Του Γιώργου Μιχελουδάκη*

“Για τούτον και με δίκαιον

σε ονομάζουν όλοι

Της Παναγίας Δέσποινας

Κήπον και Περιβόλι”

Καισάριος Δαπόντε (1713-1784)


Μέρος Αʼ

Είναι πολύ δύσκολο να γράφεις για τα ίδια πράγματα περισσότερο από μια φορά. Οταν όμως γράφεις για θέματα που αγαπάς, τότε βρίσκεις πάντα έναν τρόπο διαφορετικό για να μεταφέρεις στον αναγνώστη όσα είδες, ένιωσες και βίωσες. Ο λόγος για μια ακόμη επίσκεψη - προσκύνημα στο Περιβόλι της Παναγιάς, το Αγιον Ορος.

Τα τελευταία χρόνια το ενδιαφέρον για την Αθωνική Πολιτεία έχει ενταθεί. Χιλιάδες προσκυνητών κατακλύζουν καθημερινά την Ουρανούπολη, ένα παραθαλάσσιο τουριστικό χωριουδάκι, απʼ όπου μπορεί κανείς να προμηθευτεί το απαραίτητο διαμονητήριο και να βρει “σκάλα” για τη μονή που έχει επιλέξει.

Είναι γεγονός ότι ο περισσότερος κόσμος ενδιαφέρεται για τις μεγάλες μονές, όπου η φιλοξενία είναι ευκολότερη και η πρόσβαση ανετότερη.

Εμείς προτιμήσαμε να διαφοροποιούμαστε απʼ αυτή την πρακτική και να ακολουθήσουμε το δρόμο που οδηγεί σε μονές που δεν έχουν “τρανταχτά” ονόματα, όμως σʼ αυτές μπορεί να βρει κανείς ιστορικό, αρχαιολογικό και καλλιτεχνικό ενδιαφέρον, κυρίως όμως ηρεμία και κατάνυξη για να προσευχηθεί και να επικοινωνήσει με το Θεό. Η μοναδικότητα του ανέγγιχτου από την ανθρώπινη βαναυσότητα τοπίου και η γνωριμία με ανθρώπους που αφιερώθηκαν σε μια δύσκολη ζωή προσευχής και ταπείνωσης, είναι ασφαλώς εμπειρίες πρωτόγνωρες. Στην πολύβουη ερημιά της εποχής μας η επαφή με το Θεό και η προσπάθεια ενδοσκόπησης του εαυτού μας είναι μόνο μερικά από τα οφέλη αυτού του ταξιδιού.

Είναι πρωινό της 9ης Αυγούστου και είμαστε έτοιμοι για ένα ακόμη ταξίδι στο Αγιον Ορος. Η πρωινή δροσιά υπόσχεται μια δροσερή μέρα. Τα δέντρα ανασαίνουν αυτή τη δροσιά. Σε λίγο ένας λαμπρός ήλιος θα φωτίσει τις γύρω βουνοκορφές και τα διάσελα χαρίζοντάς τους παραμυθένιες αποχρώσεις.

Στην ακρογιαλιά της Ουρανούπολης είναι ήδη έτοιμο το φέρυ που θα μας μεταφέρει στο Αγιον Ορος. Ονομάζεται “Αγιος Παντελεήμονας” και είναι καθαρό και περιποιημένο. Το κατάστρωμά του σκεπασμένο με τέντες θα γίνει για μας το πιο δροσερό παρατηρητήριο. Η θαλάσσια αύρα χαϊδεύει τα πρόσωπά μας διώχνοντας και τα τελευταία σημάδια κούρασης και διάθεσης για ύπνο.

Οι γλάροι - οδηγοί μας δίνουν το παρόν. Είναι τόσο εξοικειωμένοι με μας ώστε μας πλησιάζουν ήρεμα, άφοβα, παίρνουν απʼ τα χέρια μας ψωμί ή κάθονται ως οδηγοί στην πλώρη του καραβιού.

Μια ανακοίνωση του καπετάνιου, μας ξεβολεύει από τις σκέψεις μας. Μας πληροφορεί ότι ένα κοπάδι από δελφίνια κολυμπά δίπλα μας. Η εικόνα είναι απίστευτης ομορφιάς!

Η αφιξή μας στη Δάφνη, το επίνειο του Αγίου Ορους, σε λίγο σημαίνει και την αρχή των ... δυσκολιών. Επιβιβαζόμαστε σε λεωφορεία τα οποία θα μας οδηγήσουν στις Καρυές. Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρονια πολλά έχουν αλλάξει στο Ορος.

Ετσι η πεζοπορία, πρακτική αναπόσπαστη με την περιοχή αυτή, φαίνεται να περιορίζεται. Η χρήση μεταφορικών μέσων (λεωφορείων, πούλμαν, ζώων) συν τοις άλλοις εξυπηρετεί τους προσκυνητές που έχουν κάποιο πρόβλημα ή κάποια... ηλικία.

Μπαίνουμε στο σκληρό - αυστηρό τοπίο του Άθω. Δρόμοι στρωμένοι με λιθάρια, απομεινάρια βυζαντινών καλντεριμιών, κάνουν το αμάξι να τινάζεται. Γύρω η βλάστηση οργιάζει: Ελιές, βελανιδιές, καστανιές, σκονισμένες από το χώμα των δρόμων και ο κισσός να ζώνει σαν αδιαπέραστο πλέγμα τους αιωνόβιους κορμούς...

Φτάνουμε στις Καρυές. Η πρωτεύουσα της Αθωνικής Πολιτείας σφύζει από ζωή και κίνηση. Επειδή υπάρχει χρόνος μέχρι την αναχώρησή μας για τη μονή που επιλέξαμε, έχουμε την δυνατότητα να επισκεφτούμε το Πρωτάτο και να προσκυνήσουμε την Παναγία του “Αξιον Εστί”. Παρατηρούμε ότι η εκκλησία έχει ολόκληρη καλυφθεί από ένα βαρύ μεταλλικό στέγαστρο και σιδερένιες κολώνες εξωτερικά και εσωτερικά το στηρίζουν καθώς αντιμετωπίζει μεγάλα προβλήματα στήριξης και διάβρωσης λόγω υγρασίας. Παρόλα αυτά, η ατμόσφαιρα είναι κατανυχτική. Αφήνουμε το βλέμμα να πλανηθεί στις υπέροχες τοιχογραφίες του Μανουήλ Πανσέληνου. Ελπίζουμε οι εργασίες συντήρησης γρήγορα νʼ απαλλάξουν από τον κίνδυνο καταστροφής τα μοναδικά αυτά έργα. Βγαίνουμε από το ναό και περιπλανώμαστε στις γύρω γραφικές γωνιές.

Την καθορισμένη ώρα τα μικρά πούλμαν θα μας φέρουν στην πρώτη μονή του ταξιδιού μας, τη μονή Φιλοθέου: Η κεντρική πύλη βρίσκεται στην ανατολική πτέρυγα. Στο υπέρθυρο υπάρχει εικόνα καλόφρακτη του Ευαγγελισμού. Το θολωτό πρόπυλο φέρει δεξιά ανάγλυφη παράσταση λαβωμένου από φίδι πελεκάνου και τη φράση: (από τα Εγκώμια της Μ. Παρασκευής) “ο υσπερ πελεκάν τετρωμένος την πλευρά σου Λόγε”.

Η αυλή σπαρμένη με γκαζόν μας δίδει μια αίσθηση δροσιάς. Προχωρούμε. Στο κέντρο της το καθολικό είναι αρκετά επιβλητικό. Ανεβαίνουμε μια μεγάλη ξύλινη σκάλα. Στο δεύτερο όροφο βρίσκεται το Αρχονταρίκι. Ο αρχοντάρης μας υποδέχεται και μας προσφέρει κεράσματα. Στη συνέχεια μας μοιράζει σε δωμάτια και μας ανακοινώνει το πρόγραμμα της μονής: Στις 4 το απόγευμα ο Εσπερινός. Αμέσως μετά Τράπεζα (= φαγητό) και μετά Απόδειπνο με προσκύνηση λειψάνων αγίων. Η πύλη της μονής κλείνει με τη δύση του ηλίου, ενώ ο Ορθρος και μετά η Θεία Λειτουργία ξεκινούν στις 4 τα ξημερώματα.

Το παγωμένο νερό (είναι υπέροχο το νερό του Άθω!) μας δροσίζει. Μπορούμε να ξεκουραστούμε και μετά να γνωρίσουμε τη μονή. Τα δωμάτια είναι καθαρά και περιποιημένα. Αισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε σε χώρο οικείο. Από τα παράθυρα μπορούμε να θαυμάσουμε το δάσος που περιβάλλει τη μονή.

Η ξεκούραση μας χαρίζει ενεργητικότητα και χαρούμενη διάθεση. Εχουμε αρκετό χρονο για μια πρώτη γνωριμία με το γύρω χώρο.

Η μονή κατά την παράδοση ιδρύθηκε από τον ασκητή και μαθητή του Αγίου Αθανασίου του Αθωντίη, Φιλόθεο πριν από το 972. Κτιριακές εγκαταστάσεις οικοδομήθηκαν επίσης από τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Βοτανειάτη (1078-1081). Στα 1284 η μονή ενισχύεται από τον Ανδρόνικο Παλαιολόγο. Το 1500 ο Γεωργιανός ηγεμόνας Λεόντιος θα χρηματοδοτήσει έργα επέκτασης και ανακαίνισης. Στα 1871 πυρκαγιά κατέστρεψε μέρος των κτισμάτων της.

Το μολυβδοσκέπαστο ευρύχωρο καθολικό, ανοικοδομήθηκε το 1746 και είναι αφιερωμένο στον Ευαγγελισμό. Στον εξωνάρθηκα οι τοιχογραφίες απεικονίζουν σκηνές από την Αποκάλυψη. Αριστερά, στην είσοδο, εικονίζονται οι κτήτορες Αγιος Συμεών ο Μονοχίτων και Ανυπόδητος και ο Αγιος Φιλόθεος.

Η μονή έχει σχήμα ακανόνιστου πενταγώνου και στερείται πύργου. Ο τελευταίος κάηκε στην πυρκαγιά του 1871 και έκτοτε δεν ξαναχτίστηκε. Την έλλειψη αυτή αναπληρώνει η μολυβδοσκέπαστη πυραμοειδής οροφή του καμπαναριού. Ξαναγυρνούμε στο καθολικό. Οι τοιχογραφίες του είναι έργα των αδελφών Κων/νου και Αθανασίου από την Κορυτσά (1765), οι οποίοι επίσης αγιογράφησαν και το καθολικό της μονής Ξηροποτάμου. Μια πιο προσεκτική παρατήρηση μας βοηθά να αντιληφθούμε τις αλλαγές που ο 18ος αιώνας έφερε στην εικονογραφία: Οι μορφές των αγίων πλάθονται με μεγάλη ελευθερία. Η στατικότητα περιορίζεται. Τα σώματα φαίνεται να πάλλονται, τα υφάσματα να ανεμίζουν. Στο μαρμάρινο προσκυνητάρι του αριστερού κίονα βλέπουμε την εφέστια εικόνα της μονής. Είναι η Παναγία η Γλυκοφιλούσα. Παρά τη σχηματική απόδοση των μορφών μας εντυπωσιάζουν τα πρόσωπα και ο τρόπος απόδοσης του μητρικού αγκαλιάσματος.

Το ένδυμα του Ιησού είναι πρωτότυπο και αφήνει γυμνά τα χέρια και τα πόδια του. Η όλη σκηνή αποπνέει γλυκιά θαλπωρή. Σύμφωνα με την παράδοση, την εικόνα έριξε στη θάλασσα για να τη γλιτώσει από την οργή της Εικονομαχίας η Βικτωρία, σύζυγος του πατρικίου Συμεών. Η εικόνα πλέοντας όρθια πάνω στα κύματα έφτασε στην ακτή, στον αρσανά της μονής. Κατατάσσεται ανάμεσα στις 70 εικόνες του Ευαγγελιστή Λουκά.

Στο δεξιό κίονα σε μαρμάρινο επίσης προσκυνητάρι εικονίζεται ο Χριστός “εν δόξη”. Στους χορούς των ψαλτών δεξιά και αριστερά εικονίζονται στρατιωτικοί άγιοι, περίπου σε φυσικό μέγεθος. Οι μορφές διακρίνονται από μια μοναδική πλαστικότητα. Οι ενδυμασίες αποδίδονται με θαυμαστές λεπτομέρειες, τα πρόσωπα διαθέτουν νεανικό σφρίγος και ορμή.

Φαίνονται να κινούνται στο χώρο, ενώ οι μανδύες του ανεμίζουν. Το τέμπλο είναι περίτεχνο και οι εικόνες του (Χριστός, Παναγία, Αγιος Γεώργιος, Ευαγγελισμός) είναι εκφραστικότατες (1777).

Οι εικόνες του Δωδεκάορτου είναι του 16ου και 17ου αιώνα και είναι ασυνήθιστα μεγάλων διαστάσεων. Ο γνώστης της βυζαντινής τέχνης διαπιστώνει τη μεγάλη σχέση και ομοιότητα που συνδέει τα έργα αυτά με εκείνα της μονής Σταυρονικήτα, τα οποία φιλοτέχνησε ο Μανουήλ Πανσέληνος, δημιουργώντας μια γόνιμη παράδοση.

Στο νότιο τοίχο η εικόνα του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, ο οποίος εμόνασε για αρκετό διάστημα εδώ.

Στον τρούλλο ο Παντοκράτορας παριστάνεται με χρυσά ενδύματα, αρκετά μελαμψός, αλλά ήπιος στην μεγαλοπρέπειά του.

Μετά το τέλος του Εσπερινού ακολουθεί “Τράπεζα”. Είναι το βραδινό φαγητό που σερβίρεται στον ομώνυμο χώρο ο οποίος είναι ζωγραφισμένος με τοιχογραφίες της Κρητικής Σχολής και βρίσκεται στον αʼ όροφο της δυτικής πτέρυγας. Μετά το τέλος του φαγητού επιστρέφουμε στο καθολικό για το Απόδειπνο και την προσκύνηση των αγίων λειψάνων. Από τα λείψανα αυτά μας εντυπωσιάζει το δεξί χέρι του Ιωάννου Χρυσοστόμου σε στάση ευλογίας, το οποίο, όπως μας ενημέρωσε ο ιερέας, είναι άφθαρτο...

Μεταξύ καθολικού και τράπεζας, βρίσκεται η φιάλη. Διαθέτει μαρμάρινους κίονες, θωράκια και στο θόλο της εικονίζονται προφήτες, η Ζωοδόχος Πηγή, η Βάπτιση του Χριστού και η διάβαση της Ερυθράς Θάλασσας.

Η βιβλιοθήκη βρίσκεται στον αʼ όροφο της βορειοδυτικής πτέρυγας και περιέχει 370 χειρόγραφα, ανάμεσα στα οποία και ένα εικονογραφημένο χειρόγραφο τετραευαγγέλιο, από τα αρχαιότερα του Αγίου Ορους. Οπως μας πληροφορούν, πολλοί Αμερικανοί πανεπιστημιακοί μελετούν τα φιλοθεΐτικα χειρόγραφα. Τέλος, η μονή υπήρξε κέντρο αντιγραφής χειρογράφων.

Βγαίνουμε από την κεντρική πύλη για μια βόλτα - περιήγηση στο γύρω χώρο. Ο ήλιος βαδίζει προς τη δύση. Απέναντί μας απλώνεται μια ακύμαντη θάλασσα. Βρισκόμαστε στη νοτιοανατολική ακτή της Χερσονήσου του Άθω. Από δω μπορούμε να διακρίνουμε τις Καρυές, της Σκήτη του Αγίου Ανδρέα και τη μονή Σταυρονικήτα. Ομως η ζέστη είναι ακόμη έντονη και η αντάρα μας περιορίζει την ορατότητα.

Σε λίγο η βαριά κεντρική πύλη της μονής θα κλείσει κι εμείς θα επιστρέψουμε στα δωμάτιά μας. Χαράματα ο ξύλινος ήχος του σημάντρου μας οδηγεί στο καθολικό. Η Θεία Λειτουργια σε μια μοναδική ατμόσφαιρα κατάνυξης, στο υποβλητικό σκοτάδι που φωτίζεται μόνο αμυδρά από το τρεμάμενο φως των καντηλιών θα μας χαρίσει ηρεμία και ευφρόσυνη διάθεση. Είναι το μεγαλείο της πίστης μας! Αισθάνεσαι τότε “κοντά” με τις μορφές των αγίων του τέμπλου και των τοιχογραφιών. Τα πρόσωπα των αγίων, καθώς προβάλλονται στο χρυσό φόντο της αιωνιότητας, σταλάζουν στην ψυχή σου γαλήνη. Είναι ένα συναίσθημα που δεν περιγράφεται. Απλά το ζεις. Το ξημέρωμα μπαίνει μυστικά σχεδόν από τα μικρά παράθυρα του καθολικού και μεταβάλλει τα πράγματα και τα πρόσωπα. Επιστρέφουμε στην πεζή πραγματικότητα....

Σε λίγο αναχωρούμε με τα πόδια για το βʼ προορισμό μας που είναι η μονή Καρακάλλου. Φορτωνόμαστε τις λίγες μας αποσκευές και ξεκινούμε. Ο δρόμος είναι κατηφορικός. Η ζέστη σε λίγο θα είναι απειλητική.

Τα τζιτζίκια άρχισαν κιόλας το τραγούδι τους. Ξεγελιέσαι, σαν να βρίσκεσαι στην Κρήτη! Στο τέλος κάθε μονοπατιού, ξεπροβάλλει μια γαλήνια, ακύμαντη θάλασσα, που πάνω της έχουν χυθεί τόνοι ασημιού...!

Ξεχνάς το βάρος των αποσκευών στους αμάθητους ώμους σου και κοιτάς γοητευμένος το μοναδικό θέαμα.

Μιλάς και η φωνή σου αντηχεί περίεργα στην απόλυτη σιωπή.

Κάθε τόσο επιχειρείς να απαθανατίσεις με την φωτογραφική σου μηχανή εικόνες. Καταλαβαίνεις όμως ότι δεν καταφέρνεις και πολλά πράγματα. Η τεχνολογία δεν μπορεί να συναγωνιστεί τη φύση.

Στο βάθος του δρόμου προβάλλει η μονή Καρακάλλου που είναι και ο δεύτερος προορισμός του φετινού μας ταξιδιού στο Αγιον Ορος.

* Ο Γιώργος Μιχελουδάκης είναι φιλόλογος

Αύριο το τελευταίο μέρος