
Ο υπουργός Οικονομίας Γ.Παπαθανασίου τονίζει ότι «το σχέδιό μας είναι ρεαλιστικό» και ότι «η Ελλάδα δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο», ενώ υπερθεματίζοντας, σημειώνει ότι η μείωση του ελλείμματος κάτω από το 3% του ΑΕΠ είναι εφικτή, αν ζητηθεί, και από το 2010.
«Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, υπάρχει μια διαφορά εκτίμησης όσον αφορά την αναμενόμενη ανάπτυξη. Εμείς υποστηρίζουμε στο πρόγραμμά μας ότι θα έχουμε ανάπτυξη 1,1% και η Επιτροπή υποστηρίζει 0,2%. Οι υπηρεσίες μας θα είναι σε συζητήσεις με την Επιτροπή για να πείσουμε ότι το σχέδιό μας είναι ρεαλιστικό και ότι η ανάπτυξη, την οποία περιμένουμε, είναι πραγματοποιήσιμη» δήλωσε ο υπουργός Οικονομίας από τις Βρυξέλλες μετά το Εcofin.
Επίσης, ο υπουργός τόνισε ότι ναι μεν η Ελλάδα έχει δεσμευτεί ότι θα ρίξει το έλλειμμα κάτω από το 3% το 2011, πλην όμως αν της ζητηθεί να συμβεί αυτό το 2010, δεν είναι ανέφικτο, αφού με βάση και τις ελληνικές προβλέψεις, το ελληνικό έλλειμμα θα είναι και το 2010 κοντά στο όριο του 3%.
Εξάλλου, ο Γ.Παπαθανασίου εξέφρασε την ικανοποίησή του για το γεγονός ότι από την πρόσφατη πώληση κρατικών ομολόγων εισπράχθηκαν 7 δισ. ευρώ και το spread ήταν στο 190. «Η Ελλάδα δεν διατρέχει κανένα κίνδυνο, παρά τις κατά καιρούς φήμες και τα κατά καιρούς δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου που εντοπίζουν πρόβλημα αξιοπιστίας της χώρας», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο υπουργός ανέφερε, επίσης, ότι το θέμα του δανεισμού της Ελλάδας ήταν μεταξύ των θεμάτων που συζήτησε με τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ζαν Κλοντ Τρισέ, καθώς και το ζήτημα των υψηλών spread.
Ο Γ.Παπαθανασίου επισήμανε ότι διευκρίνισε, τόσο στο Eurogroup, όσο και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ότι το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι κυρίως το θέμα του μεγάλου χρέους και των μεγάλων spreads, τα οποία η Ελλάδα πληρώνει για την χρηματοδότηση του χρέους και την επαναχρηματοδότηση των αναγκών της χώρας.
Σε ό,τι αφορά τα λεγόμενα ευρωομόλογα, ο υπουργός είπε ότι είναι ένα θέμα το οποίο απασχολεί εδώ και καιρό τις συζητήσεις, ωστόσο δεν έχει ακόμη καταλήξει πουθενά.
Αναφορικά με τα ζητήματα που βρέθηκαν στο επίκεντρο του Ecofin, ο Γ.Παπαθανασίου είπε πως τα δύο θέματα που κυριάρχησαν ήταν η αποκατάσταση της λειτουργίας του τραπεζικού συστήματος στην Ευρώπη και η εφαρμογή του αναθεωρημένου Συμφώνου Σταθερότητας.
Σε ό,τι αφορά το ζήτημα των τραπεζών, όπως δήλωσε ο υπουργός, οι «27» συμφώνησαν σε μία σειρά τομείς που αφορούν το συντονισμό των δράσεών τους, αλλά και την τήρηση των κανόνων του ανταγωνισμού και τη διαφάνεια.
Ο υπουργός ανέφερε ακόμη ότι η Επιτροπή Οικονομικής και Δημοσιονομικής Πολιτικής θα επεξεργαστεί συγκεκριμένες προτάσεις, οι οποίες στη συνέχεια θα τεθούν υπό την κρίση του Ecofin.
O Γ.Παπαθανασίου ερωτηθείς αν από τις γενικές συζητήσεις που έγιναν χθες και σήμερα στις Βρυξέλλες για το ζήτημα των τραπεζών, προκύπτει ανάγκη αναθεώρησης του πακέτου για την ενίσχυση της ρευστότητας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, απάντησε αρνητικά, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι οι ελληνικές τράπεζες, ελάχιστα έχουν εκτεθεί σε συμμετοχές σε αυτού του είδους τις επενδύσεις.
Σε ό,τι αφορά την εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ο Γ.Παπαθανασίου υπογράμμισε την ανάγκη σεβασμού της αξιοπιστίας των κανόνων.
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, υπογράμμισε ότι με βάση το επικαιροποιημένο πρόγραμμα σταθερότητας που έχει υποβάλει στις Βρυξέλλες, έχει αναλάβει τη δέσμευση να ρίξει το δημοσιονομικό έλλειμμα, κάτω από το 3% του ΑΕΠ, το 2011. «Αυτό απαιτεί το συμφέρον της χώρας, των πολιτών και αυτό απαιτούν οι αγορές», ανέφερε ο Γ. Παπαθανασίου σημειώνοντας ότι η πολιτική που ακολουθεί η Ελλάδα για τη μείωση του ελλείμματος χαράσσεται με γνώμονα την κοινωνική ευαισθησία.
Τέλος, ο Γ. Παπαθανασίου ανέφερε ότι το Συμβούλιο Ecofin προετοίμασε «τα μηνύματα» που θέλει να στείλει η ευρωζώνη στις Συνόδους G7 και G20, σχετικά με την κρίση, τις συναλλαγματικές ισοτιμίες και την παγκόσμια ανισορροπία.
Ακόμη, όπως δήλωσε, παρουσιάστηκε μια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την αγορά εργασίας, η οποία δίνει έμφαση στις πολιτικές που τα κράτη μέλη θα πρέπει να επιλέγουν και κυρίως στις πολιτικές που θα μειώνουν τις επιπτώσεις στην κρίση και στην απασχόληση.