Του Θάνου Περβολαράκη

Ετσι “παγιδεύουν” οι αστυνομικοί τα χαρτονομίσματα

Πώς μπαίνουν στο μικροσκόπιο τα λύτρα των απαγωγών


Η άκρη του νήματος που αναζητούν οι διωκτικές Αρχές για τη διαλεύκανση εγκληματικών πράξεων υπήρξε σε πολλές περιπτώσεις κατά το παρελθόν η προσημείωση χαρτονομισμάτων που δόθηκαν στα άτομα που οδηγήθηκαν στη Δικαιοσύνη.

Υποθέσεις απαγωγών, εκβιάσεων κοκ που είχαν χαρακτηριστεί ως «γρίφος» για τις Διωκτικές Αρχές , οδηγήθηκαν στη Δικαιοσύνη όπου τα στοιχεία στις περισσότερες περιπτώσεις δεν αμφισβητήθηκαν.

Όταν πριν από αρκετό καιρό η ΕΛΑΣ έλυνε τον γρίφο της απαγωγής Μυλωνά, υποστήριξε πως η άκρη του νήματος βρέθηκε από προσημειωμένα χαρτονομίσματα των λύτρων που εντοπίστηκαν σε διάφορα τραπεζικά υποκαταστήματα της χώρας. Ποτέ όμως δεν εξήγησε με ποιο τρόπο βρέθηκαν τα σημαδεμένα χρήματα. Πώς δηλαδή, οι Αρχές, έχοντας καταγράψει μόνο τον αριθμό σειράς του κάθε χαρτονομίσματος, είχαν τη δυνατότητα να το εντοπίζουν. Τελικά, το μεγάλο μυστικό κρύβόταν πίσω από μια ειδική ουσία με την οποία ψεκάζουν τα χαρτονομίσματα, με τη στενή συνεργασία Αρχών και τραπεζικών ιδρυμάτων αλλά και τον ειδικό εξοπλισμό που έχουν τα ταμεία, έτσι ώστε εκτός από τα πλαστά να αναγνωρίζουν και τα παγιδευμένα ευρώ.

Πώς όμως η Αστυνομία προσημειώνει και παγιδεύει τα χαρτονομίσματα;

Σύμφωνα με αστυνομικούς που έχουν πολλές φορές κατά το παρελθόν «παγιδεύσει» χαρτονομίσματα λένε ότι πρόκειται για μία κοπιαστική διαδικασία, εάν τα χρήματα που ζητούνται και πρέπει να προσημειωθούν είναι πολλά.

«Στις περισσότερες περιπτώσεις, εάν δεν έχει ζητηθεί το αντίθετο, τα χαρτονομίσματα που επιλέγονται είναι πάνω από 50 ευρώ για να γίνεται η προσημείωσή τους γρηγορότερα» αναφέρει αστυνομικός.

Ακολουθεί η σύνταξη έκθεσης προκαταρκτικής ενέργειας από δύο ανακριτικούς υπαλλήλους στην οποία αναφέρεται ότι στο πλαίσιο της προανάκρισης γίνεται η συγκεκριμένη διαδικασία κατά την οποία αναφέρεται ο αριθμός των χαρτονομισμάτων που παγιδεύτηκαν, το είδος τους και οι αριθμοί των προσημειωμένων χαρτονομισμάτων που είτε παραλήφθηκαν από τον καταγγέλοντα πολίτη, είτε από την τράπεζα της Ελλάδας. Οι λίστες με τους αριθμούς αποστέλλονται στους υπευθύνους ασφαλείας όλων των τραπεζικών ιδρυμάτων της χώρας, προκειμένου να γνωρίζουν ποια χρήματα ψάχνουν οι Αρχές.

Οι αστυνομικοί που χειρίζονται μία υπόθεση στην οποία χρειάζεται προσημείωση χαρτονομισμάτων, βγάζουν φωτοτυπίες και ακολουθεί η κατάθεση του θύματος εάν αυτό είναι εφικτό με σκοπό την περιγραφή του αδικήματος και του τι έχει προηγηθεί.

Μία άλλη διαδικασία που υποβοηθά την παραπάνω και έχει χρησιμοποιηθεί σε απαγωγές, σχετίζεται με το ψέκασμα ενός ειδικού σπρέι. Πρόκειται για μία ειδική ουσία που δεν αλλοιώνει το χαρτονόμισμα και δεν αφήνει κανένα σημάδι. Ωστόσο, όπως αναφέρουν οι πληροφορίες, υπάρχει ειδικό μηχάνημα σε τράπεζες που εντοπίζει την αόρατη ουσία.

Σε περιπτώσεις απαγωγών, όπως έχει δείξει το πρόσφατο παρελθόν η Αστυνομία έχει δώσει σε τράπεζες cd στα οποία αναγράφονται οι αριθμοί των χαρτονομισμάτων που έχουν προσημειωθεί. Ο τραπεζικός υπάλληλος ενημερώνεται από το ειδικό λογισμικό που υπάρχει στον υπολογιστή του για το χαρτονόμισμα που έχει παγιδευτεί και με τη σειρά του ενημερώνει τις Διωκτικές Αρχές αναφέροντας αναλυτικά τις ημερομηνίες που βρέθηκαν τα χαρτονομίσματα, πόσα είναι αυτά και ποιος είναι ο σειριακός αριθμός.