Της Κατερίνας Μυλωνά
Μία σχολική αίθουσα τι κοινό μπορεί να έχει με ένα μελίσσι; Όταν μία θεολόγος αποφασίζει να γίνει μελισσοκόμος, τότε η απάντηση είναι προφανής.
Η πτυχιούχος εκπαιδευτικός, επαγγελματίας μελισσοκόμος, κ. Μαρία Δρούλου, σπούδασε Θεολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, εργάστηκε ως ωρομίσθια και αναπληρώτρια στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τα τελευταία πέντε χρόνια έχει αφιερωθεί στη μελισσοκομία.
Καταφέρνει να συνδυάσει τις δύο ιδιότητές της και τα μεράκια της μέσω του ΚΕΚ Tεχνικές Σχολές Επιμελητηρίου Ηρακλείου, όπου είναι εκπαιδεύτρια ενηλίκων και μεταδίδει τη γνώση της γύρω από τη μελισσοκομία.
Η πρώτη αγάπη
Η Θεολογία ήταν για την κ. Δρούλου η πρώτη της επιλογή, ήταν ένα αντικείμενο που αγαπούσε ιδιαίτερα και μέχρι σήμερα θεωρεί πως οι σπουδές της της προσέφεραν πολλά. Ασχολήθηκε, επίσης, με τη Φιλοσοφία και τη βυζαντινή τέχνη. Ως επιτυχούσα του ΑΣΕΠ εργάστηκε για έξι σχολικές χρονιές στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, πρώτα ως ωρομίσθια και στη συνέχεια ως αναπληρώτρια. Τα πρώτα τέσσερα χρόνια έπρεπε να διανύει χιλιόμετρα για να πάει στη δουλειά της αφού το σχολείο τοποθέτησής της ήταν στο Λασίθι και στη συνέχεια στο Ρέθυμνο. Μάλιστα, μία χρονιά έφευγε ξημερώματα από το σπίτι της και γύριζε το απόγευμα ενώ ήταν έγκυος.
Παρά τις δυσκολίες, η εμπειρία της από το σχολείο της έχει αφήσει μία γλυκιά γεύση. «Έκανα με πάθος αυτό που ήθελα, μου άρεσε να διδάσκω, δεν ένιωθα κούραση ούτε δυσαρέσκεια», αναφέρει η ίδια στην «Π» και προσθέτει πως ακόμα και σήμερα έχει καλές σχέσεις με συναδέλφους της αλλά και παλιούς μαθητές της.
Η επαγγελματική στροφή
Όμως, ήρθε η κρίση και μετά το 2010 δεν έβλεπε πια το όνομά της στους πίνακες των αναπληρωτών. Έτσι, αποφάσισε να ασχοληθεί με τον τομέα, στον οποίο έχει ταχθεί η οικογένεια του συζύγου της.
Η ίδια αναφέρει πως τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί κατακόρυφα ο αριθμός των μελισσοκόμων στο Ηράκλειο, «μορφωμένοι άνθρωποι, νεαρής ηλικίας, εκδιώχθηκαν από τη δουλειά τους και στρέφονται στον πρωτογενή τομέα», εξηγεί και σχολιάζει πως «άλλα είναι τα όνειρά μας και τελικά, αλλού καταλήγουμε». Αισθάνεται, όπως λέει, τυχερή γιατί, παρά τις δυσκολίες που προηγήθηκαν, τελικά ασχολείται με κάτι που πραγματικά της αρέσει.
Σε ερώτηση της «Π» αν λόγω της δικής της εμπειρίας θα συμβουλέψει ανάλογα τους δύο γιους της όταν έρθει η ώρα να δώσουν εξετάσεις, απαντά πως «πρέπει να αφήσουμε πίσω μας τη νοοτροπία των γονιών μας ότι πρέπει κανείς να σπουδάσει για να έχει επαγγελματική αποκατάσταση. Ένα ΑΕΙ προσφέρει γνώσεις μονάχα, στη συνέχεια η πορεία σου εξαρτάται από εσένα και από τις πολιτικές καταστάσεις».
Το μέλι στην πλατεία
Η κ. Δρούλου συμμετέχει στην έκθεση στην πλατεία Ελευθερίας που οργανώνει, για ενδέκατη χρονιά, ο σύλλογος γυναικών επιχειρηματιών Κρήτης ως αύριο, Σάββατο.
«Το μήνυμά μας είναι ότι οι γυναίκες μπορούν και μέσα στην κρίση να προσπαθήσουν να δουλέψουν, να αναδείξουν τα κρητικά προϊόντα και να βοηθήσουν τις οικογένειές τους», αναφέρει. Για τη μελισσοκομία, η κ. Δρούλου αναφέρει πως το κόστος για να ξεκινήσει κανείς από το μηδέν είναι σημαντικό καθώς μία δεκάρα κυψέλη με πληθυσμό κοστίζει περισσότερο από 100 ευρώ και με σωστούς μελισσοκομικούς χειρισμούς θα μας αποδώσει από 15 με 20 κιλά μέλι. Όπως λέει, χρειάζεται και εξοπλισμός, από τα πιο απλά, έως την εύρεση μικρού φορτηγού, ενώ πολύ σημαντικό είναι να επιμορφώνεται κανείς συνέχεια για το αντικείμενό του.
Κομβικό κομμάτι είναι η τυποποίηση της παραγωγής ενός μελισσοκόμου, καθώς αποτελεί και ένα επιπλέον έξοδο ενώ υπάρχει συγκεκριμένη νομοθεσία που πρέπει να τηρείται.
«Πρέπει να ακολουθείται το μάνατζμεντ, χρειάζεται μία σωστή ετικέτα για να προωθήσουμε το μέλι μας. Πρέπει να υπάρχουν μελισσοκόμοι με εφευρετικότητα ως προς το πώς θα πουλήσουν κάτι διαφορετικό», εξηγεί.
Επίσης, ένα σημαντικό πρόβλημα αποτελούν οι καιρικές συνθήκες, «δεν παλεύουμε μόνο με τα έξοδα αλλά είναι και η φύση που επεμβαίνει σε εμάς», τονίζει.