφνες, είχε στηθεί υπό του Δήμου Ηρακλείου μεγάλη επιγραφή σε βυζαντινή μεγαλογράμματη γραφή «Τίτω τω πρώτω Επισκοπώ προστάτη και Πάτρωνι Κρήτης, ώσπερ παίδες ευγνώμονες». Καθ’ όλη τη διάρκεια της πομπής από την παραλία μέχρι του Ναού του Αγίου Τίτου, τα πλήθη των πτιστών, κλίνοντα ευλαβώς τας κεφαλάς αυτών προ της διερχομένης Τιμίας Κάρας, προσηύχοντο με κατάνυξη, κάνοντας κατ' επανάληψη το σημείο του Σταυρού. Μαθήτριες των Σχολείων, που ευρίσκοντο εκατέρωθεν της οδού, έραιναν με ροδοπέταλα το ιερό λείψανο. Το ίδιο έγινε και από τους εξώστες και τις στέγες των οικιών. Επίσης νεάνιδες έφεραν στα χέρια τους θυμιατήρια, στα οποία έκαιγαν ευώδες θυμίαμα.

Εις τον ιερό Ναό οι αντιπροσωπίες της Εκκλησίας της Βενετίας και της αυτοκεφάλου Εκκλησίας της Ελλάδος έλαβαν θέση εκατέρωθεν, όπου ήσαν οι χοροί των ιεροψαλτών. Οι εκεί επίσημοι κατέλαβαν τις θέσεις που τους είχαν ορισθεί στον κυρίως Ναό, ο αντιπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριάρχου, Σεβ. Μητροπολίτης Αυστρίας κ. Χρυσόστομος εις το παραθρόνιο και η βυζαντινή χορωδία του ναού υπο τη διεύθυνση του αειμνήστου Δημητρίου Μαγούρη εις τον γυναικωνίτη. Ο Αγιος Τίτος, ο πρώτος Επίσκοπος Κρήτης στον Αρχιερατικό του θρόνο.

Εις το σημείο αυτό καλό είναι να επαναλάβουμε τους λόγους του αείμνηστου Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Χρυσοστόμου, όταν ο αθηναϊκός λαός ανέπεμπε αίνους και δοξολογίες εις το Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών προ του σεπτού λειψάνου του Αγίου Τίτου.

«Δεύρο Απόστολε άγιε, στήθι μεθ' ημών, επισφραγίζων τον ύμνον και προεξάρχων της πανηγύρεως».

Εψάλη η μεγάλη Δοξολογία, μετά την οποία ετελέσθη με κάθε λαμπρότητα και τάξη πανηγυρική αρχιερατική συλλειτουργία, προεξάρχοντος του αειμνήστου Αρχιερέως κ. Ευγενίου. Αναγνώστηκε η ευαγγελική περικοπή της Κυριακής των Αγίων Πατέρων της 1ης εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου ,και ακολούθησε ομιλία υπό του προεξάρχοντος αρχιερέως, ο οποίος μεταξύ των άλλων είπε:

«Αγία και κλητή η παρούσα ημέρα, λαμπρά και χαρμόσυνος , κινούσα ημάς ευλαβώς εις δόξαν και ευχαριστίαν, εις τιμήν και εις προσκύνησιν του ενός Θεού, του αποκαλυφθέντος υπό του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, κατευθύνοντος και διευθύνοντος την ιστορίαν. Ναι, το πιστεύω και το ομολογώ, πάλιν ο Θεός ήγαγεν ημάς εις τον σταθμόν τούτον της ιστορίας, τον μοναδικόν εις την ιστορίαν της Εκκλησίας Κρήτης, κατά τον οποίον η σεβασμία Εκκλησία Βενετίας απέδωκε φιλαδέλφως εις την Εκκλησίαν Κρήτης το τίμιον λείψανον της Κάρας του πρώτου Επισκόπου αυτής, ήτις και παρέλαβε μετά θερμών εκδηλώσεων φιλαδελφίας, ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας τον πολύτιμον τούτον πνευματικόν θησαυρόν, το δοκιμώτερον υπέρ χρυσίον και τιμιώτερον λίθων πολυτελών.

Έπειτα ο ίδιος ανεφέρθη εις την εγκατάσταση του Αγίου Τίτου ως πρώτου Επισκόπου Κρήτης το 66 μ. X και εις την προτροπήν του Αγ. Αποστόλου Παύλου:

«Τούτου χάριν κατέλιπόν σε εν Κρήτη, ίνα τα λείποντα επιδιορθώση και καταστήσης κατά πόλιν πρεσβυτέρους» ( Προς Τιτ. 1,5). Ανέφερε στη συνέχεια τους χαρακτηρισμούς του Αγίου Ανδρέου Αρχ. Κρήτης προς τον Άγιον Τίτον: «Ο Άγιος Ανδρέας, ο Αρχιεπίσκοπος Κρήτης, ο Ιεροσολυμίτης (712-740) εις εγκώμιον του εις τον Άγιον Τίτον, επί τη μνήμη αυτού, εκφράζων την αϊδιον τιμήν και ευλάβειαν των Κρητών Χριστιανών προς τον πρώτον Επίσκοπόν των, κηρύττει: "Τίτος του σκεύους της εκλογής ο συνέκδημος, η ακρότομος έδρα και πέτρα της πίστεως, το θεόκτιστον των Κρητών Εκκλησίας προπύργιον, ο της δυό καιδεκάδος των τήδε καθέδρας αρχίθρονος, ο φαιδρός του εκκλησιαστικού στερεώματος ήλιος, των οικείων τέκνων ο πρόμαχος, ο πυρσός της ευσεβείας, η στήλη των αρετών, η εύλαλος των δογμάτων λύρα, ο πάτρης προστάτης”».

Και καταλήγει:

«Ας μεταστραφή λύπη ημών εις χαράν και εις αδιάλειπτον προσευχή εις τον Θεόν, την Υπεραγίαν Θεοτόκον, τον Άγιον Τίτον και πάντας τους Αγίους υπέρ της επιστροφής εις Χριστόν της μακράν Αυτού ζώσης ανθρωπότητος και υπέρ της των πάντων ενώσεως. Αλλά και εις χρέος, ίνα δια του αγιασμού και της εν Χριστώ τελειώσεως ημών, συμβάλωμεν εις την επανένωσιν των εν όλω τω κόσμω Χριστιανών. Διότι, η αγιότης των επί μέρους σημαίνει αγιασμόν και του όλου και προωθεί εις την ενότητα. Η αγία δε ολότης αποτελεί την ασφαλεστέραν ενότητα».