Της Ευαγγελίας Καρεκλάκη

Δύο αστυνομικοί από την Κρήτη-ο ένας μάλιστα είναι αξιωματικός-και ένας Ηρακλειώτης επιχειρηματίας, είναι μεταξύ των εννέα κατηγορουμένων που κάθισαν χθες στο εδώλιο του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Κω, εμπλεκόμενοι στην υπόθεση βιασμού μιας 29χρονης Βουλγάρας κρατούμενης μέσα στο Αστυνομικό Τμήμα Ιαλυσού.

Η αποκάλυψη της υπόθεσης είχε πάρει πανελλήνιες διαστάσεις και μάλιστα είχε προκαλέσει την άμεση παρέμβαση του τότε αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ, ο οποίος είχε διατάξει τη διενέργεια ΕΔΕ προκειμένου να αποδοθούν τυχόν ευθύνες στους υπαίτιους της πρωτοφανούς υπόθεσης.

Είναι ενδεικτικό ότι από τους εννέα κατηγορούμενους, οι επτά είναι αστυνομικοί και υπηρετούσαν όλοι στο Αστυνομικό Τμήμα της Ιαλυσού, το οποίο αναπόφευκτα «ξηλώθηκε» λόγω της βαρύτητας των καταγγελιών.

Πέντε χρόνια μετά την αποκάλυψη της υπόθεσης και την άσκηση ακόμα και κακουργηματικών διώξεων σε βάρος κατηγορουμένων, η υπόθεση αναβλήθηκε χθες καθώς δεν είχε προσέλθει η 29χρονη παθούσα. Το δικαστήριο αποφάσισε να μην εκδικαστεί η υπόθεση και να κινηθεί εκ νέου η διαδικασία κλήτευσης της λόγω της βαρύτητας των καταγγελιών της.

Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε έντονη δυσφορία στους κατηγορούμενους, οι οποίοι ζητούσαν να γίνει η δίκη ώστε να τελειώνει επιτέλους η δοκιμασία που υφίστανται τα τελευταία χρόνια.

Οι ίδιοι αρνούνται τις κατηγορίες και υποστηρίζουν ότι η αλλοδαπή κατήγγειλε ότι τη βίασαν για να τους εκδικηθεί επειδή την κρατούσαν με σκοπό την απέλαση της.

Όπως υποστηρίζουν, όλα αυτά τα χρόνια βρίσκονται σε πραγματικά άσχημη ψυχολογική κατάσταση ενώ αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα τόσο σε σχέση με την υπηρεσία τους όσο και με τις οικογένειες τους.



Σε πρόγραμμα προστασίας

Να σημειωθεί ότι λόγω της βαρύτητας των καταγγελιών, η Βουλγάρα είχε τεθεί σε πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων καθώς φοβόταν για τη ζωή της.

Όλα ξεκίνησαν το Μάρτιο του 2006 όταν η νεαρή αλλοδαπή στη διάρκεια εξαήμερης κράτησης της στο Αστυνομικό Τμήμα Ιαλυσού προκειμένου να απελαθεί, κατήγγειλε στους αστυνομικούς ότι ένας ιδιώτης που διαμένει στην Ιαλυσό, είχε φροντίσει για τη διαμονή της σε ξενοδοχείο της περιοχής και μάλιστα την εξέδιδε σε διάφορους με τους οποίους κανόνιζε ερωτικές συνευρέσεις, έναντι χρηματικού ποσού.

Κατά τη διάρκεια κράτησης της και συγκεκριμένα τα ξημερώματα της 30 προς 31 Μαρτίου, η 29χρονη κατήγγειλε ότι ο αστυνομικός φρουρός της πρότεινε μαζί με έναν ακόμη αστυνομικό που ήταν βάρδια στο ΑΤ Ιαλυσού να την μεταφέρει στο σπίτι του αν ήθελε να κάνει ένα μπάνιο.

Η ίδια δέχθηκε, αλλά όταν έφθασαν στο σπίτι του με υπηρεσιακό αυτοκίνητο που χρησιμοποίησαν, στο οποίο επέβαινε και ο δεύτερος αστυνομικός, εκεί την ανάγκασε να κάνει μαζί του σεξ.

Μία μέρα αργότερα, η ίδια κατήγγειλε ότι ανθυπαστυνόμος που υπηρετεί στο ΑΤ Ιαλυσού, αργά το βράδυ, την έβγαλε από το κρατητήριο όπου βρισκόταν και την υποχρέωσε επίσης να κάνει μαζί του σεξ.

Το ίδιο σκηνικό υποστήριξε η ίδια ότι έγινε και την επόμενη μέρα. Η 29χρονη Βουλγάρα που μιλάει άπταιστα τα ελληνικά ισχυρίστηκε επίσης στην κατάθεσή της στον εισαγγελέα ότι ανέφερε τα δύο αυτά περιστατικά στο διοικητή του τμήματος, ο οποίος και επιφυλάχθηκε να διερευνήσει τις καταγγελίες, χωρίς ωστόσο να κάνει το παραμικρό και γι’ αυτό κατηγορείται για παράβαση καθήκοντος.

Οι κατηγορούμενοι αστυνομικοί που υπέβαλαν μήνυση σε βάρος της αλλοδαπής για ψευδορκία, ψευδή καταμήνυση και συκοφαντική δυσφήμιση, υποστηρίζουν ότι η 29χρονη τους κατήγγειλε για να τους εκδικηθεί για την απέλαση της, ενώ τονίζουν ότι εάν πράγματι είχε πέσει θύμα βιασμού, θα μπορούσε να έχει ενημερώσε την Πρεσβεία της με την οποία συνομιλούσε μέσω του κινητού της τηλεφώνου.