Νοήματα και κύρια ιδέα εκάστου κεφαλαίου

Το χειμώνα του 431, το τέλος του πρώτου χρόνου του πολέμου, οι Αθηναίοι ακολουθούντες τον πάτριο νόμο (ίσως από του Σόλωνος) οργάνωσαν δημοσία δαπάνη την ταφή των νεκρών αυτού και τον Επιτάφιο λόγο, τον πρέποντα έπαινον, όπως εσυνηθίζετο εξεφώνησεν ανήρ “ος αν γνώμη τε δοκή μη αξύνετος είναι και αξιώσει προήκη” διακρινόμενος διά τη σύνεση και το αξίωμα, ο Περικλής ο υιός του Ξανθίππου, ο οποίος αρχόμενος του λόγου έλεγε τοιάδε” “τι φρονεί όπερ περί του θεσμού του επιταφίου”.

Προοίμιον.

Κεφ. 35: “Αν και νομίζω ότι κίνδυνον διατρέχει η δόξα των πεσόντων από τον λόγον ενός ρήτορος όμως θα προσπαθήσω να ανταποκριθώ στους πόθους και στις προσδοκίες σας”.

Αξιέπαινος είναι ο εισηγητής του επιταφίου λόγου κατά την ταφή των υπέρ πατρίδος πεσόντων. Αλλά εγώ θα προτιμούσα για ανθρώπους που με έργα έγιναν γενναίοι, με έργα να αποδοθούν και οι τιμές “ανδρών αγαθών έργω γενομένων έργω και δηλούσθαι τας τιμάς” και όχι από τον λόγο ενός ανθρώπου να εξαρτάται να γίνουν πιστευτά τα έργα αυτών. Διότι είναι δύσκολον κατά τον έπαινον να τηρεί (ο ρήτωρ) το χρυσό μέτρο που θα ευχαριστήσει όλους. Γιατί αυτοί που τα γνωρίζουν από δική τους πείρα μπορεί να νομίσουν ότι παρουσιάζονται κάπως κατώτερα μπροστά σʼ αυτά που θέλει και ξέρει και αυτοί που δεν τα γνωρίζουν θα τα νομίσουν υπερβολικά από ζήλια. Γιατί ο άνθρωπος ανέχεται να ακούει επαίνους για τους άλλους για πράγματα που και ο ίδιος μπορεί να επιτύχει διά τον εαυτόν του, ό,τι από όσα ακούει, υπερβαίνουν τις δυνάμεις του αμέσως τα πιάνει η ζήλια και ούτε τα πιστεύει.

Κεφ. 36: Έπαινος του

γένους

Αν και πολλά δύναται να λεχθούν προς έπαινον των προγόνων των πατέρων μας και ημών των συγχρόνων, όμως τα παραλείπω και προτιμώ να εκθέσω τον δημόσιον και ιδιωτικόν βίον αυτών, τας μεθόδους δηλαδή εκείνας διά των οποίων εμεγαλούργησεν και η δύναμη της πόλεως ηυξήθη. Πρέπον και δίκαιον είναι πρώτοι οι πρόγονοί μας να έχουν την τιμήν αυτής της μνήμης. Κατοικούντες οι ίδιοι την χώραν αυτήν (αυτόχθονες) από γενεάς εις γενεάν με την ανδρείαν των ελευθέραν παρέδωσαν εις τους πατέρες μας (ευνοεί από τους μυθικούς χρόνους έως 479 π.Χ. τέλος των Περσικών πολέμων. Οι πατέρες πάλιν διετήρησαν τα κληρονομηθέντα και επηύξησαν (εννοεί την ίδρυση της Αθηναϊκής Ηγεμονίας ως το 445 συνθήκη μεταξύ Αθηναίων και Λακεδαιμονίων) και εμείς οι σύγχρονοι (ο Περικλής ήταν τότε περίπου 60 ετών) σε προχωρημένη ηλικία κατορθώσαμε η πόλη μας να έχει απόλυτη αυτάρκεια και για την ειρήνη και για τον πόλεμο (λόγω της Αθηναϊκής θαλασσοκρατορίας: μέγα γαρ το της θαλάσσης κράτος (Α. 143) όμως για τα έργα αυτά τα πολεμικά, που με αυτά αποκτήσαμε το ένα και το άλλο, επειδή δεν θέλω να πολυλογώ σε ανθρώπους που τα ξέρουν θα τα αφήσω και θα εκθέσω πρώτα με ποιά πολιτεία και με ποιούς τρόπους ζωής έγιναν μεγάλα και ύστερα θα έρθω και στον έπαινον των εδώ νεκρών και νομίζω ότι θα έχουν να ωφεληθούν όλοι που έχουν εδώ μαζευθεί και ξένοι και ντόπιοι ακούγοντας αυτά.

Με τον επιτάφιο λόγο ο Θουκυδίδης ηθέλησε να δώσει την εικόνα του πολιτισμού της Περίκλειας Αθηνας σε όλο του το πλάτος και την πληρότητα.

Οι γενιές της Αθηναϊκής ιστορίας χωρίζονται σε τρεις περιόδους: τους προγόνους από τη μυθική εποχή έως το 479 π.Χ. τέλος των Περσικών πολέμων, τους πατέρες που ίδρυσαν την Αθηναϊκή Ηγεμονία 479-445 και τους συγχρόνους. O Περικλής ήταν τότε περίπου 60 ετών.

Κεφ. 37.: Έπαινος της πατρίδος.

Μέθοδοι α) Πολίτευμα.

Αι αρεταί του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.

Το πολίτευμά μας είναι πρότυπον πολιτεύματος αντιγραφόμενον αλλά μη αντιγράφον, δεν εμποδίζει την προαγωγήν των ευδοκιμούντων και προτερήματα εχόντων, ζώντες δε ελευθέρως σεβόμεθα τους νόμους και μάλιστα τους ηθικούς (άγραφους). Το πολίτευμά μας είναι πρότυπον πολιτεύματος δεν παίρνει τους νόμους κανενός ξένου, απεναντίας οι ξένοι το αντιγράφουν. Καλείται δημοκρατία και στηρίζεται στο λαό (στους πολλούς). Εγγυάται ισονομία και ισοτιμία. Στις ιδιωτικές υποθέσεις οι νόμοι δίδουν σε όλους τους πολίτες τα ίδια δικαιώματα και όχι η καταγωγή, ο πλούτος, η κοινωνική θέση όπως στις αριστοκρατίες και ολιγαρχίες. Στα δημόσια λειτουργήματα προτιμούνται οι “απʼ αρετής” όσοι προκόβουν (οι ευδοκιμούντες) και έχουν ικανότητες και κανένας από αυτούς δεν εμποδίζεται να προσφέρει κάτι καλό στην πόλη επειδή είναι πτωχός ή του λείπει η κοινωνική επιβολή. Στην ιδιωτική μας ζωή ζούμε ελεύθερα, δεν υποψιαζόμεθα ο ένας τον άλλο στις καθημερινές μας δουλειές δεν πειράζει ο ένας τον άλλον, σέβεται ο ένας τον άλλον. Και ενώ στην ιδιωτική μας ζωή περνούμε απείρακτα μεταξύ μας, σαν πολίτες από σεβασμό προς τον ίδιο τον εαυτόν μας δεν παρανομούμε, πειθαρχούμε στους άρχοντές μας, στους νόμους, όχι γιατί μας συγκρατεί η τιμωρία του νόμου ή η προσταγή του άρχοντος (όπως στη Σπάρτη) αλλά από ευσυνείδηση υποταγή στο νόμο, αυτόβουλα, με τη θέλησή μας χωρίς εξωτερικούς επηρεασμούς.

Εις το κεφάλαιον αυτό ο Περικλής κάνει σιωπηράν αντίθεση της πολιτείας και των τρόπων των Αθηναίων προς τους των Λακεδαιμονίων και ακόμη υπαινίσσεται τους Ηλείους, Αργείους, Συρακοσίους μιμηθέντας αττικάς διατάξεις, την Ρωμαϊκήν πρεσβείαν η οποία το 454 π.Χ. ήλθεν εις τας Αθήνας προς μελέτην των νόμων. Οι απʼ αρετής καταλαμβάνουν τα αξιώματα και όχι όπως στη Σπάρτη όπου οι βασιλείς εβασίλευον διά μόνην την ευγένειαν ως κατάγεται απʼ Ηρακλείους.

β) Αντίρροπα των πολεμικών πόνων, ψυχαγωγία του πνεύματος, ευζωία

Και διά εορτών και οικιών διακοσμημένων ευπρεπώς δίδομεν εις τους εαυτούς μας την ευκαιρίαν να χαρούν ευγενείς απολαύσεις και η ελεύθερη επικοινωνία με τους άλλους λαούς εισάγει εις την πόλην μας τα αγαθά της γης. Και από τους κόπους εφροντίσαμεν να βρούμε πολλούς τρόπους αναπαύσεως και να χαιρόμαστε τη ζωή. Οι δημόσι οι αγώνες και οι θυσίες γίνονται όλο το χρόνο η μία ύστερα από την άλλη, τα δημόσια κτίρια (Ακρόπολη - Αγορά) οι περιποιημένες και κομψές κατοικίες του καθενός μας και η άνεση και ευχαρίστηση που μας παρέχουν αυτά κάθε μέρα διώχνουν μακριά κάθε στενοχώρια και ακόμη στην πόλη μας, που έχει γίνει παγκόσμιο εμπορικό κέντρο, τα Αθηναϊκά καράβια από τα πέρατα του κόσμου φέρνουν όλα τα αγαθά καλά αυτού και τα χαιρόμαστε εξίσου σαν και τα δικά μας, μέγα γαρ το της θαλάσσης κράτος. Όλα αυτά μας ξεκουράζουν από τον κάματο και τις στενοχώριες της ημέρας. Εν αντιθέσει με τη Σπάρτη η οποία δεν επιτρέπει στον πολίτη της καμιά πολυτέλεια, στο φαί του, στο ντύσιμό του, στο σπίτι του. Ο κωμικός Έρμιππος εις την κωμωδίαν αναφέρεται εις την τότε επί Περικλέους “εμπορική κίνηση και παραθέτει πίνακα εισαγωγών από όλες τις χώρες της Μεσογείου αναφέρεται ενδεικτικώς.

Από τον Ελλήσποντον σκόμβρους και ψάρια ταριχευμένα (παστά) από τη Θεσσαλία πλευρά βόρεια, από Συρακούσας χοίρους (ους) και τυρόν από Συρίας λιβανωτόν, η δε καλή Κρήτη, Κυπάρισσον τοις θεοίς (λιβάνι). Απʼ Ευβοίης απίους και ίφια μήλα (απίδια και καλοθρεμμένα πρόβατα).

Ο Αριστοφάνης στην κωμωδία “Σφήκες” αναφέρει αορίστως “εισιν γε πόλεις χίλιαι αι νυν τον φόρον ημίν απάγουσιν”.

Η κωμωδία τότε ήταν η αντιπολίτευση, αλλά και η δημοσιογραφία.



Αττικαί εορτές

α) Παναθήναια περί τα τέλη Ιουλίου (Eκατομβαιώνος) ετελούντο κατʼ έτος μετά μεγαλυτέρας δε επισημότητος κατά τετραετίας.

β) Ελευσίνια προς τιμήν της Δήμητρος τελούμενες κατʼ έτος επί εννέα ημέρες του μηνός (Βοηδρομιώνος) Σεπτεμβρίου.

γ) Θεσμοφόρια προς τιμήν της Δήμητρος κατʼ έτος επί πέντε ημέρες του μηνός Οκτωβρίου (Πυανεψιώνος).

δ) Απατούρια εορτές της Αθηνάς και Ηφαίστου επί 4-5 ημέρες κατʼ έτος του μηνός Οκτωβρίου (Πυανεψιώνος).

ε) Λήναια εορτή του Διονύσου τον Ιανουάριον (Γαμηλιώνα).

στ) Μεγάλα Διονύσια “εν άστει” τον Μάρτιον Eλαφηβολίωνα).

ε) Θαργήλια προς τιμήν του Απόλλωνος τον Ιούνιον (Θαργηλιωνα).

γ) Η πολεμική εκπαίδευση

Αν και δεν παρεσκευαζόμεθα εις πόλεμον διʼ επιπόνων ασκήσεων και σκληραγωγιών, αλλά διαιτώμεθα ανετώτερα όμως όταν παρουσιασθεί ανάγκη δεν είμεθα ατολμότεροι των αντιπάλων μας.

Την πολεμικήν ικανότητα προσπαθούμεν να αποκτήσωμεν ουχί διά προφυλάξεων και επιπόνων ασκήσεων, αλλά διά της ευψυχίας (γενναιότητος) και της ελεύθερης διαίτης της, χωρίς έγνοιες ζωής, χωρούμεν προς τους κινδύνους εις την πολεμικήν εκπαίδευση διαφέρομεν των αντιπάλων μας. Πρώτα πρώτα η πόλη μας είναι ανοιχτή σε όλους, εχθρούς και φίλους και δεν διώχνουμε κανένα ξένο (οι ξενηλασίες της Σπάρτης) διά να εμποδίσομε να μάθει ή να ιδεί κάτι (τα μυστικά της πόλεως) που θα μπορούσε να τον ωφελήσει. Γιατί εμείς την υπεροχή μας την στηρίζομε στην ψυχική μας αντοχή και όχι στις μυστικές προετοιμασίες και δόλους. Ύστερα στην ανατροφή των παιδιών εκείνοι (οι Λακεδαιμόνοι) με σκληρή αγωγή και άσκηση (ιδέ γράμματα μνημόσυνα σελίδα 320) επιδιώκουν την ανδρεία, εμείς περνούμε τη ζωή μας αξέγνοιαστα και όμως αντιμετωπίζομε μεγάλους κινδύνους όχι με μικρότερη ορμή. Απόδειξη ότι οι Λακεδαιμόνιοι εκστρατεύουν στη χώρα μας με όλους μαζί τους συμμάχους των ποτέ μόνοι. Αντίθετα εμείς πολεμούμε στη χώρα τους μόνοι και πολλές φορές νικούμε. Κανείς εχθρός ως τώρα δεν αντίκρισε τη δύναμή μας συγκεντρωμένη αφού εμείς την ίδια ώρα και για το ναυτικό φροντίζομε και στη στεριά την ίδια ώρα στέλνομε σε πολλές μεριές στρατό.

Ο πολίτης μας στην ειρήνη ζει ελεύθερος και ξέγνοιαστος και όταν έρθει ο κίνδυνος τον αντιμετωπίζομε με μια ανδρεία που δεν την επιβάλλουν τόσο οι νόμοι όσο μας τη δίδουν οι τρόποι που ζούμε και έχομε τότε ένα κέρδος γιατί δεν κουραζόμεθα από πριν για τις άσκημες ώρες που είναι να έρθουν και που δεν δειχνόμαστε, όταν βρεθούμε μέσα σʼ αυτές ολιγότερο τολμηροί από εκείνους που βασανίζονται αδιάκοπα, τους εξ επαγγέλματος στρατιωτικούς (Σπαρτιάτες). Kαι αξίζει κανείς να θαυμάζει την πόλη μας και γιʼ αυτά και για άλλα πολλά. Ξενηλάσια απέλαση ξένων από τη Σπάρτη από τους εφόρους εφόσον εφοβούντο επιβλαβή επίδραση ξενικών τρόπων επί τα ήθη των Σπαρτιατών.

Απάται ήταν τμήμα της Σπαρτιατικής αγωγής ίνα οι νέοι καθίστανται πολυμήχανοι δυνάμενοι να απατούσι τους εχθρούς διʼ αυτό επετρέπετο εις τους νέους και η κλοπή αλλά να μη ανακαλύπτονται διότι τότε ετιμωρούντο αυστηρά. Φροντίζομεν να μορφώσωμεν το πνεύμα μας νομίζοντες ότι ούτε η ανάπτυξη του πνεύματος ούτε η γνώση των καλών της ειρήνης και των κακών του πολέμου μας αποτρέπει των κινδύνων. Αποκτούμεν δε τους φίλους ευεργετούντες παρά ευεργετούμενοι. Αγαπούμεν το ωραίον, τις καλές τέχνες (φιλοκαλούμεν) και κατορθώνομεν να είμεθα φιλόκαλοι (φίλοι του καλού) μετά μικράς δαπάνης, άνευ σπατάλης (μετʼ ευτελείας) συγχέοντες με την πολυτέλεια, και θεραπεύομεν τα γράμματα, τις επιστήμες (φιλοσοφούμεν) χωρίς να χάνωμε την ορμή μας προς δράση, χωρίς να καταντούμε νωθροί (άνευ μαλακίας).

Χρησιμοποιούμε τον πλούτο για κάποιο έργο και όχι για επαίνους, καυχησιολογία και κομπορρημοσύνη και τη φτωχια του την παραδέχεται και δεν τη θεωρεί εντροπή, πιο εντροπή είναι να μην την αποφεύγει δουλεύοντας. Και είμεθα οι ίδιοι που φροντίζομε και για τα δικά μας πράγματα και για τα πολιτικά μαζί πράγματα. Η φροντίδα του όμως για τη δική του δουλειά και το δικό του σπίτι δεν τον αφήνει αδιάφορο και για τα πράγματα της πολιτείας. Και είμαστε οι μόνοι που όποιον δε μετέχει εις τα πράγματα της πολιτείας τον θεωρούμε άχρηστο και όχι ήσυχο άνθρωπο. Η αδιαφορία προς τα κοινά δεν έχει καμιά θέση στην Αθήνα . Και δεν αληθεύει εκείνο που λέγεται ότι ο Αθηναίος είναι μόνο λόγια, γιατί τα λόγια χρειάζονται για να δείξουν το δρόμο και να παρθεί μια σωστή απόφαση, ενέργεια, και η απουσία του βλάπτει με το να μη φωτισθούμεν διά λόγων πρωτύτερα πριν εκτελέσωμεν όσα πρέπει να πραχθούν.

Και διαφέρομεν από τους άλλους και εις το εξής και τόλμη μεγάλη έχομε και όλοι μαζί υπολογίζομεν μετά μεγίστης μαθηματικής ακριβείας όσα σκοπεύομεν να επιχειρήσωμεν. Στους άλλους η άγνοια φέρνει την παράλογη τόλμη (αποκοτιά), ο δε υπολογισμός τον δισταγμόν (οκνον). Όμως την πιο μεγάλη δύναμη της ψυχής την έχουν εκείνοι που ξέρουν ποιά πράγματα είναι φοβερά και πιο ευχάριστα και όμως δεν αποφεύγουν τους κινδύνους.

Ο Αθηναίος έχει τόση δύναμη ψυχής ώστε να αναμετρά καλά τον κίνδυνο και να τολμά να τον αντιμετωπίζει, μόνος αυτός συνταιριάζει τη σκέψη και τη δράση, τη θεωρία και την πράξη. Και στις σχέσεις μας με τους άλλους (κοινωνικές σχέσεις) διαφέρομεν από τους άλλους. O Αθηναίος κερδίζει τους φίλους με το καλό που τους κάνει και όχι που του κάνουν (ευεργετούντες και όχι ευεργετούμενοι) “ου γαρ πάσχοντες ευ αλλά δρώντες κτώμεθα τους φίλους” ο ευεργετών εξακολουθεί να δείχνει τη συμπάθειά του προς τον ευεργετούμενον ενώ αυτός είναι ολιγώτερον πρόθυμος διότι θεωρεί ένα χρέος που εξοφλεί.

Και μόνον εμείς παραστεκόμεθα ο ένας στον άλλο κάνοντας το καλό όχι τόσον από υστερόβουλον υπολογισμόν όσον από την πίστη μας ότι είμεθα άνθρωποι ελεύθεροι και δεν λογαριάζομε τα συμφέροντά μας ούτε φοβούμεθα την μαύρη αχαριστίαν από τον ευεργετηθέντα.

Παραδείγματα ανιδιοτελούς συνδρομής των Αθηναίων προς τους άλλους. Η επέμβαση υπέρ της ταφής των πτωμάτων των επτά επί Θήβας η συνδρομή προς τις πόλεις της Μ. Ασίας που επανεστάτησαν κατά του Δαρείου, η βοήθεια προς τους Σπαρτιάτες κατά τον γʼ Μεσσηνιακόν πόλεμον εναντίον των ειλώτων.