Του Γιάννη Παπαδάκη*

Η τετράμηνη παράταση που έλαβε η κυβέρνηση στο τελευταίο Eurogroup πρέπει να αποτελέσει την απαρχή μιας δύσκολης αλλά αναγκαίας διαπραγμάτευσης που όλοι γνωρίζουμε ότι πρέπει να γίνει. Ίσως φανεί παράδοξο, αλλά η διαπραγμάτευση αυτή δεν είναι με τον Σόιμπλε ούτε με την ηγεσία της Γερμανίας ή των άλλων ευρωπαϊκών χωρών, ούτε με την ΕΚΤ ή το ΔΝΤ.

Είναι εκείνη που πρέπει να πραγματοποιηθεί μεταξύ Ελλήνων για το κοινό μέλλον της χώρας.

Η παρούσα συγκυρία αποτελεί και μοναδική ευκαιρία. Η διάρκεια και οξύτητα της οικονομικής αλλά και γενικότερα της κρίσης ταυτότητας στην Ελλάδα έχει οδηγήσει τον μέσο Έλληνα σε πολυεπίπεδη αναθεώρηση.

Αμφιβάλλω αν οι σημερινοί γονείς εύχονται στα παιδιά τους να εργαστούν σε μια θέση στο δημόσιο τομέα. Το όνειρο της προηγούμενης γενιάς εκτυλίχθηκε σε εφιάλτη. Το πελατειακό κράτος, το κράτος-εχθρός του πολίτη, το κράτος-προστάτης συντεχνιακών και άλλων συμφερόντων, το κράτος-τροχοπέδη της επιχειρηματικότητας και της αποτελεσματικότητας αποτελούν εμπεδωμένη καθημερινή πραγματικότητα.

Για να πετύχει η Ελλάδα και να κερδίσει το μέλλον που της αναλογεί χρειάζεται μεθοδικότητα και υπευθυνότητα σε βαθμό που υπερβαίνει τα επίπεδα του παρελθόντος.

Ίσως είναι η πρώτη φορά στα τελευταία σαράντα χρόνια που τόσοι πολλοί Έλληνες συμφωνούν σε τόσα πολλά και σημαντικά θέματα. Στο βαθμό που αληθεύει αυτό η ευκαιρία δεν πρέπει να πάει χαμένη, ιδιαίτερα όταν αρχίζει μια προσπάθεια για ριζικές αλλαγές στη δομή και λειτουργία του κράτους.

Οι μεταρρυθμιστικές προτάσεις της κυβέρνησης συμπεριλαμβάνουν τέσσερα κύρια σημεία: πάταξη φοροδιαφυγής, διαφθοράς, ανασυγκρότηση δημόσιας διοίκησης και αντιμετώπιση ανθρωπιστικής κρίσης.

Τα τέσσερα αυτά σημεία -αν και αναγκαία- δεν αρκούν. Χρειάζεται παράλληλα μια «επανάσταση» (με την καλή έννοια) στους τομείς της επιχειρηματικότητας και της αποτελεσματικής οργάνωσης δημιουργικών-παραγωγικών σχημάτων ώστε να αρχίσει η «οργανική» ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας.

Αυτό μπορεί και πρέπει να επιτευχθεί ταυτόχρονα με δύο τρόπους: με την άμεση ενίσχυση και θωράκιση ελληνικών επιχειρήσεων με αποδεδειγμένο ιστορικό εξαγωγών και δυναμικής παρουσίας στην Ελληνική αγορά αλλά και με την ενίσχυση νέων παραγωγικών προσπαθειών (start ups).

Για να πετύχει το όλο εγχείρημα απαιτείται μεγάλη συμμετοχή αλλά και συμφωνία στόχων και μεθόδων κάτι που δεν είναι εύκολο μια και όσο πλαταίνει η συμμετοχή τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες διαφωνιών.

Η συνταγή όμως είναι ξεκάθαρη: κοινό όραμα, γερή δόση ρεαλισμού, τετράγωνη λογική και ανοιχτές ιδέες. Όσο όμως Ελληνικά είναι όλα αυτά στη ρίζα τους τόσο δύσκολα εφαρμόζονται στην ίδια την Ελλάδα.

Ας πάρουμε ως παράδειγμα την επιχειρηματικότητα η οποία άλλωστε είναι και η «ψυχή» της ανάπτυξης. Η επιχειρηματικότητα όχι μόνο δεν πρέπει να στοχοποιηθεί από τη νέα κυβέρνηση αλλά η προάσπιση και επέκτασή της πρέπει να αποτελέσει βασικό θέμα συζητήσεων και αποφάσεων σε καθημερινή βάση παντού: στην Βουλή, στα υπουργεία, στα Λύκεια και τα Πανεπιστήμια, στις καφετέριες, τις ταβέρνες και την παραγωγή.

Χρειάζεται μια άμεση και ολική επαναφορά της επιχειρηματικότητας στο κέντρο του κοινωνικού, πολιτικού και οικονομικού «οικοσυστήματος» της χώρας για να ξεκινήσει η πραγματική ανάπτυξη της οικονομίας.

Με αυτό το πρίσμα, το κράτος οφείλει να γίνει αποτελεσματικό αλλά πρέπει επίσης να μάθει πώς να «βγαίνει από την μέση» ώστε οι δημιουργικές δυνάμεις να λειτουργήσουν παραγωγικά χωρίς κρατικές παρεμβάσεις. Το επιχειρείν που οδηγεί σε πραγματική ανάπτυξη διαφέρει πολύ από αυτό που έχει βγει μέσα από στρεβλούς κανόνες και αναποτελεσματικές πολιτικές δεκαετιών.

Το εύρος και η διάρκεια αυτής της προσπάθειας υπερβαίνει ένα κόμμα, μια ομάδα ανθρώπων ή ένα εκλογικό κύκλο. Χρειάζονται τολμηρές δομές και λύσεις εθνικού χαρακτήρα με διάρκεια και όραμα.

Απαιτείται στιβαρή υποστήριξη από όλους, ευρεία συναίνεση, ρεαλιστικές βάσεις αλλά και έμπνευση. Μπορούν έτσι να γίνουν άλματα σε πολλούς τομείς (leapfrogging) χρησιμοποιώντας νέες ή δοκιμασμένες τεχνολογίες και τεχνικές ώστε η χώρα να αυξήσει την αποτελεσματικότητά και την ανταγωνιστικότητά της κατά πολλές τάξεις.

Αν απελευθερωθούν και κατευθυνθούν σωστά, οι δημιουργικές και παραγωγικές δυνάμεις των Ελλήνων είναι υπεραρκετές για να κάνουν την Ελλάδα πρότυπο όχι μόνο Ευρωπαϊκό αλλά παγκόσμιο. Διότι οι Έλληνες, σε αντίθεση με τους περισσότερους λαούς, ποτέ δεν αρκούνταν σε ωραιοποιημένες εκδοχές υλικής αφθονίας ή χρηστικής ευδαιμονίας.

Παρήγαγαν υψηλότατο πολιτισμό για να τις ελέγχει και να τις καθοδηγεί ώστε να αρχίζουν και να καταλήγουν στον Άνθρωπο, υπηρετώντας παράλληλα την ανάγκη για βαθύτερο και πιο ουσιαστικό νόημα.

Το Ακρωτήρι στη Σαντορίνη, η Κνωσός, οι Μυκήνες, η Ιωνία και η Αθηναϊκή Δημοκρατία δεν είναι μεμονωμένες ιστορικές συμπτώσεις αλλά σπάνιοι και θαυμαστοί συνδυασμοί «επιχειρείν» (χρήσης) και πολιτισμού (σχέσης).

Αποτελούν τμήμα του ζωντανού ιστορικού ίχνους ενός λαού που έχει αποδείξει επανειλημμένα ότι έχει την απαραίτητη ευστροφία, αρετή, δύναμη και τόλμη για να κατορθώσει τις πιο μεγάλες υπερβάσεις.

Μόνο οι Έλληνες μέσα από μια σοβαρή, σκληρή και έντιμη διαπραγμάτευση μεταξύ τους μπορούν να μετατρέψουν τη σημερινή αφηρημένη δυνατότητα σε αυριανή χειροπιαστή πράξη προς όφελος της Ελλάδας, της Ευρώπης και της Δύσης.

* Ο Γιάννης Παπαδάκης κατάγεται από το Ηράκλειο της Κρήτης. Είναι Ηλ/γος Μηχανικός (PhD) και εργάζεται στις ΗΠΑ.