Της Κατερίνας Μυλωνά

Ευεργετική φαίνεται να είναι η σκόνη από τη Σαχάρα για τις θάλασσές μας!

Σε αυτό το συμπέρασμα αναμένεται να καταλήξουν οι ερευνητές που συμμετέχουν στο μεγάλο πείραμα που ολοκληρώνεται αυτές τις ημέρες στις εγκαταστάσεις του ΕΛΚΕΘΕ στην Πρώην Αμερικανική Βάση Γουρνών. Το πείραμα διεξάγεται στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος MESOAQUA που περιλαμβάνει ένα δίκτυο μεγάλων ερευνητικών πειραματικών υποδομών για την θαλάσσια έρευνα σε πέντε χώρες, Νορβηγία, Γερμανία, Σουηδία, Γαλλία και Ελλάδα.

Η υπεύθυνη του προγράμματος, κ. Παρασκευή Πήττα, μιλά στην «Π» για το πείραμα και τα αποτελέσματα που αναμένεται να έχουν οι ερευνητές τους επόμενους μήνες.

Σημειώνεται ότι το πείραμα που εκτελείται αυτή τη χρονιά είναι το τέταρτο που διεξάγεται στις εγκαταστάσεις του ΕΛΚΕΘΕ και συμμετέχουν 36 επιστήμονες από έντεκα χώρες. Το θέμα του πειράματος εμφανίζει έντονο τοπικό ενδιαφέρον καθώς αφορά την κατανόηση των μηχανισμών απόκρισης του θαλάσσιου συστήματος στην προσθήκη σκόνης της Σαχάρας, φαινομένου που εμφανίζεται έντονα στην περιοχή μας ιδιαίτερα κατά τους εαρινούς μήνες. Η γνώση αυτή σχετίζεται με την εκτίμηση της παραγωγικότητας της θάλασσας.

ΣΚΟΝΗ ΚΑΙ ΝΕΡΟ

Η κ. Πήττα περιγράφει πως οι ερευνητές μετέφεραν 27 κυβικά νερού από τη θάλασσα σε δεξαμενές μεγάλου όγκου που ονομάζονται «μεσόκοσμοι» και δίνουν τη δυνατότητα να γίνονται πειράματα σε μεγάλους όγκους, να προσεγγίζεται όλη η πολυπλοκότητα του θαλάσσιου οικοσυστήματος. Για το σκοπό αυτό, επιστρατεύτηκαν το ερευνητικό σκάφος «Φιλία» και φορτηγό με ντεπόζιτα, μια διαδικασία που έγινε με προσοχή για να μη γίνει μόλυνση του νερού.

Το νερό ελήφθη ανοιχτά της Ντίας, ο σταθμός είναι σε 100 μέτρα βάθος και σε 6 ναυτικά μίλια από το Ηράκλειο, μία περιοχή που έχει ιδιότητες, αντιπροσωπευτικές του ολιγοτροφικού συστήματος όπως ονομάζεται- της Ανατολικής Μεσογείου.

Η κ. Πήττα εξηγεί πως «φέραμε το νερό στις δεξαμενές και του ρίξαμε σκόνη που οι χημικοί που παίρνουν μέρος στο πείραμά μας είχαν αναλύσει τη σύστασή της, ξέρουμε τι έχουμε προσθέσει μέσα. Γιατί με τη σκόνη μεταφέρονται διάφορα μέταλλα και θρεπτικά συστατικά, τα οποία αναμένεται να αυξήσουν την παραγωγικότητα της θάλασσας, αυτό είναι ακριβώς που εμείς μελετάμε, κατά πόσο την αυξάνουν πραγματικά ή όχι, γιατί αυτό δεν έχουμε μπορέσει να το δούμε μέχρι τώρα στο πεδίο». Προσθέτει, ακόμα πως «όταν έχουμε αυτά τα περιστατικά που φυσάει ο νοτιάς και φέρνει τη σκόνη και τη ρίχνει στη θάλασσα δεν έχουμε καταφέρει να το δούμε με έρευνα πεδίου επειδή επιχειρησιακά είναι δύσκολο, δεν μπορεί κανείς να επανδρώσει κατευθείαν ένα ερευνητικό σκάφος και να βγει αμέσως, αλλά αυτό γίνεται σε ένα πείραμα μεγάλου όγκου, για αυτό αποφασίσαμε να το κάνουμε με αυτό τον τρόπο».

Ευεργετική η σκόνη

Η κ. Πήττα θεωρεί πως η σκόνη θα αναδειχθεί ευεργετική για τις θάλασσές μας, «διότι το νερό στην περιοχή μας είναι πολύ φτωχό, αυτά που λέμε «τα καθαρά γαλανά μας νερά» είναι φτωχά, είναι ωραία να βλέπεις μέχρι βαθιά τις πέτρες, τα βότσαλα... αλλά στην πραγματικότητα είναι έτσι γιατί δεν έχει φυτοπλαγκτόν, για αυτό είναι διαυγές το νερό, αν ήταν το νερό πράσινο με πολύ φυτοπλαγκτόν δε θα βλέπαμε τόσο βαθιά».

Συνεπώς, οι ερευνητές θεωρούν πως θα είναι θετική εξέλιξη αν πέσουν στο νερό λίγα θρεπτικά συστατικά από τη σκόνη και φτάσουν στα ψάρια. Η κ. Πήττα τονίζει πως απέχουμε πολύ από το να φτάσουμε στην άλλη άκρη αυτής της διαβάθμισης που είναι ο ευτροφισμός, «δεν τον θέλουμε αλλά είμαστε πάρα πολύ μακριά και αν ρίξουμε λίγη σκόνη, λίγα θρεπτικά αποκλείεται να φτάσουμε εκεί, από τη μια μέρα στην άλλη, εξάλλου αυτό το φαινόμενο που γίνεται τόσα χρόνια δεν έχει φέρει κάτι τέτοιο», εξηγεί.

Αφορά πολλές χώρες

Τα αποτελέσματα του πειράματος έχουν ενδιαφέρον για πολλές χώρες, αφού το φαινόμενο αφορά όλη τη Μεσόγειο, ακόμα και τη Δυτική, αλλά και την Αραβική θάλασσα. «Η σκόνη από την Αφρική, ανάλογα με τον αέρα που φυσάει, πηγαίνει σε διάφορες περιοχές και επειδή το φαινόμενο αυτό έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια- μέχρι την Αγγλία πια φτάνει αυτή η σκόνη, σπάνια βέβαια, πρέπει να είναι ισχυρό περιστατικό αλλά γίνεται κι αυτό- έχει αυξηθεί η διάβρωση της γης, έχει αυξηθεί και μεταφέρεται η σκόνη σε μεγαλύτερες αποστάσεις πια με τον άνεμο που φυσά. Σε μας το φαινόμενο είναι έντονα εποχιακό, την άνοιξη πολύ περισσότερο- και άλλες εποχές, βέβαια- αλλά την άνοιξη πάντα είναι πολύ περισσότερο για αυτό αποφασίσαμε να κάνουμε άνοιξη το πείραμα, να προσεγγίσουμε τις συνθήκες στη θάλασσα», καταλήγει η ερευνήτρια του ΕΛΚΕΘΕ.