Του Γιάννη Παπαδάκη*

Δανείζομαι μέρος του τίτλου από τον Ηράκλειτο για να περιγράψω μια στρατηγική προσέγγιση την οποία η Ελλάδα και μόνο έχει την δυνατότητα να αναπτύξει. Σε προηγούμενο άρθρο έγραψα για την ανάγκη της προοπτικής διαφοροποίησης σκέψης και πράξης, τα οφέλη που προκύπτουν από αυτήν σε ένα παγκοσμιοποιημένο, ισχυρά ανταγωνιστικό περιβάλλον, αλλά και για το τρίπτυχο ελευθερία-τόλμη-μέτρο με το οποίο οικοδομείται ο ελληνικός τρόπος σκέψης.

Θα αναγκαστώ να κάνω εξ αρχής ορισμένες τολμηρές υποθέσεις εργασίας, δοκιμάζοντας τα όρια επιείκειας του αναγνώστη.

Ας υποθέσουμε ότι, σε μερικά χρόνια, η Ελλάδα είναι μια οικονομικά και πολιτικά εύρωστη χώρα, ένα αναπόσπαστο και ζωντανό τμήμα-μέλος της ενωμένης Ευρώπης. Οι πολίτες είναι ικανοποιημένοι, το φορολογικό σύστημα έχει εξορθολογιστεί, οι φόροι εισπράττονται, το κράτος λειτουργεί παραγωγικά και αποτελεσματικά, η διαδικασία απονομής Δικαιοσύνης έχει βελτιωθεί και επιταχυνθεί, με τα κομματικά φέουδα και τις πελατειακές σχέσεις που τα εξέθρεψαν να έχουν εκλείψει. Ο τουρισμός και οι υπηρεσίες λειτουργούν υποδειγματικά, υπάρχει αποφασιστικότητα και συναίνεση για μεγάλα αναπτυξιακά έργα και όρεξη για ακόμα μεγαλύτερα σχέδια εθνικής πνοής, η εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, των γεωπολιτικών και άλλων στρατηγικών πλεονεκτημάτων της χώρας γίνεται με αποτελεσματικότητα και με τρόπο που υπηρετεί το κοινωνικό συμφέρον, με σημαντικό μέρος των εσόδων να διατίθενται στην Παιδεία και στην ασφάλιση των κοινωνικά ασθενέστερων. Κοντολογίς, η Ελλάδα αποτελεί το νέο «success story» της Ευρώπης.

Οι υποθέσεις μας είναι τολμηρές ακριβώς διότι δε σταματούν εδώ: ας υποθέσουμε ότι τα παραπάνω, αν και αξιέπαινα, θεωρούνται ανεπαρκή, διότι ταυτόχρονα με την υψηλή εθνική υπερηφάνεια και την μεγάλη οικονομική ευμάρεια, υπάρχει μια διάχυτη πεποίθηση ότι η Ελλάδα οφείλει και μπορεί να διαφοροποιηθεί πιο ουσιαστικά στην παγκόσμια αρένα και για να το επιτύχει αυτό πρέπει να στοχεύσει μακροπρόθεσμα σε κάτι μοναδικό και ιδιαίτερο.

Άραγε, τι θα μπορούσε να είναι αυτό το «μοναδικό και ιδιαίτερο»;

Αναζητούμε μια υποθετική «ιδιάζουσα υπέρβαση» που να επιτρέπει τη σύνθεση ενός τρόπου, μιας στρατηγικής, για την οποία η Ελλάδα είναι μοναδικά εφοδιασμένη να εκτελέσει σε συνδυασμό με επιτυχίες στα πεδία της αποτελεσματικότητας, της παραγωγικότητας και της αποδοτικής διαχείρισης. Θα αποπειραθούμε να περιγράψουμε τα βασικά στοιχεία που συνθέτουν τη στρατηγική αυτή, τον τρόπο σύνδεσής τους και –το σημαντικότερο– ποια ακριβώς ανάγκη του σύγχρονου ανθρώπου καλύπτουν.

Αν αναρωτηθούμε ποια στοιχεία αποτελούν την αιχμή στο μακροπρόθεσμο αναπτυξιακό «δόρυ» της Ελλάδας, πέρα από όσα αναφέραμε παραπάνω (για τα οποία κάναμε και τις σχετικές υποθέσεις εργασίας), θα δούμε ότι άπτονται τριών σταθερών: της Γλώσσας, του Πολιτισμού και της Ιστορίας της.

Ο Δυτικός τρόπος σκέψης και δράσης προσδίδει αυξανόμενη έμφαση στη βραχυπρόθεσμη ορθολογιστική αποτελεσματικότητα και σε τρόπους διαχείρισης με ελαχιστοποιημένο ρίσκο τα οποία οδηγούν αναπόφευκτα (δηλαδή με μαθηματική λογική) σε βαθύτερες τεκτονικές αστάθειες, οι οποίες διαφαίνονται ήδη, δημιουργώντας σοβαρά προβλήματα και ερωτηματικά στον απλό πολίτη. Αρκεί να αναλογιστούμε την επίπτωση στο περιβάλλον, την έκρηξη του καταναλωτισμού, την διαμεσολάβηση όλο και περισσότερων συστημάτων μεταξύ των ανθρώπινων σχέσεων, την έλλειψη αμοιβαίας εμπιστοσύνης και κοινωνικής συνοχής.

Αν το μοντέλο αυτό συνεχίσει να θεωρείται επιτυχές, η πορεία του θα επεκταθεί και θα επιταχυνθεί ακόμα περισσότερο στο μέλλον. Θα δομείται έτσι ώστε να δημιουργεί το μέγιστο αριθμό ικανοποιημένων χρηστών-καταναλωτών και θα διέπεται από εκείνες τις συνθήκες παραγωγής και παραγωγικότητας οι οποίες υποστηρίζουν όσο πιο αποτελεσματικά γίνεται τις συγκεκριμένες επιλογές και απαιτήσεις.

Στο κυνήγι αύξησης της αποτελεσματικότητας συχνά παρεμβάλλονται ατομικές ελευθερίες οδηγώντας σε συγκρούσεις συμφερόντων, οι οποίες στην πλειοψηφία τους ρυθμίζονται με νέους νόμους και διατάξεις. Ο τρόπος με τον οποίο μια κοινωνία υιοθετεί και νομοθετεί το καινούργιο είναι ένα κάτοπτρο του μέλλοντός της. Ναι μεν μπορούμε να πάμε όπου θέλουμε αλλά οι κάμερες μας παρακολουθούν, μπορούμε να στείλουμε ηλεκτρονικά μηνύματα στην άλλη άκρη της γης αλλά τα διαμεσολαβητικά συστήματα θα τα αναλύσουν, μπορούμε να αγοράσουμε ηλεκτρονικά οτιδήποτε από οποιονδήποτε αλλά μόνο αφού δώσουμε αναλυτικά τα στοιχεία μας. Ο καθένας από εμάς, σε καθημερινή βάση πια, καλείται να αποδείξει ότι είναι ο εαυτός του και όχι κάποιος άλλος. Παλιότερα κάτι ανάλογο θα ακουγόταν ταυτολογικό και παράδοξο. Όμως αν δεν πεισθούν τα συστήματα, δεν μπορούμε να επιβιβαστούμε σε ένα αεροπλάνο ή να πάρουμε χρήματα από κάποια τράπεζα.

Είχαμε γράψει σε προηγούμενο άρθρο ότι το τρίπτυχο ελευθερία-τόλμη-μέτρο, το οποίο αποτελεί τον πυρήνα της ελληνότροπης σκέψης, έχει μια ιδιαίτερη γεωμετρική ιδιότητα: είναι το ελάχιστο με το οποίο μπορούμε να χτίσουμε νόημα που επιτρέπει ένα σημαντικότατο εύρος ανθρωποκεντρικών υπερβάσεων. Μιλάμε δηλαδή για ένα μίνιμουμ συνθηκών παραγωγής νοήματος, ένα «κβάντουμ» (quantum) που λέμε στη Φυσική. Η θεμελιώδης φράση του Σωκράτη «ἓν οἶδα ὅτι οὐδὲν οἶδα» αντιστοιχεί σε ένα κβάντουμ βεβαιότητας μιας και δε μπορεί κανείς να γνωρίζει κάτι «λιγότερο» από αυτό, αφού ακόμα κι αν πούμε «δεν γνωρίζω κάτι» αυτό υποδηλώνει βεβαιότητα για την άγνοιά μας, άρα για μια συγκεκριμένη γνώση. Το μεγαλοφυές στη φράση του Σωκράτη έγκειται στο ότι υποδηλώνει μεν σιγουριά αλλά για την αδυναμία να γνωρίζει κάποιος κάτι. Σε μελλοντικό άρθρο θα αναφερθούμε πιο εκτενώς σε αυτή την προσέγγιση των «ελαχίστων» και τη βαθύτερη σημασία της. Ας κρατήσουμε όμως την βασική ιδέα εδώ για να δούμε πώς συνδέεται με το θέμα μας.

Πρέπει να αναρωτηθούμε αν η θεμελίωση μιας ισορροπημένης κοινωνίας μπορεί να γίνει μειώνοντας συνεχώς την ελάχιστη δυνατή εμπιστοσύνη, αλήθεια ή τη σχέση που μπορεί να οικοδομηθεί μεταξύ ανθρώπων, συμπληρώνοντας ταυτόχρονα το έλλειμμα με χρήση διαμεσολαβητικών συστημάτων. Η βαθύτερη αυτή τάση, η μετατόπιση δηλαδή από το αδιάσπαστο αρχικό ανθρωπικό «ένα» στο ολοένα και πιο κατατεμαχισμένο, διαμεσολαβημένο παρόν είναι αναμενόμενη σε κάθε εξορθολογισμένο περιβάλλον αυξανόμενης αποτελεσματικότητας και απόδοσης. Έχει να κάνει με φυσικούς νόμους (εντροπία) αλλά και μαθηματικούς κανόνες που κυβερνούν όλα τα λογικά συστήματα (βελτιστοποίηση). Η μεν εντροπία εξασφαλίζει ότι δεν υπάρχει πισωγύρισμα στο χρόνο ενώ ο συνεχής κατατεμαχισμός (fragmentation) επιτρέπει βελτιωμένους συνδυασμούς απόδοσης από ότι στο αρχικό (ενοποιημένο) σύστημα, αρκεί να μπορούμε να διαχειριστούμε επιτυχώς τα μεγαλύτερα ποσοστά «θορύβου» (ανεπιθύμητων παρενεργειών) που η αυξημένη πολυπλοκότητα αναπόφευκτα φέρνει. Όσοι από μας διαχειρίζονται σε καθημερινή βάση μια πληθώρα λογαριασμών email, τηλεφώνου ή μυνημάτων φωνής, video και κειμένου και άλλων εργαλείων παραγωγικότητας έχουν εμπειρία του «θορύβου» και των προκλήσεων διαχείρισής του για τις οποίες κάνουμε λόγο. Είμαστε τάξεις μεγέθους πιο παραγωγικοί σήμερα από ότι χτες και λύνουμε πολλά προβλήματα άμεσα, αλλά το κόστος και η πολυπλοκότητα του αυξανόμενου κατατεμαχισμού δεν είναι αμελητέα. Με δεδομένες τις νέες τεχνολογίες που αναπτύσσονται σήμερα στα εργαστήρια, σε πέντε χρόνια τα σημερινά συστήματα θα μας φαίνονται απλοϊκά, σχεδόν «αθώα» στην σύλληψη και τη λειτουργία τους. Αξίζει τον κόπο σε αυτό το σημείο να προβληματιστεί ο αναγνώστης, με βάση τις προσωπικές του εμπειρίες, για την πορεία προς έναν αυξανόμενο αλλά και επιταχυνόμενο κατακερματισμό του ανθρώπου.

Αν και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με βεβαιότητα το μέλλον, μπορεί να στηριχθεί στη διαπίστωση ότι αυτή η πορεία θα συνεχιστεί, δοκιμάζοντας όλο και περισσότερο τις αντοχές αλλά και τις ανοχές του μελλοντικού ανθρώπου. Το «ανθρωπικό λάστιχο» γίνεται με τέτοιο τρόπο αντιληπτό ώστε να τεντώνεται συνεχώς. Ο ήδη συμπιεσμένος χρόνος του σύγχρονου άνθρωπου θα συμπιέζεται ολοένα περισσότερο και η πολυπλοκότητα της καθημερινής του ζωής θα αυξάνεται ραγδαία. Μπορεί να θεωρούμε σήμερα ότι έχουμε κατακτήσει την μέγιστη δυνατή ατομική ελευθερία αλλά αλληλεξαρτόμαστε με τρόπους που αυξάνονται και βαθαίνουν συνέχεια, αλλάζοντας τις παραμέτρους της καθημερινότητάς μας.

Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθούμε ότι αν αξιολογήσουμε τον άνθρωπο με αυστηρά κριτήρια ορθολογικής αποτελεσματικότητας και βέλτιστης απόδοσης, η σχετική αξία του απέναντι στα συστήματα μειώνεται δραματικά. Με ποια λογική λοιπόν οικοδομούμε κοινωνίες με αξιακά συστήματα τα οποία ευνοούν όλο και περισσότερο αυτοματοποιημένες λύσεις ενώ ταυτόχρονα πιστεύουμε ότι σε αυτές οι άνθρωποι θα μπορούν να αντλούν ικανοποιητικό νόημα ζωής; Αν αυτή η ερώτηση-πρόκληση εκληφθεί ως δυνατότητα και προοπτική εθνικής στρατηγικής θα φέρει σημαντικά αποτελέσματα, όχι μόνο για την Ελλάδα.

Με δεδομένες τις ισχυρές ενδείξεις τάσεων που ενέχουν κινδύνους ανισορροπίας, γεννιέται η πρόκληση: να βρεθεί ένας μηχανισμός που να λειτουργεί εξισορροπητικά. Σε αυτό ακριβώς το σημείο έγκειται ο ιδιότυπος ρόλος της Ελλάδας, η δική της μοναδική ευκαιρία και δυνατότητα για μια υπέρβαση με διαρκή παγκόσμια εμβέλεια και αξία.

Για να συμβεί όμως αυτό χρειάζεται στενή συνεργασία και σημαντική διεύρυνση τριών βασικών υπουργικών-πολιτικών τομέων:

Εξωτερικών, Τουρισμού και Παιδείας. Η προτεινόμενη στρατηγική μπορεί να οικοδομηθεί με βάση αυτούς τους τρείς τομείς, διευρυμένους κατάλληλα, ώστε να αποτελέσει μια λύση που με μοναδικό τρόπο αναπληρώνει και εξισορροπεί την πίεση (και τους κινδύνους από αυτήν) του αδυσώπητου κατατεμαχισμού που ασκείται στο σύγχρονο άνθρωπο.

Με μια δυναμικά εξωστρεφή και σωστά δομημένη στρατηγική στηριγμένη στην ελληνική γλώσσα, την ελληνική ιστορία και πολιτισμό, στο εξωτερικό αλλά και στο εσωτερικό, συνδυασμένη με μια αποτελεσματική στρατηγική Παιδείας που να βρίσκει ζωντανή απήχηση στον τόπο του σύγχρονου ανθρώπου, Έλληνα και μη, η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει και πάλι το φυσικό τόπο και τρόπο του Ανθρωποκεντρισμού, να βρει δηλαδή τον αληθινό της εαυτό. Η Ελλάδα ανάγεται από έναν δημοφιλή τουριστικό προορισμό σε πανανθρώπινη ανάγκη. Από «πακεταρισμένη ιδέα» σε μια απαραίτητη ιδιοσυστασία του ανθρώπινου παρόντος και μέλλοντος, για να μπορέσει ο σύγχρονος άνθρωπος, που επιθυμεί να αντλήσει νόημα πέρα από την κατανάλωση, να επανενωθεί με την λιγότερο ορθολογική αλλά πιο ανθρώπινη διάσταση της ύπαρξής του.

Η Ελλάδα μπορεί και οφείλει να γίνει ο τόπος και ο τρόπος με τον οποίο ο σύγχρονος άνθρωπος παραμένει Άνθρωπος. Η σταθερά που ισορροπεί την χρήση-κατανάλωση με τη χρήση-σχέση, τον ορθό με τον ερωτικό Λόγο. Η Ελλάδα γέννησε και τους δύο αυτούς τρόπους, τον τρόπο του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Είναι χρέος, τιμή αλλά και ιδιαίτερο προνόμιο της Ελλάδας να θέσει μοναδικά τις κατάλληλες παραμέτρους για την σωστή ισορροπία των δύο προσεγγίσεων στη Δυτική σκέψη και να κρούει τον κώδωνα κινδύνου όταν διαπιστώνονται ακρότητες προς την μια ή την άλλη πλευρά. Μόνο η Ελλάδα μπορεί να γίνει φύλακας και προστάτης της Ανθρωποκεντρικής υποθήκης όπως την κληρονόμησε και την έκανε πράξη στην μακρά Ιστορία της.

Με αυτή τη προσέγγιση, δεν θα μπορεί να νοείται κάποιος να διδάσκει πολιτικές, ανθρωπιστικές ή θετικές επιστήμες στην Ελλάδα ή το εξωτερικό αν δεν έχει πρώτα περάσει ένα τμήμα της εκπαίδευσής του σε κάποιο πρόγραμμα που να τον (την) μυεί ουσιαστικά στον Ελληνικό τρόπο σκέψης, την Ελληνική ιστορία και πολιτισμό. Κάθε τουρίστας που επισκέπτεται στην Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένας «εν δυνάμει Έλληνας» και μελλοντικός πρεσβευτής του ελληνικού πολιτισμού. Αντί για βραχιολάκια «εσωστρέφειας» πρέπει να αντιπροτείνουμε τρόπους ουσιαστικότερης επαφής με την πραγματική Ελλάδα. Αν γίνει αυτή η σύνδεση σωστά, η δυνατότητα της Ελλάδας να παίξει ένα ουσιαστικό και κρίσιμο ρόλο στην εξισορρόπηση των δύο τάσεων που συνθέτουν την ανθρώπινη φύση (ορθός λόγος-χρήση, ερωτικός λόγος-σχέση) θα φωτίσει τη διαχρονική Ελλάδα, η οποία δίκαια δεν ανήκει μόνο στους Έλληνες αλλά σε όλη την ανθρωπότητα. Ο Δυτικός άνθρωπος στο μέλλον θα έχει πολύ περισσότερο ανάγκη τη σχέση αυτή από μια παραλία, μια ομπρέλα και μια ξαπλώστρα. Αν και το ένα δεν αποκλείει το άλλο.

Η πολυδιάστατη έμφαση στην ζωντανή ανθρωποκεντρική σχέση και οι δυνατότητες που δημιουργεί για προβληματισμό και άντληση νοήματος ζωής θα επιτρέψει στην Ελλάδα να οικοδομήσει σχέσεις διαχρονικές που θα αποδώσουν καρπούς ζωής. Η Ελλάδα από γραφικός τουριστικός προορισμός μερικών εβδομάδων γίνεται συνταξιδιώτης ζωής και δια βίου πάροχος νοήματος και ανθρωπισμού. Ο Ελληνικός πολιτισμός έχει τεράστιες εξαγωγικές δυνατότητες αρκεί να υπάρχει σωστός σχεδιασμός και όραμα. Ενδεικτικά αναφέρω ότι στις ΗΠΑ λειτουργούν με μεγάλη επιτυχία αρκετά αμερικανικά δημόσια σχολεία (public charter schools) στα οποία μαθητές, κυρίως μη ελληνικής καταγωγής, διδάσκονται παράλληλα με τα άλλα μαθήματά τους, Ελληνικά και Μαθηματικά από Έλληνες δασκάλους. Αν η Γερμανία διαθέτει 160 Ινστιτούτα Γκαίτε σε 94 χώρες, με ποια λογική η Ελλάδα δε θα μπορούσε να έχει μια ανάλογη ή ισχυρότερη παγκόσμια πολιτιστική παρουσία; Αρκεί να αναλογιστεί κανείς το ανεπανάληπτο εύρος του ελληνικού πολιτισμού και τη δυνατότητά του να μεταφραστεί σε σύγχρονο, ζωντανό οδηγό ανθρωπισμού. Οι προοπτικές είναι πράγματι απεριόριστες.

Αντιλαμβάνομαι ότι το θέμα κείται εκτός της σφαίρας του ρεαλιστικά εφικτού. Αλλά μια –έστω πρόωρη– άσκηση σε πεδία μελλοντικών δυνατοτήτων δίνει την ευκαιρία να αναφερθούμε σε όλα εκείνα που θα μπορούσαν να οικοδομηθούν στο παρόν και το μέλλον. Αν αληθεύει ότι οι Έλληνες διατηρούν μια ερωτική (όχι απόλυτα εξορθολογισμένη) σχέση με τον κόσμο, τότε η αληθινή «ελληνικότητα» δεν μπορεί να είναι άλλη από το κλειδί για να (ξανα)βρεί ο σύγχρονος άνθρωπος τον διττό του εαυτό, να ισορροπήσει χρήση και σχέση εντός και γύρω του, ώστε να αντλήσει και να μεταδώσει (κοινωνήσει) νόημα ζωής. Άλλωστε τον τρόπο αυτόν οι Έλληνες τον εφεύραν, τον δίδαξαν και τον εμπέδωσαν μοναδικά στην Ιστορία, τη Γλώσσα και τον Πολιτισμό τους.

Εκείνο που απομένει είναι να δούμε πότε θα συνειδητοποιήσουμε την μοναδική ευθύνη που μας αναλογεί απέναντι στην πολιτιστική μας κληρονομιά για να αναπτύξουμε σωστά το διαχρονικά Ανθρωποκεντρικό μήνυμά της και να το κατευθύνουμε στον σύγχρονο άνθρωπο με στόχο τις βαθύτερες ανάγκες του. Αν δεν το τολμήσουμε, ο άνθρωπος του μέλλοντος θα είναι μονοδιάστατος και ελλιπής με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την κοινωνία και τον πολιτισμό του.

* Ο Γιάννης Παπαδάκης κατάγεται από το Ηράκλειο της Κρήτης.

Είναι Ηλ/γος Μηχανικός (PhD) και εργάζεται στις ΗΠΑ