Του Αλέκου Α. Ανδρικάκη [email protected]

Η ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα, την 1η Δεκεμβρίου 1913

Όταν οι θρυλικοί επαναστάτες, Μάντακας και Γιάνναρης, ύψωσαν την ελληνική σημαία στον Φιρκά




Κωνσταντίνος και Ελευθέριος Βενιζέλος μόλις έχουν φτάσει στο φρούριο του Φιρκά, μετά τη δοξολογία



Είναι ακριβώς η στιγμή που ο βασιλέας Κωνσταντίνος και ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος ετοιμάζονται να παραδώσουν τη σημαία στους γηραιούς αγωνιστές Αναγνώστη Μάντακα και Χατζημιχάλη Γιάνναρη προκειμένου να την υψώσουν στον πιο ψηλό ιστό. Στο μέσο περίπου της φωτογραφίας και λίγο προς τα αριστερά διακρίνουμε τον μονάρχη Κωνσταντίνο και αριστερά του, με το ημίψηλο καπέλο, τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ντυμένο επίσημα, όπως απαιτούσε η στιγμή. Στα δεξιά του Κωνσταντίνου είναι ο Χατζημιχάλης Γιάνναρης, που έχει βγάλει το σκούφο που πάντοτε φορούσε. Λίγο μετά θα παραλάμβανε τη σημαία, μαζί με τον Μάντακα, ο οποίος θα πρέπει να στέκεται ανάμεσα στον ίδιο και το μονάρχη, αλλά δεν διακρίνεται. Σε πρώτο πλάνο, αριστερά στην εικόνα, φαίνεται η σημαία του Γενικού Αρχηγείου Κυδωνίας, κατά την επανάσταση του 1878. Κουρελιασμένη από τις σφαίρες και το χρόνο



Το έργο είναι του Samuel Begg κι έχει τίτλο «Υπογράφοντας τη Συνθήκη του Λονδίνου». (Illustration for Story of the British Nation, 1920)



Ο 94χρονος Αναγνώστης Μάντακας και ο 81χρονος Χατζημιχάλης Γιάνναρης έχουν υψώσει τη σημαία και κατεβαίνουν από τον πυργίσκο στο φρούριο του Φιρκά, στα Χανιά. Στο τελευταίο σκαλοπάτι τους περίμεναν βασιλιάς και πρωθυπουργός να τους συγχαρούν. (Από την εφημερίδα «Πατρίς» των Αθηνών, του Σπυρίδωνα Σίμου, στις 6 Δεκεμβρίου 1913)



Ο βασιλέας Κωνσταντίνος σε συνομιλία με τον γηραιό επαναστάτη Αναγνώστη Μάντακα

Ήταν η πρώτη μέρα του Δεκέμβρη του 1913, μια ηλιόλουστη Κυριακή, όπως οι καρδιές των Κρητικών. Δύο γηραιοί επαναστάτες, σύμβολα των κρητικών αγώνων, ο 94χρονος Αναγνώστης Μάντακας και ο 81χρονος Χατζημιχάλης Γιάνναρης, από τους Λάκκους Χανίων και οι δύο, ύψωναν την ελληνική σημαία στον ιστό του φρουρίου του Φιρκά. Η ένωση με την Ελλάδα ήταν πλέον ιστορική πραγματικότητα. Μετά από αιώνες κατοχής και σκλαβιάς, αρχικά από τους Ενετούς (1211- 1669) και στη συνέχεια από τους Τούρκους (1669-1898) αλλά και μια δεκαπενταετία τύποις αυτονομίας (οι μεγάλες δυνάμεις στην πραγματικότητα είχαν την κατοχή και ο σουλτάνος διατηρούσε την επικυριαρχία του), η Κρήτη ελεύθερη πλέον ενωνόταν με το ελληνικό κράτος. Αυτός άλλωστε ήταν ο στόχος όλων των επαναστάσεων του 19ου αιώνα, γι αυτό χύθηκαν ποταμοί αίματος, γι αυτό θυσιάστηκαν χιλιάδες Κρητικοί. Οι Κρήτες επαναστάτες στα λάβαρα τους έγραφαν «Ένωσις ή θάνατος», δεν ζητούσαν μόνο την ελευθερία τους. Αυτός ήταν ο λόγος που ουδέποτε δέχτηκαν το αυτόνομο – υπό τις δυνάμεις και την Τουρκία –πολίτευμα.

Την Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 1913 έγινε η επίσημη τελετή της έπαρσης της ελληνικής σημαίας στο φρούριο του Φιρκά, στα Χανιά, παρουσία του βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου, του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και της πολιτικής ηγεσίας της Κρήτης. Η Κρήτη ήταν πλέον τμήμα της ελληνικής επικράτειας. Όπως έπρεπε, βασιλιάς και πρωθυπουργός απέδωσαν την τιμή της ύψωσης της σημαίας στους ίδιους τους αγωνιστές της Κρήτης. Ο Αναγνώστης Μάντακας (1819-1918) και ο Χατζημιχάλης Γιάνναρης(1831 ή κατά άλλες πηγές 1827-1916) πήραν τη σημαία, με συγκίνηση ανέβηκαν στον πυργίσκο και την ύψωσαν στον ιστό. Εκεί απʼ όπου την είχαν κατεβάσει βιαίως οι άνδρες των μεγάλων δυνάμεων το 1909, όταν και τότε οι Κρήτες προσπάθησαν να την υψώσουν ώστε να θεωρηθεί γεγονός τετελεσμένο η ένωση.

Σε μια από τις φωτογραφίες που δημοσιεύουμε απαθανατίστηκε ακριβώς η στιγμή κατά την οποία Μάντακας και Χατζημιχάλης Γιάνναρης έχουν υψώσει τη σημαία και κατεβαίνουν από τον πυργίσκο. Στο τελευταίο σκαλοπάτι τους περίμεναν βασιλιάς και πρωθυπουργός να τους συγχαρούν.

Η εικόνα είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα «Πατρίς» των Αθηνών στις 6 Δεκεμβρίου 1913. Ο Μάντακας κατεβαίνει πρώτος τα σκαλοπάτια, υποβασταζόμενος από τον γενικό διοικητή του νησιού Ρούφο. Ενώ πιο πίσω, με τα λευκά γένια, διακρίνεται ο Χατζημιχάλης Γιάνναρης. Οι δύο μεγάλοι επαναστάτες, που συμμετείχαν σʼ όλους τους αγώνες του κρητικού λαού, ο πρώτος από το 1841, ο δεύτερος από το 1866, είχαν τιμηθεί εκείνη την ημέρα από τον βασιλέα Κωνσταντίνο με τον Χρυσό Σταυρό του Σωτήρα. Μάλιστα στο στήθος του Γιάνναρη διακρίνεται ο σταυρός.

Στην ουσία η ένωση είχε επιτευχθεί 14 μήνες νωρίτερα, όταν, ξεκινώντας ο πρώτος βαλκανικός πόλεμος, ο Βενιζέλος είχε δεχτεί ως μέλη στην ελληνική βουλή τους Κρήτες αντιπροσώπους. Όπως δεν είχε κάνει δύο προηγούμενες φορές, τον Νοέμβριο του 1911 και τον Μάιο του 1912, υπό τις απειλές των μεγάλων δυνάμεων και της Τουρκίας, που προειδοποιούσε με πολεμική σύρραξη. Τότε μάλιστα ο Κρητικός πρωθυπουργός βρέθηκε αντιμέτωπος με τους παλιούς συμπολεμιστές του. Την πρώτη φορά ο Βενιζέλος, υπό το βάρος της διεθνούς πίεσης, διακήρυττε ότι όσο θα ήταν πρωθυπουργός δεν θα γινόταν η ένωση! Μάλιστα οι Κρήτες βουλευτές που επιχείρησαν να μεταβούν στην Αθήνα προκειμένου να παρακαθίσουν στη συνεδρίαση της βουλής και να επιβάλουν de facto την ένωση, συνελήφθησαν στο λιμάνι της Σούδας από το ναυτικό των μεγάλων δυνάμεων και κρατήθηκαν σε πλοίο μέχρι τα Χριστούγεννα. Τη δεύτερη φορά, τον Μάιο του 1912, χτυπήθηκαν από το στρατό, έξω από τη βουλή.

Την 1η Οκτωβρίου του 1912, όμως, ο Βενιζέλος δεν είχε να φοβηθεί καμιά απειλή, αφού ξεκινούσε ο πόλεμος με την Τουρκία. Έτσι κάλεσε ο ίδιος τους πληρεξουσίους του νησιού να γίνουν μέλη της ελληνικής βουλής. Όμως για τη διεθνή κοινότητα το πρόβλημα της ένωσης τυπικά δεν είχε λήξει ακόμη.

Οι συνθήκες

για την ένωση

Η οριστική αποκατάσταση του εθνικού θέματος για την Κρήτη ήλθε στα τέλη της άνοιξης του επόμενου χρόνου, του 1913, με τη συμφωνία του Λονδίνου, την οποία επικύρωσαν την ίδια χρονιά οι συμφωνίες του Βουκουρεστίου, τον Αύγουστο, και της Αθήνας, τον Νοέμβριο.

Αντιθέτως με όσα μερικοί πιστεύουν ή διασπείρουν ψευδώς σήμερα περί «δημοψηφίσματος» με αφορμή τα 100 χρόνια από την ένωση, αυτή η εξέλιξη δεν επήλθε με καμιά ιδιαίτερη συμφωνία που να προβλέπει όρους ή περιορισμένο χρόνο ένταξης στην ελληνική επικράτεια.

Στο πλαίσιο της συμφωνίας του Λονδίνου, η οποία υπεγράφη στις 30 Μαΐου 1913 (17 Μαΐου με το παλιό ημερολόγιο) με το τέλος των βαλκανικών πολέμων, σε ένα και μόνο άρθρο αναφερόταν ότι ο σουλτάνος δήλωνε παραίτηση, υπέρ των συμμάχων βαλκανικών δυνάμεων (Ελλάδας, Βουλγαρίας, Σερβίας, Μαυροβουνίου και Ρουμανίας) από κάθε δικαίωμα επί της Κρήτης. Οι υπόλοιπες βαλκανικές δυνάμεις φυσικά δεν αξίωναν κυριαρχία ή άλλη διεκδίκηση επί της Κρήτης, με φυσική εξέλιξη να γίνει αυτό που πάντα στόχευαν οι Κρήτες αλλά και οι Έλληνες. Με νομικά μέσα η Κρήτη έγινε μέρος του ελληνικού κράτους, με αποφάσεις μόνο της ελληνικής πλευράς, για την προσαρμογή της νομοθεσίας που θα ίσχυε και στο νησί.

Η αναφορά στο άρθρο 4 της συμφωνία του Λονδίνου ήταν απλή: «Η Αυτού Μεγαλειότης ο Αυτοκράτωρ των Οθωμανών δηλοί ότι παραιτείται πάντων ων εκέκτητο επί της νήσου Κρήτης και εκχωρεί στην εύνοιαν των συμμάχων ηγεμόνων όλα τα δικαιώματα της κυριαρχίας και όλα τα άλλα δικαιώματα που κατείχε σε εκείνη τη νήσο».

Αυτή είναι η ιστορική αναφορά που απελευθέρωνε οριστικά την Κρήτη από κάθε σχέση με την Τουρκία. Καμιά άλλη δεν υπήρξε. Ούτε για «δημοψήφισμα» ή ο,τιδήποτε άλλο. Η Συνθήκη του Λονδίνου επιβεβαιώθηκε στις 10 Αυγούστου του 1913 με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου καθώς με και την ιδιαίτερη συνθήκη Ελλάδας - Τουρκίας, στην οποία ο σουλτάνος δήλωνε και πάλι ότι παραιτείται από τα δικαιώματα που κατείχε στην Κρήτη, υπέρ της Ελλάδας.

Στη συνθήκη του Βουκουρεστίου, μεταξύ άλλων, γινόταν αναφορά ότι η Βουλγαρία παραιτείται από κάθε δικαίωμα επί της Κρήτης. Για τις άλλες βαλκανικές δυνάμεις, στις οποίες είχε εκχωρηθεί η Κρήτη από το σουλτάνο, δεν υπήρχε θέμα δήλωσης παραίτησης, αφού δεν είχαν ποτέ καμιά εδαφική διεκδίκηση στην Ελλάδα.

Η πρακτική διαδικασία της ένωσης, στη συνέχεια, έγινε με πολύ απλό τρόπο: η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε στη λήψη μέτρων αφομοίωσης των υπηρεσιών και του συστήματος διοίκησης του νησιού και το Νοέμβριο απηύθηνε διακοίνωση στις βαλκανικές δυνάμεις με την οποία έκανε γνωστό ότι θεωρεί καταργηθέντα τα δικαιώματα τους επί της Κρήτης και άλλων περιοχών που επέστρεφαν στην Ελλάδα με τις διεθνείς συμβάσεις. Κι αυτό γιατί από τη συμφωνία του Λονδίνου ο σουλτάνος παραχωρούσε την Κρήτη στις δυνάμεις και όχι στην Ελλάδα. Οι δυνάμεις συμφώνησαν στο νέο καθεστώς που είχε διαμορφωθεί ήδη, με την απάντηση ότι «έλαβον γνώσιν της ειρημένης διακοινώσεως της ελληνικής κυβερνήσεως».

Και την Κυριακή 1η Δεκεμβρίου 1913 υψώθηκε στο φρούριο του Φιρκά η ελληνική Σημαία, παρουσία του βασιλιά της Ελλάδας Κωνσταντίνου, του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου και της πολιτικής ηγεσίας της Κρήτης. Και το τυπικό μέρος της ενωσιακής διαδικασίας είχε κλείσει.