Μιχάλης Ψιλάκης : Ο σεφ που τάισε τον Ομπάμα και άλλαξε την εικόνα της ελληνικής κουζίνας είναι Κρητικός

«Ο Ψιλάκης επαναπροσδιόρισε με τρόπο μεγαλοφυή την ελληνική μαγειρική στην Αμερική», έγραψαν οι κριτικοί


Ο πρώτος σεφ από το εξωτερικό που κάλεσε ο Μπάρακ Ομπάμα στον Λευκό Οίκο ήταν Έλληνας και μάλιστα Κρητικός! Πρόκειται για τον πολυβραβευμένο σεφ Μιχάλη Ψιλάκη, ο οποίος είχε την ευθύνη του δείπνου που παρέθεσε ο πρόεδρος των ΗΠΑ, για να τιμήσει την επέτειο της 25ης Μαρτίου του 1821. Το μενού στο Λευκό Οίκο είχε: τόνο με φέτα, τουρσί και κομματάκια από πεπόνι, μουσακά, κουνέλι με σαλιγκάρια, τραχανά με χαλούμι, ψητό χταπόδι με μανιτάρια, μάραθο και πράσο, αρνίσιο γύρο με τζατζίκι.

«Ο Ψιλάκης επαναπροσδιόρισε με τρόπο μεγαλοφυή την ελληνική μαγειρική στην Αμερική», έγραψαν οι κριτικοί. Ο Ελληνο-Αμερικάνος σέφ έχει κατακτήσει πολλές από τις υψηλότερες παγκόσμιες διακρίσεις στον τομέα του φαγητού για το σύντομο χρονικό διάστημα που βρίσκεται στην μαγειρική σκηνή.

Μόνο την χρονιά του 2008, ο Ψιλάκης βραβεύθηκε με τις διακρίσεις Καλύτερου Νέου Σεφ Φαγητού και Κρασιού(Food & Wineʼs Best New Chef) και Σεφ Καλής Όρεξης (Bon Appetiteʼs Chef), επίσης ήταν υποψήφιος για τον Σεφ Αʼ Κατηγορίας από την Bravo TV. Την ίδια χρονιά το πολυτελές Ελληνικό εστιατόριό του, το Άνθος(Anthos), ήταν υποψήφιο για το Βραβείο James Beard στην κατηγορία Καλύτερου Νέου Εστιατορίου. Επίσης στέφθηκε ως «Σεφ της Χρονιάς» από το περιοδικό Esquire και το εστιατόριό του βραβεύτηκε με το αστέρι Michelin και ορίστηκε ως το τρίτο καλύτερο νέο εστιατόριο από τον κριτικό εστιατορίων των New York Times, Frank Bruni.

Πώς άρχισαν όλα αυτά; «Από τα κεφτεδάκια της μητέρας μου και τα λουκάνικα με ντομάτα και πιπεριά της θείας μου!», δηλώνει ο Ελληνοαμερικανός σεφ. «Τα πρώτα 20 χρόνια της ζωής μου τρώγαμε οικογενειακά κάθε βράδυ.

Περιμέναμε πάντα τον πατέρα μου να γυρίσει σπίτι -ανεξάρτητα από την ώρα- για να κάτσουμε γύρω από το λιτό ελληνικό τραπέζι της μητέρας μου. Εκείνη μου έμαθε να σέβομαι το φαγητό».

Τα υπόλοιπα ήρθαν ως φυσιολογική συνέχεια. Αφού σπούδασε λογιστική, έβαλε πλώρη και για δεύτερο πτυχίο (νομικής), δουλεύοντας παράλληλα ως σερβιτόρος στα «Fridayʼs» για να κερδίσει τα προς το ζην.

Σε ηλικία 23 ετών άνοιξε την πρώτη του τρατορία και λίγα χρόνια αργότερα το πρώτο του ελληνικό εστιατόριο, «Όνειρα». Η καταξίωσή του στη νεοϋορκέζικη σκηνή ήρθε με τον «Ανθό», που πρόσφερε πρωτότυπα πιάτα βασισμένα σε παραδοσιακές ελληνικές γεύσεις.

Το τελευταίο γεύμα που θα ήθελε να φάει στη ζωή του, ωστόσο, δεν είναι διόλου πρωτότυπο: «Μουσακάς, αρνί στη σούβλα, σαλάτα με ντομάτες από τον κήπο μου και γαλακτομπούρεκο»!

ʽʼΑυτό που ήθελα-λεει ο ίδιος- εγώ ήταν να φέρω την ελληνική κουζίνα στο ίδιο επίπεδο με την ιταλική και τη γαλλική. Αυτό έγινε. Τώρα θέλω να δείξω ότι η Ελλάδα είναι όμορφη και ότι είτε ταξιδέψεις μέχρι εκεί με το δικό μου φαγητό είτε με του δείνα, είναι ένα πανέμορφο ταξίδι.

Με ενδιαφέρει να προβάλω την ταυτότητά της. Συνειδητοποιώ ότι όλες οι χώρες υπέστησαν το ζυγό. Το ξεπέρασαν όμως. Οι μαύροι ήταν σκλάβοι και καταδιώκονταν. Εκατό χρόνια αργότερα βάζουν υποψηφιότητα για την προεδρία.

Η Ελλάδα, 600 χρόνια μετά, αντιμετωπίζει το ίδιο ζήτημα ταυτότητας. Πρέπει να έχουμε περισσότερη πίστη στον εαυτό μας. Μιλάω πάντα με όρους ανάπτυξης…ʼʼ



Το δίδαγμα του πατέρα

Η μητέρα του κατάγεται από την Καλαμάτα ενώ ο πατέρας του που έχει φύγει από τη ζωή γεννήθηκε στην Κρήτη σε μια οικογένεια με 14 παιδιά και μετανάστευσε στην Αμερική το 1950. «Οι γονείς μου –ανέφερε στη συνέντευξη του στους Νew York Τιμες - πήραν μια εικόνα στο μυαλό τους την Ελλάδα που άφησαν το 1950, και προσπάθησαν να μας προβάλλουν αυτή την εικόνα.

Δεν είχα καν μάθει να μιλώ αγγλικά μέχρι που πήγα στο σχολείο. Σε αυτό τον κόσμο, οι γυναίκες έμεναν σπίτι και μαγείρευαν φαγητό κάθε βράδυ και οι άνδρες σφαγίαζαν και έψηναν ολόκληρα ζώα στην αυλή του σπιτιού (στην επιμονή του πατέρα του, ο κ. Ψιλάκης έγινε για πρώτη φορά μάρτυρας της σφαγής ενός ζωντανού αρνιού, όταν ήταν 11), και τα παιδιά έπρεπε να ανταμείψουν την οικογένεια με τη μετάβαση στο κολέγιο και στη συνέχεια με το επάγγελμα τους”.

Μιλώντας για τον πατέρα του μετά απ΄αυτή την εμπειρία τονίζει "Ο πατέρας μου μου είπε τότε ένα από τα βράδια που καθόμαστε για να φάμε, θέλω να καταλάβετε ότι κάτι έπρεπε να πεθάνει ακριβώς όπως αυτό το αρνί, έπρεπε να πεθάνει προκειμένου αυτά τα φαγητά να είναι εκεί στο τραπέζι κάθε βράδυ, και πρέπει να τιμάται τον θάνατο του ζώου”. Ήμουν 11 χρονών, αλλά είχε πολύ νόημα για μένα”.