Του Γ. Καλογεράκη

Αυτές τις μέρες γιορτάζουμε την επέτειο της Μεγάλης Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Μιας επανάστασης ξεχωριστής, από τις πάμπολλες που είχαν προηγηθεί, τα χρόνια της σκλαβιάς μας από τους Τούρκους. Και ήταν ξεχωριστή γιατί κατάφεραν οι Έλληνες στο τέλος της να αποκτήσουν ανεξαρτησία.

Η Ελλάδα, έστω και ένα μικρό κομμάτι της στην αρχή, ήταν επί τέλους ελεύθερη.

Σε όλη την διάρκεια της σκλαβιάς τους, από το 1453, οι Έλληνες, μη μπορώντας να αντέξουν τον ζυγό, επαναστατούσαν. Οι Τούρκοι πάντα τις κατέπνιγαν αφήνοντας πίσω τους ερείπια και αίμα.

…ο αγώνας ( το 1821 ) στην Κρήτη έμελλε να αντιμετωπίσει πολλά και δύσκολα προβλήματα. Οι ιδιαίτερες συνθήκες της νήσου συντελούσαν σ’αυτό. Πρώτα απ’όλα, λόγω της εξαιρετικής γεωγραφικής της θέσεως η Κρήτη μετά την εκδίωξη των Βενετών το 1669, είχε συγκεντρώσει πολλούς Τούρκους που σύμφωνα με μαρτυρίες έφταναν το 1821 ως 120.000 ενώ οι Έλληνες δεν υπερέβαιναν τις 140.000. Ενώ όμως σε άλλες υπόδουλες περιοχές η θέση των Ελλήνων είχε σημαντικά βελτιωθεί, στην Κρήτη η εξέλιξη δεν ήταν ανάλογη, επειδή επικρατούσε φοβερή καταπίεση. Οι σφαγές των Ελλήνων ήταν καθημερινές και η τρομοκρατία συνεχής καθ’όλη την διάρκεια της τουρκοκρατίας. Χαρακτηριστικό είναι ότι ενώ ολόκληρη η Πελοπόννησος βρισκόταν υπό την διοίκηση ενός και μόνο πασά, η Κρήτη είχε 3 κεντρικές διοικήσεις : στο Ηράκλειο, στα Χανιά και στο Ρέθυμνο. Έτσι και στην παραμικρή υποψία ανταρσίας των Ελλήνων οι Τούρκοι αντιδρούσαν αμέσως παίρνοντας σκληρά μέτρα. Εκτός όμως από την αγριότητα και τον μεγάλο αριθμό των Τούρκων από τους οποίους 20.000 ήταν άρτια εξοπλισμένοι, υπήρχαν και πολλοί άλλοι λόγοι που καθιστούσαν την επανάσταση στην Κρήτη σχεδόν αδύνατη. Οι Κρητικοί, με εξαίρεση τους Σφακιανούς και τους Ριζήτες, ήταν άοπλοι. Επιπλέον η Κρήτη, απομακρυσμένη από την υπόλοιπη Ελλάδα, θα ήταν δύσκολο, όταν θα επαναστατούσε, να ενισχύεται συνεχώς από ισχυρή ναυτική δύναμη, όπως θα έπρεπε, επειδή η μεγαλύτερη απειλή γι’αυτήν θα προερχόταν από τον γειτονικό στόλο της Αιγύπτου, που από τις πρώτες ημέρες της εξεγέρσεως των Κρητικών θα έσπευδε να ενισχύσει τους Τούρκους της νήσου. Εξ’άλλου στην Κρήτη ήταν σχεδόν ανύπαρκτη η τοπική αυτοδιοίκηση, σε αντίθεση με άλλες περιοχές της Ελλάδος, και εξ’αιτίας της καταπίεσης η Φιλική Εταιρεία δεν είχε κατορθώσει παρά ελάχιστους μόνο να μυήσει κυρίως εμπόρους ή πλοιάρχους…

( Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΒ΄, σελ. 165 )

Παρά τις πιο πάνω αντιξοότητες, η επανάσταση του 1821 απλώθηκε και στην Κρήτη. Λίγο αργότερα βέβαια από την υπόλοιπη Ελλάδα, επίσημη έναρξη της οποίας αποδίδεται η 14η Ιουνίου 1821, ημέρα κατά την οποία σημειώθηκε η πρώτη νικηφόρα μάχη στο χωριό Λούλος Χανίων.

( Θεοχάρης Δετοράκης, Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1990, σελ. 322 )

Η Επανάσταση στην Κρήτη πέρασε από πολλά στάδια. Οι βιαιοπραγίες των Τούρκων πολλές. Άλλοτε νικούσαν οι Κρητικοί και άλλοτε οι Τούρκοι. Ο σουλτάνος Μαχμούτ ο Δ΄ αναγκάστηκε να ζητήσει την βοήθεια του πασά της Αιγύπτου Μεχμέτ Αλή. Κι αυτό γιατί ο στρατός των Τούρκων ήταν απασχολημένος στην Πελοπόννησο. Ο Μεχμέτ Αλή δέχτηκε και έστειλε ισχυρό στρατό στην Κρήτη με αρχηγό τον γαμπρό του Χασάν πασά. Ο Χασάν πασάς έφτασε στην Σούδα στις 28 Μαΐου 1822 και άρχισε το έργο του, την υποταγή των επαναστατών.

( Θεοχάρης Δετοράκης, Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1990, σελ. 332-333 )

…όταν κατά τα μέσα Σεπτεμβρίου του 1822 ο Χασάν πασάς εξεστράτευσε με όλο τον στρατό του στην επαρχία Πεδιάδας, 2.000 Έλληνες υπό τους ντόπιους οπλαρχηγούς και τον Σφακιανό Ρουσάκη Χούρδο απέκρουσαν σε πεισματώδη μάχη τον εχθρικό στρατό που κατευθυνόταν προς το Λασίθι. Ο Χασάν πασάς στρατοπέδευσε τότε στο χωριό Βιάννο, όπου παρέμεινε επί ένα μήνα, και από εκεί με αιφνιδιαστικές επιθέσεις και ενέδρες λεηλατούσε, αιχμαλώτιζε και ερήμωνε τον τόπο. Οι κάτοικοι αναγκάστηκαν τότε να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να καταφύγουν στα ορεινά χωριά του Λασιθίου. Αλλά και οι Έλληνες επαναστάτες καταπονούσαν συνεχώς τον στρατό του Χασάν πασά, που αναγκάστηκε τελικά να επιστρέψει στην Πεδιάδα…

( Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΒ΄, σελ. 277 )

Το τέλος του Χασάν πασά στην Κρήτη ήταν τραγικό. Θεία δίκη ; Μετά την σφαγή των εγκλείστων Χριστιανών στο σπήλαιο της Μιλάτου, τον Φεβρουάριο του 1823, ο Χασάν πασάς, διαβιούσε στο κάστρο του Καστελλίου Πεδιάδος. …ημέραν τινά, καθ’ήν έφιππος περιήρχετο την επαρχίαν, αφηνιάσαντος του ίππου του παρεσύρθη και κατερρίφθη παρ’αυτού, παθών δε εκτραχηλισμόν απεβίωσε. Τον νεκρόν δ’αυτού οι περί αυτόν μετέφερον εις Ηράκλειον κρυφίως, ίνα μη εκ του θανάτου του μεγάλου των αρχηγού τούτου αναλάβωσι νέον θάρρος οι Χριστιανοί, και εκεί ενεταφίασαν αυτόν. Στις 5 Ιουνίου 1823…

Παναγιώτη Κριάρη, Ιστορία της Κρήτης, τόμος 2ος, Αθήνα 1930 σελ. 411

και Κρητικά Χρονικά, τόμος 3ος, σελ. 312 )

ΤΟ ΤΕΛΟΣ

ΤΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ

…Έπειτα από τον πολυαίμακτο δεκαετή αγώνα και τις απροσμέτρητες θυσίες, η επανάσταση στην Κρήτη τελείωνε χωρίς δικαίωση. Το πρωτόκολλο της 22ας Ιανουαρίου 1830 άφηνε την Κρήτη έξω από τα όρια του νεοπαγούς Ελληνικού κράτους, στην απόλυτη δικαιοδοσία του σουλτάνου. Την λύση αυτή επέβαλε η αγγλική διπλωματία που ήταν σταθερά εχθρική στο ζήτημα της Κρητικής ελευθερίας. Η είδηση βύθισε τους Κρήτες σε απογοήτευση. Με αγανάκτηση και οργή αντέδρασαν, όχι μόνο κατά των Μεγάλων Δυνάμεων, αλλά και κατά του κυβερνήτη Καποδίστρια. Το «Κρητικόν Συμβούλιον», που αποτελούσαν οι Κ. Κριτοβουλίδης, Α. Στεφανάκης, Τζώρτζης Σαουνάτσος, Ν. Λιμπρίτης, Γ. Καλομενόπουλος, Μ. Χιονάκης, Α. Ιωαννίδης, Ι. Μιχαήλ, Γ. Βενέτικος, Γεώργιος Σακόρραφος, Α. Αρετίνης, Α. Παπαδάκης, Ι. Κονδύλης και Μ. Λιδάς, με γραμματέα τον Ν. Δαμβέργη, συνεδρίασε εκτάκτως στο χωριό Μαργαρίτες Μυλοποτάμου ( 22 Απριλίου 1830 ) και εξέδωκε προκήρυξη «Προς τους Έλληνας», ένα κείμενο αληθινά δραματικό :

« Η Κρήτη ήτο και είναι μέρος αδιάσπαστον της Ελλάδος αυτής, ως συναγωνισθείσα και συναγωνιζομένη με τα λοιπά επαναστατημένα μέρη από την αρχήν, ώστε δεν ημπορεί τις να εννοήση πώς εις διαφόρους πράξεις πληρεξουσίων των σεβαστών τούτων μοναρχών η Κρήτη παρεσιωπήθη διόλου, ενώ ακόμη μάλιστα έχει τον εξολοθρευτικόν πόλεμον εις τους κόλπους της και οι Τούρκοι είναι περιωρισμένοι εις μόνα τα φρούριά των από τους Έλληνας… Ημείς δεν ευρίσκομεν αλλού την σωτηρίαν μας παρά εις τα όπλα μας και εις αυτόν τον έντιμον θάνατον. Και αν η χριστιανοσύνη μας παραδώση εις την ασπλαγχνίαν των Τούρκων, αφ’ου κατασφάξωμεν απαθώς τας γυναίκας, τα τέκνα και τους γέροντάς μας, ας γενώμεν και ημείς θύματα, αλλά θύματα ένδοξα σταθερότητος και των απαραγράπτων δικαίων μας…»

( Θεοχάρης Δετοράκης, Ιστορία της Κρήτης, Ηράκλειο 1990, σελ. 349 )

Σημείωση: Ο Γεώργιος Σακόρραφος που υπογράφει σαν πληρεξούσιος του Κρητικού Συμβουλίου την πιο πάνω ανακοίνωση, είναι πατέρας του Νικολάου Σακορράφου, γιατρού που ήρθε στο Καστέλλι από τον Άγιο Κωνσταντίνο Ρεθύμνου περί το 1860 και παππούς του μεγάλου Καστελλιανού ευεργέτη, γιατρού Στυλιανού Σακορράφου.

ΤΟ ΧΩΡΙΟ ΒΑΡΒΑΡΩ

(ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΣ)

Ένα από τα πιο ιστορικά και παλαιότατα χωριά του Δήμου Καστελλίου. Ιδρύθηκε μετά το 961, όταν ο Νικηφόρος Φωκάς ελευθέρωσε την Κρήτη από τους Σαρακηνούς και την έκανε επαρχία του Βυζαντινού κράτους. Το χωριό ίδρυσαν και κατοίκησαν « μη Έλληνες ( βάρβαροι ) », που ακολουθούσαν τον Νικηφόρο Φωκά, και πήρε το όνομα Βαρβάρω.

Πριν την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους το 1669, στην απογραφή του 1583 το χωριό Βαρβάρω αναφέρεται στον Καστροφύλακα με 37 κατοίκους.

Με την πρώτη απογραφή που έκαναν οι Τούρκοι, δυο χρόνια μετά την κατάληψη της Κρήτης το 1671, αναφέρεται το χωριό Βαρβάρω με 18 πλούσιους, 15 μεσαίας τάξεως και 3 φτωχούς εργαζόμενους κατοίκους. Σύνολο 36. Στην απογραφή αυτή εξαιρέθηκαν οι ανήλικοι, οι γέροντες, οι ανάπηροι και οι κληρικοί. Επίσης εξαιρέθηκαν οι γυναίκες. Η απογραφή των Τούρκων έγινε για να διαπιστωθεί πόσοι κάτοικοι κάθε χωριού θα πληρώνουν κεφαλικό φόρο. Το συμπέρασμα απ’αυτήν την απογραφή είναι ότι στο χωριό Βαρβάρω – Αρχάγγελος υπήρχαν το 1671 περίπου 36 χριστιανικές οικογένειες.

( Σταυρινίδης Νικόλαος, Μεταφράσεις τουρκικών ιστορικών εγγράφων, τόμος Β’, σελ. 115 )

Στην απογραφή του 1881, και ενώ η Κρήτη δεν αποτελούσε ακόμα αυτόνομο κράτος, στο χωριό Βαρβάρω απογράφονται 262 κάτοικοι από τους οποίους οι 131 χριστιανοί και οι 131 μουσουλμάνοι. Χριστιανικές οικογένειες κατά την απογραφή του 1881, 29.

( Σταυράκης Νικόλαος, Στατιστική του πληθυσμού της Κρήτης κατά την απογραφή του 1881, σελ. 45 και 120 )

Από τα παραπάνω βλέπουμε ότι ο αριθμός των χριστιανικών οικογενειών στο Βαρβάρω κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας αλλά και πριν, δεν ξεπέρασε ποτέ το νούμερο 40.

Για τα θύματα της περιοχής μας, αλλά και της Κρήτης γενικότερα, στην διάρκεια των δέκα χρόνων της Ελληνικής Επανάστασης, από το 1821 ως το 1830, δεν υπήρχαν μέχρι τώρα αρκετά στοιχεία.

Αυτό το κενό ήρθε να συμπληρώσει το βιβλίο «Κώδικας Θυσιών» που εκδόθηκε πρόσφατα από τέσσερις Πανεπιστημιακούς ( Βασίλης Δημητριάδης, Ελένη Καραντζίκου, Πηνελόπη Φωτεινού, Χρυσούλα Χριστοδουλάρα ). …πρόκειται ( λένε οι συγγραφείς ), για ένα ιεροδικαστικό κατάστιχο μεγάλο μέρος του οποίου καλύπτει η καταγραφή των ονομάτων και των περιουσιακών στοιχείων των χριστιανών κατοίκων της Ανατολικής Κρήτης που εκτελέστηκαν, αιχμαλωτίστηκαν ή διέφυγαν κατά την διάρκεια της επανάστασης του 1821 και οι περιουσίες τους δημεύτηκαν από το οθωμανικό δημόσιο…

Αυτό το τούρκικο κατάστιχο βρίσκεται στην Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου και μεταφράστηκε από τους πιο πάνω Πανεπιστημιακούς.

Από τον «Κώδικα» φαίνεται ότι ο μεγαλύτερος αριθμός θυμάτων ανήκει στην επαρχία Πεδιάδος. Τα θύματα σύμφωνα με τον «Κώδικα» κατά επαρχία είναι :

Τέμενος 415

Πεδιάδα 964

Μαλεβίζι 818

Μεραμπέλο 359

Ρίζο 213

Μονοφάτσι 429

Καινούριο 509

Πυργιώτισσα 126

Λασίθι 97

Σητεία 322

Ιεράπετρα 177

Και στην επαρχία Πεδιάδος από τα 964 θύματα, τα 248 ανήκουν στον Δήμο Καστελλίου. Αποδεικνύεται έτσι ότι ο τόπος μας είχε, όχι μόνο ενεργή συμμετοχή στην επανάσταση του 1821, αλλά πλήρωσε και βαρύ τίμημα. Και το βαρύτερο όλων των χωριών του Δήμου, πλήρωσε το Βαρβάρω (Αρχάγγελος).

Για το Βαρβάρω ο αριθμός των θυμάτων είναι απίστευτα μεγάλος σε σχέση με τις χριστιανικές οικογένειες. Στον κώδικα αναφέρονται 35 θύματα.

ΤΑ ΟΝΟΜΑΤΑ

ΤΩΝ ΘΥΜΑΤΩΝ

ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΒΑΡΒΑΡΩ

1. Ζαχαρίας Κοκόλας ( έφυγε )

2. Ειρήνη Παπαδιά ( αιχμαλωτίστηκε )

3. Κασώτης Χαραλάμπης ( έφυγε )

4. Κωνσταντής Τσιριγώτης ( έφυγε )

5. Αντώνης Δρακουδάκης ( έφυγε )

6. Νικολής Σταυρακάκης ( έφυγε )

7. Γιώργης Αταλαβούης (αιχμαλωτίστηκε μαζί με τα παιδιά του)

8. Παιδί του Γιώργη Αταλαβούη ( αιχμαλωτίστηκε )

9. Παιδί του Γιώργη Αταλαβούη ( αιχμαλωτίστηκε )

10. Στεφανής Καβαλαράκης ( έφυγε )

11. Αντώνης Παπαδάκης ( έφυγε )

12. Γιάννης Πρατικός ( έφυγε )

13. Νικολής Λουλούδης ( έφυγε )

14. Κυργιάννα Μεσώνα ( έφυγε )

15. Κωνσταντής Παπαδουδάκης ( έφυγε )

16. Κωνσταντής Κονόμος ( έφυγε )

17. Κατερίνα Πατσαδαπούλα ( έφυγε )

18. Γιώργης Περάτζος ( έφυγε )

19. Μανόλης Ντερζής ( έφυγε )

20. Δημήτρης Παπαδάκης ( έφυγε )

21. Νικολής Δρακουδάκης ( σκοτώθηκε )

22. Αλεβίζος Νικολής ( σκοτώθηκε )

23. Νικολής Κουδουνάρης ( πέθανε )

24. Γιάννης Πετσαλάκης ( σκοτώθηκε )

25. Νικολής Καλαϊτζής ( σκοτώθηκε )

26. Αποστόλης Καριέλης Νικολή ( σκοτώθηκε )

27. Μισελής Παπουτσής ( σκοτώθηκε )

28. Δημήτρης Στεριανός ( σκοτώθηκε )

29. Μανόλης Κονόμος ( σκοτώθηκε )

30. Ζαχαρίας Καμπομερίτης ( σκοτώθηκε )

31. Μανόλης Μαυρομοσκάκος ( σκοτώθηκε )

32. Μανόλης Κοφανάκης ( πέθανε )

33. Παπα – Μισάνος ( σκοτώθηκε )

34. Γιώργης Φανουράκης ( σκοτώθηκε )

35. Μανόλης Κάρκος ( σκοτώθηκε )

( Ο Κώδικας Των Θυσιών, επιμέλεια Βασίλης Δημητριάδης, Διονυσία Δασκάλου, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης – Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο 2003 )

Πρέπει να σημειώσω ότι η αναφορά έφυγε δίπλα στο όνομα, εννοεί ότι ο αναφερόμενος εγκατέλειψε την Κρήτη με άγνωστο προορισμό. Η αναφορά σκοτώθηκε εννοεί ότι ο αναφερόμενος σκοτώθηκε στην επανάσταση τα χρόνια 1821-1830. Η αναφορά πέθανε εννοεί ότι ο αναφερόμενος πέθανε εξ’αιτίας της επανάστασης, είτε σαν βαρύς τραυματίας είτε από τις κακουχίες του αγώνα, είτε πάνω στα απόκρημνα βουνά. Η αναφορά αιχμαλωτίστηκε εννοεί ότι ο αναφερόμενος αιχμαλωτίστηκε και οδηγήθηκε σκλάβος οπουδήποτε έξω από την Κρήτη. Αυτό συνέβη στην παπαδιά Ειρήνη ( νούμερο 2 της κατάστασης ) και στον Γιώργη Αταλαβούη, ( νούμερο 7 της κατάστασης ), όπου το τούρκικο χειρόγραφο αναφέρει ότι αιχμαλωτίστηκε μαζί με τα παιδιά του. Οι μεταφραστές του «Κώδικα» θεωρούν ότι όπου υπάρχει αναφορά «αιχμαλωτίστηκε μαζί με τα παιδιά του» θα υπήρχαν δύο τουλάχιστον παιδιά, χωρίς να αποκλείεται ο αριθμός τους να ήταν μεγαλύτερος.

Πρέπει να σημειώσω εδώ ότι σύμφωνα με τους συγγραφείς της μετάφρασης του «Κώδικα», οι Τούρκοι ενδιαφέρονταν μόνο για όσους από τους χριστιανούς χάθηκαν κατά την επανάσταση του 1821 και είχαν περιουσίες για να τις δημεύσουν. Αν κάποιος δεν είχε περιουσία, δεν τον συμπεριλάμβαναν στον κατάλογο. Επίσης δεν έγραφαν τα μέλη της οικογενείας του τα οποία κι αυτά μπορεί να είχαν σκοτωθεί, ή χαθεί, ή αιχμαλωτιστεί, ή πεθάνει, ή είχαν φύγει κατά την διάρκεια της επανάστασης. Το ενδιαφέρον τους ήταν αποκλειστικά για τους ιδιοκτήτες των κτημάτων.

Γι’αυτό ακριβώς τον λόγο τα θύματα του χωριού Βαρβάρω ( όπως και όλων των άλλων χωριών της κατάστασης ), δεν θα ήταν μονάχα όσα αναγράφονταν, αλλά πολύ περισσότερα.

Από τα ονόματα της κατάστασης του χωριού Βαρβάρω διαπιστώνουμε ότι ο παπάς του χωριού παπα – Μισάνος σκοτώθηκε, καθώς και η παπαδιά Ειρήνη αιχμαλωτίστηκε.

Διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν δυο Κονόμοι, δυο Παπαδάκηδες, δυο Δρακουδάκηδες που η σχέση τους θα ήταν σίγουρα συγγενική

( αδέρφια, ή πατέρας – γιος, ή ξαδέρφια ).

Ορισμένα επίθετα διατηρούνται ακόμη και σήμερα σ’αυτό το χωριό όπως Σταυρακάκης, Τσιριγωτάκης, Δρακάκης. Ορισμένα πάλι επίθετα διατηρούνται σε κοντινά με το Βαρβάρω χωριά, όπως Κασωτάκης ( στο χωριό Ξυδάς ), Πρατικάκης ( στο χωριό Αποστόλοι ), Κουδουναράκης ( στο χωριό Μαθιά ), Καλαϊτζάκης ( στο χωριό Κασταμονίτσα ), Παπουτσάκης ( στο χωριό Αρμάχα ).

Όμως το κυριότερο συμπέρασμα που βγαίνει από την κατάσταση «του Κώδικα» με τα 35 ονόματα είναι ότι, σε ένα χωριό που ποτέ σε καμιά απογραφή την περίοδο της τουρκοκρατίας αλλά και πριν δεν ξεπέρασε τις 35-40 χριστιανικές οικογένειες, όταν υπάρχουν 35 θύματα μιλάμε πλέον για αποδεκατισμό του χωριού. Κάθε οικογένεια θα είχε το δικό της θύμα. Μετά την επανάσταση το χωριό θα το κατοικούσαν αποκλειστικά και μόνο γυναίκες και λιγοστά παιδιά ή και καθόλου χριστιανοί.

Το μοναδικό χωριό του τόπου μας, που ο αριθμός των θυμάτων ξεπερνάει το Βαρβάρω την περίοδο 1821 – 1830, σύμφωνα με τον «Κώδικα», είναι το Καστέλλι με 55 άτομα. Αλλά το Καστέλλι, ήταν ένα μεγάλο χωριό, με αρκετές εκατοντάδες κατοίκους.

Εξ’άλλου η Αιγυπτιακή απογραφή του 1834, τέσσερα χρόνια μετά το τέλος της επανάστασης, απογράφει στο Βαρβάρω μόνο 3 χριστιανικές οικογένειες και 10 οθωμανικές.

( Pashley, Travels in Crete, II, 319 )

Μπορούμε λοιπόν να κατατάξουμε το Βαρβάρω – Αρχάγγελο σε ένα από τα ιστορικά και μαρτυρικά χωριά του τόπου μας, το οποίο πλήρωσε την επανάσταση του 1821 κυριολεκτικά με την καταστροφή και τον αφανισμό του.

Γιώργος Καλογεράκης

Δάσκαλος του Δημοτικού Σχολείου Κασταμονίτσας