Κίμων - Θεμιστοκλής- Αριστείδης

Ο Κίμων παρουσιάστηκε στην πολιτική το 476 π.Χ., ότε εκλέχτηκε στρατηγός, εποχή που η πολιτική του Θεμιστοκλέους και Αριστείδου είχε θεμελιώσει το μελλοντικό μεγαλείο των Αθηνών. Γιος του Μιλτιάδου του νικητού του Μαραθώνος (490) και της Ηγησιπούλης, κόρης του βασιλέως της Θράκης Ολόρου από την ίδια οικογένεια κατήγετο και ο ιστορικός Θουκυδίδης.

Τα πρώτα χρόνια της ζωής του υπήρξαν δύσκολα αφού ο πατέρας του Μιλτιάδης, πεθαίνοντας του άφησε χρέος τεράστιο 50 τάλαντα, το πρόστιμο που του είχε επιβληθεί για την αποτυχημένη εκστρατεία στην Πάρο (έτσι ετίμησαν το νικητή του Μαραθώνος οι Αθηναίοι, αργότερα τους Θεμιστοκλή - Καποδίστρια - Κολοκοτρώνη - Βενιζέλο). Σʼ αυτό τον εβοήθησε η αδελφή του Ελπινίκη πολύ πλουσία, από το γάμο της με τον πάμπλουτο σύζυγό της Καλλία, διευκολύνοντας έτσι την είσοδο εις την πολιτική του αδελφού της. Εξαιτίας του θανάτου του πατέρα του δεν έτυχε της παιδείας των παιδιών της τάξεώς του. Ήξερε ιππασία, ποίηση και έπαιζε λύρα, ως νέος έζησε άτακτη ζωή. Ήταν συμπαθητικός και ευπροσήγορος και κατείχε καλά την τέχνη να κερδίζει την αγάπη του κόσμου. Έγινε θρύλος η συμπεριφορά του, να γκρεμίσει τους φράκτες από τους κήπους του για να παίρνουν φρούτα οι συνδημότες του, προσέφερε φαγητό στους φτωχούς, πολλές φορές αντήλλασσε τα πλούσια φορέματα των ακολούθων του με τα ενδύματα των γεροντοτέρων που θα συναντούσε στο δρόμο του και άλλα. Δεν είχε ευφράδεια, είχε όμως την ικανότητα να πείθει τους πολίτες και να γίνεται συμπαθής με τη συμνότητά του. Η αριστοκρατική καταγωγή του χάριζε αυτοπεποίθηση, ήταν ευμενής στον αγροτικό κόσμο και ενδιαφέρετο για τα συμφέροντά του. Ήταν θαυμαστής της Σπάρτης “φιλολάκων” και σε όλη του την πολιτική σταδιοδρομία αγωνίστηκε για την ειρηνική συνύπαρξη των δύο πόλεων. Ο γάμος του με την Ισοδίκη κόρη του Ευρυπτολέμου εκ του γένους των Αλκμεωνιδών συμφιλίωσε (Αλμιωνίδη και Φιλαΐδες) τα δύο γένη και τα πολιτικά οφέλη αυτής της συμφιλιώσεως τα εκαρπώθη ο ίδιος. Οι δύο αυτές αριστοκρατικές παρατάξεις αμέσως μετά τα Μηδικά άρχισαν να βλέπουν ότι η ναυτική ανάπτυξη της πόλεως είχε δημιουργήσει μία νέα κατάσταση εις την οποίαν οι δημιουργοί της, οι “Θήτες”, τα λαϊκά στρώματα έχοντας συνειδητοποιήσει το σπουδαίο ρόλο που έπαιξαν κατά τους πολέμους θα επιζητούσαν καλυτέρευση της θέσεώς των, περισσότερα δικαιώματα, με απρόβλεπτες συνέπειες διά την τάξη τους. Τους ετρόμαζε το μέλλον, να μη χαθούν τα κεκτημένα δικαιώματά τους από τις απαιτήσεις των ανερχομένων λαϊκών στρωμάτων που ζητούσαν “ισονομία”.

Εκφραστής των απόψεων των αριστοκρατικών της Αθήνας έγινε ο Κίμων ως αρχηγός τους που η ένωση, ως ελέχθη, των Αλκμεωνιδών - Φιλαϊδών του έδωσε μεγάλο κύρος και μαζί η υποστήριξη της οικογενείας των Κηρύκων από την οποία κατήγετο ο άνδρας της αδελφής του Ελπινίκης.

Η άλλη παράταξη η Δημοκρατική μετά τα Μηδικά άγνωστο για ποιό λόγο, δεν ελειτούργησε κομματικά. Ο αρχηγός της Θεμιστοκλής μεγαλόπνοος, θαρραλέος και δυναμικός συνελάμβανε μεγάλα σχέδια και επεδίωκε πάση θυσία να τα εκτελέσει, πράγμα που επροξενούσε μεγάλη ανησυχία και καχυποψία την οποία και εκμεταλλεύθηκαν οι πολιτικοί του αντίπαλοι. Παρά, όπως λέγει ο Πλούταρχος το ότι “ήταν δημοφιλής” γιατί ήξερε με το όνομά τους τους πολίτες και ήταν αδέκαστος διαιτητής στις μεταξύ τους διαφορές” δεν έκαμε έργο του, όπως ο Κίμων, να διατηρήσει την κομματική επαφή του με τη μεγάλη μάζα των οπαδών του. Έβλεπε περισσότερο προς το μέλλον και σε σχέδια που ξεπερνούσαν τόσο πολύ την εποχή του ώστε και οι ωφελούμενοι από αυτά να μη τα καταλαβαίνουν. Δεν ενδιαφέρθηκε να εκμεταλλευθεί την αίγλη που του χάρισε η νίκη στη Σαλαμίνα ούτε ασχολήθηκε να προβάλει στον πολύ κόσμο την τεράστια σημασία που είχε διά το μέλλον της πόλεως η ναυτική του πολιτική που θα προσέφερε στους ίδιους μεγάλη ευημερία.

Ο Αριστείδης όσο καιρό ήταν ηγέτης των αριστοκρατικών, ενστερνίσθηκε την πολιτική του (Θεμιστοκλέους) και εργάσθηκε για την πραγματοποίησή της. Όταν όμως ο Αριστείδης ασχολήθηκε με την οργάνωση της συμμαχίας είχε παρουσιασθεί ο Κίμων τον οποίον και ο Αριστείδης προώθησε στην κορυφή της αριστοκρατικής παρατάξεως (τον Κίμωνα) η οποία και τον εδέχθη ως την τελευταία αλλά αποτελεσματική λύση για τον κόσμο της που εκινδύνευε να σαρωθεί.

Η προοπτική της πολιτικής του Θεμιστοκλέους ήταν η ανάπτυξη της Αθήνας μέσα στον ελληνικό χώρο έστω και αν στην πορεία της συνεκρούετο με τη Σπάρτη, η οποία γιʼ αυτόν αντιπροσώπευε μια ξεπερασμένη δύναμη προσηλωμένη στην παραδοσική γραμμή της (Ηγεμονία στην ξηρά). Ο Κίμων και η παράταξή του είχαν δεχθεί το ναυτικό πρόγραμμα του Θεμιστοκλέους και την ίδρυση της συμμαχίας για ενδεχόμενη επιθετική ενέργεια των βαρβάρων και όχι για να θιγεί η Σπάρτη η οποία θα διατηρούσε την ηγεσία στον ελληνικό ηπειρωτικό χώρο. Η Αθήνα με την απόλυτη συγκατάθεση της Σπάρτης θα εκινείτο εις το Αιγαίο ηγούμενη του αμυντικού επιθετικού πολέμου εναντίον των Περσών. Ρόλο που και οι Σπαρτιάτες αρχικά δεν είχαν αντίρρηση να παίξουν οι Αθηναίοι.

Βαθμιαία όμως όσο μεγάλωνε η δύναμη των Αθηναίων άρχισαν να ανησυχούν (οι Σπαρτιάτες) φοβούμενοι ότι θα οδηγούσε στον παραμερισμό των και στην εξασθένηση της Πελοποννησιακής συμμαχίας και ενώ η πολιτική του Θεμιστοκλέους τους ετρόμαζε, η γραμμή της πολιτικής του Κίμωνος τους ήταν αποδεκτή πράγμα που ωφώλησε τον Κίμωνα και την παράταξη των Αριστοκρατών που έδρεψε τους καρπούς της πολιτικής του Θεμιστοκλέους.

Στην ηγεσία των αριστοκρατών ο Κίμων διεδέχθη τον Αριστείδη. Υπάρχουν όμως πολλά σκοτεινά σημεία σε όλη αυτή την περίοδο της διαδοχής. Δύο περιπτώσεις αναφέρονται: η πρώτη ότι ήταν απασχολημένος (Αριστείδης) και μετά το 476 π.Χ. στην οργάνωση της συμμαχίας, παρεχώρησε τη θέση του στον Κίμωνα και η δεύτερη να ανέδειξε αυτόν τον Κίμωνα ως αρχηγό των αριστοκρατικών και ο ίδιος με τη θέλησή του να αποσύρθηκε. Οι αρχαίες πηγές σιωπούν και ο Πλούταρχος αναφέρει ότι πέθανε στον Πόντο “πράξεων ένεκα δημοσίων” ίσως το 467, πως η πολιτεία μετά το θάνατο του επροίκισε τις θυγατέρες του με τρεις χιλιάδες δραχμές την κάθε μια και προγιό του Λυσίμαχο προσέφερε γη, 100 “αργυράς μνας” και τέσσερις δραχμές καθημερινή αποζημίωση. Από τις πηγές ο Αριστείδης παρουσιάζεται “πένης” δεν γίνεται όμως αποδεκτό. Ο Αριστείδης αφού έγινε άρχων (το αξίωμα απαιτούσε περιουσία) 489 π.Χ. αλλά απησχολημένος με τα δημόσια καθήκοντα δεν είχε τον απαιτούμενο χρόνο να ενδιαφερθεί να την αξιοποιήσει ύστερα από τη λεηλασία των Περσών. Από τη συμμαχική υπόθεση ασφαλώς δεν κέρδισε τίποτε υλικό όπως και από την άλλη δημόσια απασχόληση. Και όμως κατηγορήθηκε από κάποιο Διάφαντο για δωροδοκία όπως αναφέρει ο Πλούταρχος αλλά δεν δέχεται την κατηγορία ως πραγματική. Η πόλη ετίμησε τον Αριστείδη όσο κανένα άλλο, ως το τέλος της ζωής του. Επλήρωσε τα έξοδα της κηδείας του και του παρεχώρησε τάφο στο Φάληρο. Ο Κίμων από το 476 έχει την εξουσία στην Αθήνα και τίθεται επικεφαλής των συμμαχικών δυνάμεων με στόχο να εκδιώξει τις περσικές φρουρές που υπήρχαν στη Θράκη και να σταθεροποιήσει το νευραλγικό αυτό σημείο του θαλάσσιου δρόμου. Η περιοχή της Θράκης ενδιέφερε ιδιαίτερα και τους Αθηναίους γιατί ήταν πλουσιότατη σε πρώτες ύλες, ξυλεία άφθονη και κατάλληλη για τη ναυπήγηση πλοίων, μεταλλεία χρυσού και αργύρου. Κατά πρώτον επολιόρκησε την Ηιόνα στις εκβολές του Στρυμόνος ποταμού. Την πόλη προστάτευε ισχυρό τείχος και η κατάληψή της δεν ήταν εύκολη υπόθεση, αφού τότε δεν υπήρχαν ακόμη πολιορκητικές μηχανές και η κατάληψή της με έφοδον ήταν αδύνατη, οι διαπραγματεύσεις του δε με τον Πέρση διοικητή Βόγη δεν επροχωρούσαν. Τότε ο Κίμων εφάρμοσε μια πρωτοφανή λύση διά την εποχή του, που έμεινε θρυλική. Έστρεψε τα νερά του Στρυμόνος προς το πλίνθινο τείχος της πόλεως και η διάβρωση του κάτω μέρους του τείχους ήταν ζήτημα ελαχίστου χρόνου και με το ρήγμα που εγίνετο θα έπεφτε και το επάνω μέρος του τείχους και οι Έλληνες θα ωρμούσαν μέσα στην πόλη. Τότε ο Βόγης επειδή είχαν και τα τρόφιμα εξαντλήθει κατά τον Ηρόδοτο άναψε φωτιά μεγάλη, έσφαξε τα παιδιά του, τη γυναίκα του, τις παλλακίδες του, τους υπηρέτες και τους έρριξε στη φωτιά πήρε τους θησαυρούς (χρυσό, ασήμι) της πόλεως και τους σκόρπισε στο Στρυμόνα και τέλος έπεσε και ο ίδιος στη φωτιά και η πλούσια αυτή περιοχή περιήλθε στη συμμαχία. Ύστερα από αυτό κατέλαβε τη νήσον Σκύρο την οποίαν κατείχον Δόλοπες πειρατές και αποτελούσαν κίνδυνο για την ελεύθερη διακίνηση των εμπορικών πλοίων και εγκατέστησε εις αυτή Αθηναίους κληρούχους. Κληρούχοι: Σε πολλά νησιά από εκείνα που είχαν καταλάβει οι Αθηναίοι είχε αφαιρεθεί η γη από τους αρχαίους κατοίκους και είχε δοθεί εις πολίτες Αθηναίους οι οποίοι αν και εγκατεστημένοι μακράν της πόλεως των Αθηνών εξακολουθούσαν να είναι πολίτες Αθηναίοι υπηρετούσαν εις τον αθηναϊκό στρατό και είχον δικαίωμα να μετέχουν της εκκλησίας του δήμου. Οι τοιούτοι ελέγοντο κληρούχοι και ήσαν περισσότεροι από 5 χιλιάδες κατέχοντας τα νησιά Ίμβρο, Λήμνο, Σκύρο και άλλα.

Και δεν έμεινε εις αυτό μόνο αλλά παρακάτω με το οποίο εδίδετο θεϊκή επικύρωση στους ηγεμόνες της Αθήνας που να καταξιώνει τις ενέργειές τους. Παλαιός Δελφικός χρησμός ώριζε στους Αθηναίους να μεταφέρουν από τη Σκύρο τα λείψανα του Θησέως στην Αττική. Οι Δόλοπες όμως ούτε να μαρτυρήσουν τη θέση του τάφου ούτε να επιτρέψουν στους Αθηναίους να ερευνήσουν στο νησί ηθέλησαν. Τώρα μετά την κατάληψη του νησιού οι σχετικές προσπάθειες ετελεσφόρησαν και ο Κίμων με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια επάνω σε τριήρη μετέφερε τα οστά του ήρωα στην Αθήνα και το τοποθέτησαν στο Θησείο.

Μετά τη Σκύρο είχε σειρά η Κάρυστος (Εύβοια) της οποίας η θέση είχε πρωταρχική σημασία στην κίνηση των πλοίων προς το Αιγαίο. Η άρνησής της να γίνει μέλος της συμμαχίας και η ουδετερότητά της προβλημάτισε τη συμμαχία (Αθηναίους) σε περίπτωση επανεμφανίσεως των Περσών το λιμάνι της να χρησιμοποιηθεί ως βάση από αυτούς. Καθώς ο εχθρικός κίνδυνος δεν είχε ακόμη απομακρυνθεί και τα αριστοκρατικά κόμματα στις πόλεις δεν έβλεπαν με αντιπάθεια τους Πέρσες η ουδετερότητα της Καρύστου ήταν πολύ επικίνδυνη. Και πρέπει να λεχθεί ότι κατά τους Περσικούς πολέμους αποδείχθηκε ότι τα αριστοκρατικά κόμματα ορισμένων πόλεων όπως της Καρύστου, Νάξου από αντίθεση προς τους Αθηναίους έδειχναν να προτιμούν μια φιλοπερσική πολιτική.

συνεχίζεται