Οι οικονομικές και κοινωνικές διαστάσεις της γήρανσης

Το πρόβλημα των γηρατειών πάντοτε απασχολούσε τις ανθρώπινες κοινωνίες, αλλά ποτέ με τόση ένταση και σε τόση μεγάλη έκταση όσο τα τελευταία χρόνια. Η αύξηση του γεροντικού πληθυσμού, που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια σε παγκόσμια κλίμακα αλλά και στην Ελλάδα, αποτελεί για τις κυβερνήσεις, και συγκεκριμένα τους φορείς κοινωνικής πολιτικής κάθε χώρας, ένα πρόβλημα που οδηγεί σε αδιέξοδο!«Τόσοι πολλοί και τόσο πολύ» αυτή η φράση κρύβει την εξής διαπίστωση:

Τόσοι πολλοί άνθρωποι μέχρι τα βαθιά γεράματα!

Η δημογραφική γήρανση, ως συνέπεια της αύξησης του προσδόκιμου επιβίωσης και της μείωσης της γεννητικότητας και της θνησιμότητας, αποτελεί στις βιομηχανικές χώρες ένα σημαντικό κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό πρόβλημα το οποίο βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των κυβερνήσεων, των κοινωνικών εταίρων και των ερευνητών.

Το ενδιαφέρον αυτό, αναδύεται από το γεγονός ότι η αύξηση του αριθμού των ηλικιωμένων στο γενικό πληθυσμό και η ανισορροπία μεταξύ ενεργού και εξαρτημένου πληθυσμού, προκαλεί μια σειρά παρενεργειών στην κοινωνική ασφάλιση, στις υπηρεσίες υγείας, στη σύνθεση της απασχόλησης και γενικότερα στην οικονομία. Οι επιπτώσεις είναι εξαιρετικά σημαντικές στα άτομα, στην οικογένεια, στην κατανομή του εισοδήματος, στην αγορά εργασίας, στην πορεία των μικροοικονομικών μεγεθών, στην άσκηση της δημόσιας πολιτικής και στην κοινωνία γενικότερα.



Η ανάγκη της δημιουργίας νέων θεσμών



Η δημιουργία νέων θεσμών για την προστασία των ηλικιωμένων έγινε τον τελευταίο καιρό αναγκαία, γιατί οι σύγχρονες ανάγκες των ηλικιωμένων, όπως διαμορφώνονται σήμερα με τις αλλαγές που έχουν φέρει οι οικονομικές, ιατρικές και εργασιακές εξελίξεις, γίνονται ολοένα και επιτακτικότερες.

Μέχρι σήμερα, μιλούσαμε για υπερήλικες, την ομάδα δηλαδή εκείνη των ατόμων, που συμπλήρωσαν το 65ο έτος της ηλικίας τους, το νόμιμο όριο συνταξιοδότησης και κατά κανόνα υποχρεωτικής διακοπής της εργασίας λόγω ορίου ηλικίας. Η οριοθέτηση αυτή στηρίχθηκε στις παλιές αντιλήψεις για τη βιολογική φθορά του ανθρώπου, που επιφέρει την εξασθένηση των σωματικών και πνευματικών δυνάμεών του, καθώς και σε διάφορα κριτήρια βασισμένα στις κοινωνικές, οικονομικές ή άλλες συνθήκες που επικρατούσαν σε κάθε χώρα.

Με την αύξηση όμως του προσδόκιμου ορίου επιβίωσης, λόγω της αλματώδους εξέλιξης της επιστήμης και της τεχνολογίας καθώς και της μεταβολής των συνθηκών εργασίας και γενικότερα του τρόπου ζωής, άρχισε να αυξάνεται ο αριθμός των ηλικιωμένων, ο οποίος ανεξάρτητα από την επίδραση της αναλογίας του, δημιούργησε ένα πρόβλημα αυτόνομο και πολύπλευρο, γέννημα των ιδιαίτερων αναγκών των ατόμων αυτών, της χαλάρωσης του οικογενειακού δεσμού και προπαντός της διατήρησης των βιολογικών δυνάμεων για μακρύ χρονικό διάστημα μετά το 65ο έτος.

Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι ο αριθμός των υπερηλίκων θα αυξάνεται και το θέμα αυτό θα παίρνει όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις όχι μόνο από την κοινωνική του πλευρά αλλά και από την οικονομική. Μπροστά σʼ αυτήν την διαμορφωμένη κατάσταση έγινε επιτακτική ανάγκη η δημιουργία νέων θεσμών, σύμφωνα με τις σύγχρονες αντιλήψεις, που απευθύνονται στο σύνολο και όχι σε οριακές ομάδες με κριτήρια και διακρίσεις.

Σήμερα η κυρίαρχη αντίληψη όσον αφορά την κοινωνική φροντίδα για τον ηλικιωμένο είναι η ΠΑΡΑΜΟΝΗ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ. Η νέα αντίληψη τον θέλει στο ανοιχτό περιβάλλον, μέσα στη γειτονιά, στην Κοινότητα, στο σπίτι, που μπορεί να είναι των παιδιών του, των συγγενών του, ή το δικό του. Το Γηροκομείο και γενικά το Ίδρυμα εκπροσωπεί μια ιδεολογία πατερναλιστικής προστασίας, εξάρτησης, διαχωρισμού των ηλικιών, ενώ με τον θεσμό «παραμονή στο σπίτι» εκφράζονται οι σύγχρονες ιδέες: κοινωνικοποίηση, δραστηριότητα, αλληλεγγύη μεταξύ των γενεών, ελευθερία, αξιοπρέπεια, που καθιστούν το άτομο, μέλος ενταγμένο στην κοινότητα, ενεργό, αυτόνομο, ισότιμο.



Ιστορική αναδρομή



Η ανάγκη παροχής προληπτικής ιατρικής, ψυχικής και κοινωνικής υποστήριξης στους ηλικιωμένους, με τον ταυτόχρονο περιορισμό της ιδρυματοποίησης αυτών, αναγνωρίστηκε από την Πολιτεία στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Για το σκοπό αυτό ιδρύθηκαν τα Κέντρα Ανοικτής Προστασίας Ηλικιωμένων (Κ.Α.Π.Η.), τα οποία έθεσαν τις βάσεις για νέες προοπτικές σε θέματα κοινωνικής πολιτικής για την Τρίτη Ηλικία. Το βασικό νομοθέτημα το οποίο διέπει τη σύσταση των Κ.Α.Π.Η. είναι το Ν.Δ. 162/1974 «Περί μέτρων προστασίας υπερηλίκων και χρονίως πασχόντων ατόμων» (ΦΕΚ Α΄227). Το 1979 στήθηκε πειραματικά το πρώτο Κέντρο και μέχρι το τέλος του 1981 είχαν λειτουργήσει συνολικά οχτώ προγράμματα με φορείς εθελοντικές Οργανώσεις.

Στη συνέχεια τα Κ.Α.Π.Η., μέσα στα πλαίσια κρατικού πάντα προγραμματισμού, πέρασαν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, πολλαπλασιάστηκαν και έφτασαν τα 300 τα οποία λειτουργούν σε όλη την χώρα. Κυρίως όμως εδραιώθηκαν στη συνείδηση του λαού με τη χρησιμότητα και το δυναμισμό τους.

Σήμερα, είναι ιδιαίτερα έντονη η ανάγκη επαναπροσανατολισμού του θεσμού των Κ.Α.Π.Η. βάσει των σύγχρονων αναγκών των καιρών μας, όπου το πρόσωπο της Τρίτης Ηλικίας σταδιακά αλλάζει και παίρνει το σχήμα και την μορφή της σημερινής Ελλάδας. Η διατήρηση των παραδόσεων, ηθών και εθίμων του τόπου μας, η σύζευξη των ηλικιών σε κοινούς στόχους και οράματα, η δυναμική παρουσία του ηλικιωμένου στην τοπική ζωή μέσω θεσμών, όπου αυτού του Κ.Α.Π.Η. είναι μόνο μερικές από τις δυναμικά μεταμορφωμένες συνιστώσες του θεσμού.



Οργανωτικά χαρακτηριστικά των ΚΑΠΗ



Τα Κ.Α.Π.Η. είναι κρατικά προγράμματα που έχουν καταρτιστεί για την εξυπηρέτηση του θεσμού «Παραμονή στο σπίτι», «παραμονή στην κοινότητα» και σε ότι συμπεριλαμβάνεται μέσα σε αυτήν: στο οικείο περιβάλλον της οικογένειας, της γειτονιάς, του φιλικού περίγυρου. Φαινόμενα όπως η “ασυλοποίηση” και ο “ιδρυματισμός” και πολλές φορές η “κατάθλιψη”, έκαναν επιτακτική την ανάγκη προστασίας και παραμονής της Τρίτης Ηλικίας στο φυσικό της χώρο, μακριά από τον απρόσωπο χαραχτήρα των ιδρυμάτων κλειστής περίθαλψης και άλλης μορφής ασύλων.

Οι βασικοί σκοποί που υπηρετούνται από τα ΚΑΠΗ συνίστανται:

• Στην πρόληψη βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών προβλημάτων

των ηλικιωμένων που θα τους βοηθήσει να παραμείνουν αυτόνομα, ισότιμα και ενεργά μέλη του κοινωνικού συνόλου.

• Στη διαφώτιση και συνεργασία του ευρύτερου κοινού και των ειδικών φορέων, σχετικά με τα προβλήματα και τις ανάγκες των ηλικιωμένων.

• Στην έρευνα πάνω σε θέματα που αφορούν τους ηλικιωμένους.

Για την εκπλήρωση του παραπάνω έργού τους τα Κ.Α.Π.Η. στελεχώνονται από τις εξής επαγγελματικές ομάδες:

• Κοινωνικό λειτουργό

• Φυσικοθεραπευτή

• Εργοθεραπευτή

• Ιατρό φυσικής ιατρικής και αποκατάστασης ή γηρίατρο

• Νοσηλεύτρια

• Οικογενειακή βοηθό.

Η γραμματειακή και διοικητική υποστήριξη του Κ.Α.Π.Η. ανατίθεται σε δημοτικό ή κοινοτικό υπάλληλο, με βάση το άρθρο 109 του Ν. 1188/81. Εφόσον οι ανάγκες το απαιτούν, επίσης για κάθε μία από τις παραπάνω ειδικότητες μπορεί να προσληφθεί και δεύτερο άτομο.

Κάθε Κ.Α.Π.Η. διοικείται από πενταμελές συμβούλιο το οποίο απαρτίζουν:

- Πρόεδρος, ο οποίος ορίζεται από τον δήμαρχο











- Ένας δημοτικός σύμβουλος

- Εκπρόσωπος των εργαζομένων

- Εκπρόσωπος των μελών

- Ένας δημότης που προτείνει ο δήμαρχος, ανάμεσα σε άτομα που ασχολούνται με ανθρωπιστικά επαγγέλματα και ορίζεται με απόφαση Δημοτικού Συμβουλίου.

Λειτουργίες των ΚΑΠΗ



Στα προστατευόμενα από το Κέντρο άτομα παρέχονται οι παρακάτω υπηρεσίες:

• Κοινωνική εργασία στους ίδιους και στο άμεσο περιβάλλον τους.

• Εργοθεραπεία

• Φυσικοθεραπεία

• Βοήθεια στο σπίτι για τα άτομα που ζουν μόνα τους ή γιʼ αυτά που έχουν ιδιαίτερες ανάγκες εξυπηρετήσεως μέσα και έξω από το σπίτι (π.χ. ελαφρύ μαγείρεμα, ψώνια από το σούπερ-μάρκετ κ.α.)

• Φροντίδα και οδηγίες για ιατροφαρμακευτική και νοσοκομειακή περίθαλψη.

• Οργανωμένη ψυχαγωγία (εκδρομές με πούλμαν, χοροί κ.λ.π.) και επιμόρφωση (διαλέξεις, μελέτη θεμάτων εργασίας με ομάδες κ.λ.π.).

• Εντευκτήριο στο οποίο λειτουργεί καντίνα που προσφέρει ρόφημα, αναψυκτικά κ.λ.π. και στο οποίο βρίσκουν συντροφιά και απασχόληση τα μέλη.

























Συγκεκριμένα, σε κάθε ΚΑΠΗ λειτουργούν:

• Το Γραφείο Κοινωνικής Υπηρεσίας, όπου και πραγματοποιείται η υποδοχή του κάθε μέλους στο κέντρο και η εγγραφή του σε αυτό. Σκοπός του γραφείου της κοινωνικής υπηρεσίας είναι να κατευθύνει αλλά και να παρεμβαίνει για την πρόληψη, τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση των κοινωνικών, ψυχολογικών και οικονομικών προβλημάτων των μελών του Κέντρου και του άμεσου περιβάλλοντός τους.

• Το τμήμα Φυσικοθεραπείας, το οποίο και διασφαλίζει στα μέλη υπηρεσίες φυσικοθεραπείας είτε αυτοδύναμα είτε σε συνεργασία με τους ιατρούς, μετά από σχετική ιατρική διάγνωση. Σκοπός του είναι η πρόληψη, βελτίωση και αποκατάσταση παθολογικών, συγγενών και επίκτητων καθώς και τραυματικών βλαβών που προκαλούν διαταραχές στο ερειστικό, μυϊκό, νευρικό αναπνευστικό και καρδιαγγειακό σύστημα.

• Το τμήμα Εργοθεραπείας, το οποίο και παρέχει υπηρεσίες ώστε να συμβάλλει στην διατήρηση και βελτίωση της ψυχολογικής, κοινωνικής και σωματικής κατάστασης των ατόμων που ανήκουν στις ομάδες παρέμβασης, ανάλογα με τα προβλήματα, τις ανάγκες και τα ενδιαφέροντα που παρουσιάζει το κάθε άτομο. Ειδικότερα ο ρόλος του είναι να καθοδηγεί τις αντιδράσεις των μελών σε επιλεγόμενες δραστηριότητες λειτουργικής, κοινωνικής ή ψυχολογικής ιδιότητας για να προάγει ή να συντηρεί την υγεία, να εμποδίζει ή να μειώσει μια αναπηρία να αξιολογήσει την συμπεριφορά και να ενθαρρύνει νέες δυνατότητες και επιδεξιότητες, στη ζωή του.

• Το γραφείο του ιατρείου, βασικός σκοπός του οποίου είναι η παροχή υπηρεσιών πρωτοβάθμιας περίθαλψης και ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά: προσυμπτωματικός έλεγχος, μέτρηση ζωτικών σημείων και σακχάρου, ενεσοθεραπεία, εμβολιασμός, ιατροφαρμακευτική φροντίδα, παροχή πρώτων βοηθειών και περιποίησης τραυμάτων, αγωγή υγείας κατά άτομο και ομάδες ώστε να βελτιωθούν οι διατροφικές συνήθειες και να εξασφαλιστεί ο σωστός τρόπος λήψης φαρμάκων και να εντοπιστούν έγκαιρα δυσχέρειες ή επιπλοκές από κάποια νόσο.

* Η Θεανώ Βρέντζου-Σκορδαλάκη είναι πρόεδρος των ΚΑΠΗ- δημοτική σύμβουλος