Στις προσδοκίες, στα όνειρα και τις επιθυμίες του ανθρώπου για την αρχή και την ανανέωση του κόσμου, με την έλευση της νέας χρονιάς, καθρεφτίζονται οι συνήθειες και τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς και των Φώτων, που αναβιώνουν κάθε φορά με ξεχωριστό τρόπο σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και του κόσμου, με κοινό, ωστόσο στοιχείο, τον εξορκισμό του κακού και την πρόσκληση μιας ευοίωνης και ευτυχούς χρονιάς.
Η ψυχική αυτή ανάγκη των ανθρώπων συνδέεται με τη λαογραφία και τις παραδόσεις της κάθε περιοχής, καθώς και με το θρησκευτικό συναίσθημα των χριστιανών για την έλευση του Χριστού.
Με την αρχή της χρονιάς οι άνθρωποι προβαίνουν σε διάφορες ενέργειες και προγνώσεις για να γνωρίσουν εκ των προτέρων την έκβαση όλων όσα σχετίζονται μ' αυτούς. Για την πρόγνωση της ευτυχίας της χρονιάς χρησιμοποιείται το φλουρί της βασιλόπιτας.

Το έθιμο της βασιλόπιτας

Η βασιλόπιτα είναι συνδυασμός του «εορταστικού άρτου» και του «μελιπήκτου» των αρχαίων προσφορών, τόσο προς τους θεούς όσο και προς τους νεκρούς ή τους κακούς δαίμονες για την εξασφάλιση της υγείας, της καλής τύχης και της ευλογίας του Αγίου Βασιλείου. Είναι άρτος χαρούμενος, όταν γίνεται φουσκωτή από ζύμη και κόβεται ανήμερα το μεσημέρι της Πρωτοχρονιάς και επίπεδος, σχεδόν νεκρολατρικός, όταν ετοιμάζεται άζυμη αποβραδίς και κόβεται στο δείπνο ή τα μεσάνυχτα. Είναι οπωσδήποτε μια προσφορά στους θεούς και στους αγίους ή στα αόρατα πνεύματα των νεκρών και των άλλων στοιχειών. Απόδειξη τα κομμάτια που ξεχωρίζουμε για το Χριστό, την Παναγία, τον Αι Βασίλη, το σπίτι, τους αγρούς, τα ζώα, τους πεθαμένους και τους ξενιτεμένους.
Μία παράδοση της Κωνσταντινούπολης λέει τα εξής: Όταν ο άγιος Βασίλειος ήταν Επίσκοπος στην Καισαρεία, ο Έπαρχος της Καππαδοκίας πήγε με σκληρές διαθέσεις να εισπράξει φόρους. Οι κάτοικοι φοβισμένοι ζήτησαν την προστασία του ποιμενάρχη τους. «Σας ζητάω αμέσως, τους είπε εκείνος, να μου φέρει ο καθένας ό,τι πολύτιμο αντικείμενο έχει». Μάζεψαν πολλά δώρα και βγήκαν μαζί με το Δεσπότη τους οι κάτοικοι της Καισαρείας να προϋπαντήσουν τον Έπαρχο. Ήταν όμως τέτοια η εμφάνιση και η πειθώ του Μεγάλου Βασιλείου, που ο Έπαρχος καταπραΰνθηκε χωρίς να θελήσει να πάρει τα δώρα. Γύρισαν πίσω χαρούμενοι κι ο άγιος Βασίλειος πήρε να τους ξαναδώσει τα πολύτιμα αντικείμενα τους. Ο χωρισμός όμως ήταν δύσκολος γιατί είχαν προσφέρει πολλά όμοια αντικείμενα, δηλαδή δαχτυλίδια, νομίσματα κ.λ.π. Ο Βασίλειος τότε σκέφθηκε ένα θαυματουργό τρόπο: Διέταξε να κατασκευασθούν το απόγευμα του Σαββάτου μικρές πίτες και μέσα σε καθεμιά τοποθέτησε από ένα αντικείμενο. Την επόμενη μέρα έδωσε από μία σε κάθε χριστιανό. Και τότε έγινε το θαύμα! Μέσα στην πίτα του βρήκε ο καθένας ό,τι είχε προσφέρει! Από τότε, λέει η παράδοση, κάθε χρόνο, στη γιορτή του αγίου Βασιλείου, κάνουμε κι εμείς πίτες και βάζουμε μέσα νομίσματα.

Το σπάσιμο
του ροδιού

Το σπάσιμο του ροδιού το πρωί της Πρωτοχρονιάς, μετά την εκκλησιαστική λειτουργία του Αγίου Βασιλείου, είναι μια παράδοση που ενώ ξεκίνησε από την Πελοπόννησο, τη συναντάμε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας.
Ο νοικοκύρης κάθε σπιτιού φέρει στον εκκλησιασμό μαζί του ένα ρόδι. Όταν η οικογένεια επιστρέφει στο σπίτι, ο νοικοκύρης δεν μπαίνει μέσα μαζί με τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας. Πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας και να του ανοίξουν, καθώς δεν πρέπει να χρησιμοποιήσει το κλειδί του. Μπαίνοντας ως καλεσμένος, με το δεξί πόδι, θα είναι αυτός που θα 'κάνει το καλό ποδαρικό', κρατώντας το ρόδι στο χέρι.
Στη συνέχεια, ρίχνει κάτω το ρόδι κάτω με δύναμη, ώστε να σπάσει και να πεταχτούν οι ρώγες του παντού, ενώ ταυτόχρονα λέει: "με υγεία , ευτυχία και χαρά το νέο έτος κι όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά".

Οι κολόνιες

Στην Κεφαλονιά, καθώς και στα υπόλοιπα Επτάνησα, το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, οι κάτοικοι του νησιού γεμάτοι χαρά για τον ερχομό του νέου χρόνου, κατεβαίνουν στους δρόμους κρατώντας μπουκάλια με κολόνιες και ραίνουν ο ένας τον άλλον τραγουδώντας: "Ήρθαμε με ρόδα και με ανθούς να σας ειπούμε χρόνους πολλούς" και ευλογώντας έτσι τον ερχομό του νέου έτους, ευχόμενοι μακροζωία και ευρωστία.
Η ευχή που ανταλλάσσουν για τον χρόνο που φεύγει είναι: "Καλή Αποκοπή", δηλαδή «με το καλό να αποχωριστούμε τον παλιό χρόνο».
Το πρωί της Πρωτοχρονιάς η μπάντα του δήμου περνάει από όλα τα σπίτια και τραγουδάει καντάδες και κάλαντα: "Πάλιν ακούσατε άρχοντες πάλι να σας ειπούμε, ότι και αύριον εστί ανάγκη να χαρούμε και να πανηγυρίζουμε Περιτομήν Κυρίου, την εορτή του Μάκαρος Μεγάλου Βασιλείου".

Τα Μπουμπουσάρια ή ραγκουτσάρια

Μπουμπουσάρια ή ραγκουτσάρια ονομάζονται στη Δυτική Μακεδονία τα τοπικά καρναβάλια της Πρωτοχρονιάς και των Θεοφανίων. Μπουμπουσάρια τα λένε κυρίως στη Σιάτιστα και τα γύρω χωριά, καθώς και στα Βλαχοχώρια των Γρεβενών. Ως ραγκουτσάρια είναι γνωστά σ' ολόκληρο τον υπόλοιπο νομό Κοζάνης και στην Καστοριά. Μάλιστα εκεί ως ραγκουτσάρια αναφέρονται τα καρναβάλια της 7ης και 8ης Ιανουαρίου, την ημέρα του Αη-Γιάννη και την επομένη.
Στη Σιάτιστα τα μπαμπουσάρια γίνονται - εκτός από την Πρωτοχρονιά - κυρίως τα Θεοφάνια, ενώ σ' όλα τα άλλα χωριά του Βοϊου μόνο την Πρωτοχρονιά, με εξαίρεση την Εράτυρα. Εκεί το ωραίο αυτό έθιμο το συναντούμε την επομένη της Πρωτοχρονιάς.
Στα Βλαχοχώρια την παραμονή των Θεοφανίων οι διάφορες παρέες των μεταμφιεσμένων νέων αποτελούσαν συγκροτημένες παρέες, σχεδόν στερεότυπες πάντα: η νύφη, ο γιατρός, ο γκέκας, ο αρματολός και ο σαλός (τρελός), που κατά κανόνα ήταν φορτωμένος με τα κουδούνια. Σε πολλά μέρη τα ραγκουτσάρια έκαναν επισκέψεις και στα διπλανά χωριά και μάλιστα, όταν δύο παρέες συναντιόνταν στους δρόμους, πιάνονταν από τα μπράτσα και χτυπώντας τα κουδούνια με δύναμη, η κάθε παρέα προσπαθούσε να αναγκάσει τους αντιπάλους σε υποχώρηση.
Στη Σιάτιστα και στα γύρω χωριά, οι μικροί μεταμφιεσμένοι γυρίζουν στα σπίτια ή σταματούν τους μεγάλους στο δρόμο και τραγουδώντας «Και βάλε το χεράκι σου στην αργυρή σου τσέπη...», προσπαθούν να τους αποσπάσουν χρήματα.

Τα γλυκά της Πρωτοχρονιάς
στη Χαλκιδική

Οι γυναίκες στη Χαλκιδική, εκτός από τη βασιλόπιτα, πρέπει την παραμονή της Πρωτοχρονιάς να φτιάξουν «κλίκια» και «φταζμίτ'κα», όπως και άλλα γλυκά για τους καλαντιστές, τους επισκέπτες και τα μέλη της οικογένειας. Συνήθως τα γλυκά αυτά είναι: σαραγλί, σουσαμόπιτα, μπακλαβάς, κανταΐφι κ.α.
Ειδικότερα στην Ορμύλια έκαναν κι ένα ειδικό κουλούρι, σε σχήμα «οχτώ», για τον Άγιο Βασίλειο. Το κουλούρι αυτό το έβαζαν στο εικονοστάσι, για το καλό του χρόνου.

Συμβολισμοί και Τυχερά παιχνίδια στη Χαλκιδική

Τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς, στα χωριά της Χαλκιδικής, η βρύση του χωριού έπρεπε να είναι ανοιχτή, έτσι ώστε να τρέχει η τύχη όλη τη χρονιά, σαν το νερό.
Το χιόνι θεωρούνταν καλό σημάδι, καθώς συμβόλιζε την ευτυχία και ήταν προμήνυμα μιας καλής χρονιάς, εξού και η φράση «άσπρη μέρα, άσπρος χρόνος».
Ο καθαρός ουρανός το πρωί της Πρωτοχρονιάς σήμαινε καθαρή χρονιά, δηλαδή χρονιά χωρίς αρρώστιες.
Στις Κυκλάδες θεωρούν καλό οιωνό να φυσάει βοριάς την πρωτοχρονιά. Επίσης θεωρούν καλό σημάδι αν έρθει στην αυλή τους περιστέρι τη μέρα αυτή. Αν όμως πετάξει πάνω από το σπιτικό τους κοράκι τους βάζει σε σκέψεις μελαγχολικές ότι τάχα τους περιμένουν συμφορές.
Σε μερικά χωριά όταν πλένονται το πρωί της Πρωτοχρονιάς αγγίζουν το πρόσωπό τους μ' ένα κομμάτι σίδερο, για να είναι όλο το χρόνο... "σιδερένιοι". Με την Πρωτοχρονιά είναι συνδεδεμένες και πολλές προλήψεις. Τη μέρα αυτή αποφεύγουν να πληρώνουν χρέος, να δανείσουν λεφτά, να δουλέψουν ή να δώσουν φωτιά. 'Oλα αυτά ξεκινούν από την προληπτική σκέψη: ό,τι κάνει και πάθει κανείς αυτή τη μέρα θα εξακολουθεί να συμβαίνει όλο το χρόνο.

Οι ρόδες
στη Δεσκάτη

Ενα έθιμο που συνηθίζεται από τους νεαρούς κατοίκους της περιοχής είναι η συλλογή παλιών λάστιχων αυτοκινήτων για να τα κάψουνε την παραμονή των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς. Τα λάστιχα συλλέγονται όλο το χρόνο με ιδιαίτερο ζήλο και ενθουσιασμό. Μεγάλος αριθμός λάστιχων μαζεύεται και οι φωτιές κρατάνε ως το πρωί και γίνονται πολύ μεγάλες σε μέγεθος. Τα παιδιά παίζουνε διάφορα παιχνίδια γύρω από τη φωτιά όπως το πατροπαράδοτο σάλτο πάνω από τη φωτιά.

Το κουτσούκι στην Επανομή

Στην Επανομή την παραμονή της Πρωτοχρονιάς έπαιζαν το «κουτσούκι»: τοποθετούσαν πεντάρες ή δεκάρες τη μια πάνω στην άλλη, με την ίδια όψη προς τα πάνω (κορώνα ή γράμματα). Στη συνέχεια με ένα μολυβένιο βαρίδι ο παίχτης χτυπούσε τα κέρματα προσπαθώντας να τα γυρίσει ανάποδα. ανάλογα με το πόσα τελικά γύριζε – το οποία έπαιρνε επίσης - καθοριζόταν και η τύχη του για όλη τη χρονιά.

Οι Αράπηδες στη Δράμα

Η λαϊκή φαντασία έχει αφιερώσει πολλές ιστορίες σχετικές με τους Καλικάντζαρους, οι οποίοι πιστεύεται ότι κατέβαιναν από τις καμινάδες και δημιουργούσαν ζημιές στα σπίτια. Οι κάτοικοι των χωριών τους περίμεναν την περίοδο από την ημέρα των Χριστουγέννων, μέχρι την ημέρα των Θεοφανίων, όταν δηλαδή τα νερά είναι "αβάπτιστα". Η όψη τους τρομακτική, οι σκανδαλιές τους απερίγραπτες και ο μεγάλος φόβος τους η φωτιά.
Θέλοντας να φοβίσουν και να διώξουν τα κακά αυτά πνεύματα, οι κάτοικοι των χωριών Μοναστηράκι και Βόλακας της Δράμας, αναπαριστούν τις ημέρες των Θεοφανίων και του Αη-Γιάννη, στις 6 και 7 Ιανουαρίου αντίστοιχα, το έθιμο των αράπηδων.
Οι αράπηδες είναι πρόσωπα που έχουν βάψει τα χέρια και το πρόσωπό τους με στάχτη, ενώ στην πλάτη τους φέρουν καμπούρα από άχυρα. Στη μέση φορούν μια ζώνη με κουδούνια και κρατούν ξύλινο μπαστούνι. Με το σώμα σκυφτό και κάνοντας πλάγιες κινήσεις στηριζόμενοι στο μπαστούνι τους, κινούνται αυτοσχεδιαστικά και δημιουργούν δυνατό ήχο με τα κουδούνια τους, διώχνοντας έτσι τους καλικάντζαρους και μαζί τους και την κακοτυχία.