Της Αννας Μανουκάκη-Μεταξάκη

- Μέρος 1ο -

Μια από τις ηγετικές μορφές της Εθνικής Αντίστασης του νομού Ηρακλείου και της Κρήτης, τον καπετάν Γ. Πετρακογιώργη, τίμησε το περασμένο Σαββατοκύριακο όπως έπρεπε ο Δήμος Τυμπακίου με τη συμμετοχή της Ιεράς Μητροπόλεως Γορτύνης και Αρκαδίας, της Νομαρχιακής Αυτ.σης του Νομού, των Δήμων Μοιρών, Ζαρού, Ρούβα, Γόρτυνας, Κουρητών, Συβρίτου και Λάμπης και του Πολιτιστικού Συλλόγου Μαγαρικαρίου.

Η Εκκλησία (είναι γνωστή) η θεοσέβεια και η ακλόνητη πίστη του τιμώμενου αγωνιστή, η Πολιτεία, η Επιστήμη και η Διανόηση, η παράδοση και ο λαός τίμησαν τον πρωτεργάτη της Αντίστασης από την πρώτη ως την τελευταία στιγμή της στυγνής Κατοχής. Και τον τίμησαν βέβαια η σεβαστή οικογένειά του και οι επιζώντες συναγωνιστές του, τα παλληκάρια του, οι λεβέντες του όπως έλεγε, με τους οποίους τον συνέδεε αγάπη και σεβασμός (αμφίδρομα συναισθήματα) και κοινά ιδεώδη.

Ο Γ. Πετρακογιώργης παρών “όπου είχε ανάγκη η Πατρίς” είναι φυσικό να συναντάται στα βιβλία, στα ημερολόγια των Κρητών αγωνιστών και των Βρετανών κατασκόπων, στις επιστολές, στις αφηγήσεις και βέβαια στα γερμανικά αρχεία που θα μελετήσουν οι ερευνητές.

Ο Γεώργιος Κουτεντάκης, ο ταμίας της Κρητικής Εθνικής Επαναστατικής Επιτροπής, στο σπουδαιότατο από λογοτεχνικής και ιστορικής άποψης (Ιούλιος 1941 ως Απρίλης 1942) ημερολόγιο του, αναφέρει το Γ. Πετρακογιώργη στις 2-1-1942 στο Χάρακα απ’ όπου ανέβηκε μαζί και με το Νίκο Σουρή στους Παρανύμφους πατώντας το χιόνι που είχε σκεπάσει τα Αστερούσια. “...Εκεί είναι μαζεμένοι ο καπετάν Μανώλης Μπαντουβάς με τον Άγγλο λοχαγό Μόντι και πολλούς αντάρτες. Οι Παράνυμφοι (χωριό των Αστερουσίων) έχουν μεταβληθεί σε κέντρο συγκεντρώσεως καταδιωκομένων και ανταρτών. Του Πετρακογιώργη του ’χουν σκοτώσει οι Γερμανοί το γιό του και καταδιώκουν τον ίδιο. Έχει οργανώσει δική του Ομάδα ανταρτών. Μαζί του είναι ο Διονύσης Φραγκιαδάκης, ένα από τα πιο διαλεχτά παλληκάρια στα Βορίζα...”.

Και στις 28-3-42 καταδιωκόμενος ο Γ. Κουτεντάκης από τους Γερμανούς μετά από πολλές περιπέτειες φτάνει στο Κουροπιτό του Ψηλορείτη μαζί με το θείο του Βασίλη Βρέντζο “...στο κρησφύγετο των καπεταναίων μέσα σε μια μικρή σπηλιά στο βάθος που χρησιμοποιείται για κοιτώνας, μαγειρείο κλπ., ο Σατανάς και ο Πετρακογιώργης που κάνει ο ίδιος το μάγειρα σήμερα, μου διαβάζουν ένα γράμμα του Μανώλη Παπαδογιάννη σχετικό μ’ ένα επαναστατικό συνέδριο..”.

Αναφερόμενος σ’ ένα επεισόδιο ξαφνικής εμφάνισης 4 Γερμανών που προχωρούν εκεί κοντά αμέριμνοι επισημαίνει πως με την ψυχραιμία, τη λογική και την ετοιμότητα του Πετρακογιώργη που άρπαξε τον Ψαρογιώργη και τον εμπόδισε να χτυπήσει τους Γερμανούς, σώθηκαν. Οι 4 Γερμανοί ανέβηκαν τυχαία από την Αγ. Γαλήνη για να περάσουν τη μέρα τους στη χιονισμένη κορυφή του Ψηλορείτη. Ο Antony Beeror στο βιβλίο του “Κρήτη. Η Μάχη και η Αντίσταση” Αθήνα 1941, γράφει: “Ο Πετρακογιώργης είχε το κωδικό όνομα Segridge επειδή το ελαιοτριβείο του θα μπορούσε κανείς να το χαρακτηρίσει, για τα μέτρα του νησιού, μεγάλη επιχείρηση... Οι Γερμανοί για κάποιο λόγο έδιναν την εντύπωση ότι έτρεφαν μεγαλύτερη εχθρότητα για τον Πετρακογιώργη απ’ όση για τους άλλους καπεταναίους...

Σύμφωνα με μια γερμανική ανακοίνωση το 1944 “οι Καμάρες είναι το κρησφύγετο εκατοντάδων ενόπλων και το Μαγαρικάρι το χωριό του αρχιληστή, προδότη και ταραχοποιού Πετρακογιώργη, απέδειξε τα αντιγερμανικά του αισθήματα, εμφανιζόμενο σύσσωμο όταν τελέστηκε με μεγαλοπρέπεια η κηδεία της μητέρας του αρχιληστή, στην οποία έλαβαν μέρος πέντε ιερείς”.

Κατά τον αείμνηστο Γεώργιο Κάββο η οργάνωση του Γ. Πετράκη ή Πετρακογιώργη, ιδρύθηκε τον Ιούνιο του 1942 στις επαρχίες Πυργιωτίσσης και Καινουρίου αλλά επεκτάθηκε και σε άλλα χωριά της Μεσαράς και σε πολλά χωριά της επαρχίας Αμαρίου (“Γερμανοϊταλική Κατοχή και Αντίσταση Κρήτης 1941-45” σελ. 152). Και αναφέρει ονομαστικά τα χωριά: Μαγαρικάρι, Γρηγοριά, Βορίζα, Καμάρες, Ζαρός, Γαλιά, Απεσωκάρι, Τρυπητά, Άδραχτος, Λοχριά και κατονομάζει τους αντάρτες τους. Όμως οι προσπάθειες για τη συγκρότηση Ομάδων που θα συγκεντρώνουν τους εναπομείναντες Βρετανούς, Κυπρίους κλπ. και θα τους φυγαδεύουν στη Μ. Ανατολή, θα κρατούν ψηλά το φρόνημα του λαού και θα ετοιμάζουν την ένοπλη αντίσταση, άρχισαν αμέσως μετά τη συνθηκολόγηση και την παράδοση των όπλων στις 29 και 30 Μαϊου 1941 δηλαδη. Και έχουν καταγραφεί πολλές περιπτώσεις που νέοι κυρίως θερμοί πατριώτες κατά μικρές ή μεγάλες ομάδες συγκεντρώνονται στις εκκλησίες και ορκίζονται να αγωνιστούν μέχρι να διώξουν τον καταχτητή από την Κρήτη.

Τις πρώτες τέτοιες κινήσεις του καπετάν Πετρακογιώργη αξίζει να τις παρακολουθήσουμε από την ωραία αφήγηση του αφοσιωμένου του παλληκαριού, του Γεωργίου Φαραγκουλιτάκη ή Σκουτελογιώργη από τα Βορίζα “Οι σταυραετοί του Ψηλορείτη” Ηράκλειο 1991 σελ. 18, 19 και 20).

Στα Βορίζα, όπου δεν είχαν πάει ακόμη οι Γερμανοί, μετά τη Μάχη της Κρήτης, οι νέοι έκαναν παρέες και συζητούσαν για το ρόλο του χωριού στις Επαναστάσεις κατά των Τούρκων και για τους καπετάνιους τους Μαλικούτη, Αστρινό, Ζαχαρία Λεράτο κ.α. Ήταν έτοιμοι να δεχτούν τις προτάσεις του Γ. Πετρακογιώργη. Έτσι πήγαν 3-4 άτομα Βοριζανοί στο Μαγαρικάρι στο σπίτι του γιατρού αδελφού του αρχηγού, προσκαλεσμένοι, όπου βρήκαν 30 Άγγλους συγκεντρωμένους. Το βράδυ στο τραπέζι ο Πετρακογιώργης διατύπωσε τις σκέψεις του και ακολούθησαν τα γεγονότα που περιγράφει ο Σκουτελογιώργης: “Χρειαζόμαστε λίγους και λέει μας ο Πετρακογιώργης: γερούς άντρες. Πρέπει γι ανα εμψυχώσομε το λαό να οργανώσομε τους ανθρώπους μας στην περιφέρεια. Όταν αργότερα θα εξασφαλίσομε τροφοδοσία, θα φωνάξομε και τους άλλους.

Το βράδυ αμέσως εβγήκαμε σκοποί και μας έδωσαν εντολή αν δούμε φώτα α τον ξυπνήσουμε γιατί θάναι Γερμανικά αυτοκίνητα. Την άλλη μέρα έφυγε ο αδελφός μου και μεις μετά δυο μέρες επήγαμε στα Βορίζα και εκεί συνεδριάσαμε στου Βεϊσόκωστα το σπίτι και αποφασίσαμε και δημιουργήσαμε την ομάδα που ορκιστήκαμε μετά δυο μέρες. Γιατί ήστειλε αμέσως αγγελειοφόρο και πήγε στις Καμάρες, στη Λοχριά και στον Πλάτανο και ειδοποίησε και τσ’ άλλους.

Στις 20 Ιουνίου 1941 ήρθανε το πρωί στα Βορίζα και επήγαμε στον Άγιο Φανούριο στο Βαλσαμόνερο στην ιστορικιά εκκλησία και ορκιστήκαμε είκοσι άτομα μαζί με τον αρχηγό.1. Γεώργιος Πετρακογιώργης, 2. Εμμ. Βεϊσάκης ή Βεϊσομανώλης, 3) Διονύσης Φραγκιαδάκης ή Τσιλεκοδιονύσης, 4. Γεώργιος Καργάκης ή Ψαρογιώργης, 5. Γεωργ. Χαραλαμπάκης ή Μπαλάσκας και 6. Γεώργιος Φαραγκουλιτάκης ή Σκουτελογιώργης απ’ τα Βορίζα. 7. Γεώργιος Χατζάκης ή Χατζογιώργης και 8. Γεώργιος Ντισμπυράκης ή Θεοχαρογιώργης που όμως δεν εσυνέχισε ο ίδιος αλλ’ ο αδελφός του Μανώλης απ’ τις Καμάρες. 9. Πολύδωρος Λιανουδάκης και 10. Ελευθ. Κοντζεδάκης απ’ την Αγ. Βαρβάρα. 11. Γεώργ. Μαυράκης απ’ το Μαγαρικάρι. 12. Εμμ. Κουκλινός απ’ τη Γρηγοριά. 13. Αντ. Κρυοβρυσανάκης ή Λιαντώνης. 14. Γεώργ. Κρυοβρυσανάκης. 15. Χαραλ. Κατσούγκρης. 16. Φραγκίσκος Κατσούγκρης. 17. Μιχαήλ Βρέντζος. 18. Ιωάν. Μανουσάκης ή Μανουσογιάννης και 19. Χαρίδημος Χαριτάκης απ’ τη Λοχριά. 20. Ιωάν. Γρηγοράκης ή Επταμηνίτης απ’ τον Πλάτανο.

Ο όρκος μας ήτανε: Διαθέτομε τα κινητά και τα ακίνητά μας στον αγώνα κι όλες μας τις δυνάμεις για την Πατρίδα. Ελευθερία ή Θάνατος!

Τον όρκο μας τον υπαγόρευε ο αρχηγός ο οποίος δεν ήτανε μόνο γενναίος μα ήτανε και θρήσκος και δεν εξέχνα ποτέ το θρησκευτικό του καθήκον. Ήτανε να ορκιστούνε ακόμη άλλοι πέντε που όμως δεν προλάβανε να τους ειδοποιήσουνε και πήγαινε τάδε αύριο στο Μαγαρικάρι και τσόρκισε ο αδελφός του Πετρακογιώργη, ο γιατρός. Και ήταν: Ο Λευτέρης Φαραγκουλιτάκης, ο Ιωάννης Χαλκιαδάκης, ο Εμμαν. Τσικριτζής ή Σκουρομανώλης, ο Γεώργιος. Γερωνυμάκης ή Κουμπουρογιώργης, Ιωάν. Βεϊσάκης ή Δρακογιάννης και ο Ελευθ. Ζαχαριουδάκης απ’ τη Νίβρυτο.

Αμέσως μετά εμείς εκινηθήκαμε και στις δυο επαρχίες Αμαρίου και Καινουργίου για να καταλάβομε την ψυχολογία των ανθρώπων και να ερευνήσομε πού και πού βρισκότανε σύμμαχοι για να πούμε στους ανθρώπους που φιλοξενούσανε, όσο μπορούνε να τους κρατούν και να τους φυλάνε σ’ασφαλή μέρη μέχρι να πάρομε επαφή να τους στείλομε προς στην Αίγυπτο εφ’όσον θα βρίσκαμε μέσο. Αμέσως ασχολήθηκα με την περισυλλογη των Αυστραλών και Νεοζηλανδών με την τροφοδοσία τους και την ταχτοποίηση τους σε καλύτερα μέρη και ανθρώπους που να’χουνε και να θέλουνε να τους τροφοδοτούνε ανάλογα με δύναμή τους, και επήγα στις επαρχίες Πυργιωτίσσης, Καινουργίου και Μονοφατσίου και επικοινωνήσαμε με πολλούς φίλους στα χωριά, για να τους μιλήσομε και να τους συστήσομε, όπου μπορούσανε, να περιποιηθούνε τους Συμμάχους που κατά το πλείστον ήταν Αυστραλοί, Νεοζηλανδοί και Κυπραίοι. Εν τω μεταξύ είχε βγάλει ο Διοικητής Φρουρίου Κρήτης διαταγή: “όποιος πιαστεί να κρύβει και να φιλοξενεί Εγγλέζους, θα εκτελείται επί τόπου και θα καίγεται και το σπίτι του”. Αλλά ο γενναίος Κρητικός λαός, παρ’όλο που έκοβε το ψωμί τω κοπελιώ του και το’δινε, δεν εκάμφθηκε.

Στο χωριό μου στα Βορίζα, είχανε συγκεντρωθεί τριάντα Άγγλοι σε διάφορα σπίθια και σπηλιές αλλά η τροφοδοσία τους ήταν πολύ δύσκολη, διότι μόλις εκατάλαβαν την Κρήτη τα γερμανικά στρατεύματα εμάζεψαν όλα τα τρόφιμα και τα εκλείσανε στις αποθήκες τος. Στα ορεινά χωριά που ήταν εκ φύσεως, φτωχά αλλά έχουνε και εκ φύσεως γεννηθεί να είναι φιλότιμοι και χουβαρντάδες, εδιέθεταν από το υστέρημά τους ό,τι μπορούσαν. Είχανε όμως το προτέρημα που στα ορεινά μέρη της Κρήτης δεν εσταματούσαν μεγάλες δυνάμεις των Γερμανών και έτσι διέθεταν ό,τι είχαν, προπάντων βοσκοί και υλική βοήθεια και έμπιστοι ήταν. Σπανίως μάλιστα επαρουσιάσθη από τα ορεινά χωριά συνεργάτης των Γερμανών.

Στα Σκούρβουλα ευρήκαμε τους Καμπουράκηδες και Μπαριτσάκηδες, Στέφανο τον Κεφαλογιάννη, τον Γιάννη και τον Μιχάλη Βαφάκη και μάλιστα είχανε στην περιφέρεια του χωριού τους περίπου τριάντα Άγγλους και τροφοδοτούσανε. Οι δε Κυριακάκηδες, ο Μανώλης, είχανε στη Μονή Καρδιώτισσας δεκατέσσερις και τους έκρυβαν και τους τροφοδοτούσανε αλλά αργότερα τους επρόδωσαν και τους έπιασαν οι Γερμανοί και τους πήραν το Γέρο-Κυριάκη και τη γυναίκα του, κυρία Καλλιόπη και τον γυιό του στα Χανιά, στις φυλακές της Αγιάς και τους επέρασαν στρατοδικείο και εκόντεψε να τους τουφεκίσουνε. Έκαναν δεκαπέντε μήνες φυλακή.

Στη Φανερωμένη εκρύβανε και άλλους. Ο Α. Σηφάκης απ’του Ρουφά, ο Γεώργιος Σαββάκης από του Βρέλη, ο Ιωάννης Καμπουράκης από την Απόλυχνο και γενικά όλο το μετόχι και ιδίως ο Κων/νος Γιαμπουλάκης, παρ’όλο που ήταν ακρωτηριασμένα και τα δύο του πόδια απ’τα κρυοπαγήματα, και αργότερα επρόδωσαν και τον έπιασαν οι Γερμανοί και τον επήγαν όμηρο στα γερμανικά στρατόπεδα συγκεντρώσεως.

Όλοι οι σύμμαχοι που επερνούσανε ετραβούσαν προς τη Μεσαρά, διότι είχανε σήμα δώσει να συγκεντρώνουνται προς τα νότια παράλια, πίσω από τα Αστερούσια και είχε γίνει το σπίτι του Πετρακογιώργη κέντρο διερχομένων.

Είναι φυσικό πολύ γρήγορα, μόλις οι Γερμανοί μετά το πρώτο διάστημα της κατοχής οργάνωσαν την κατασκοπεία τους, άριστα εκμεταλλευόμενοι βέβαια και τον τρόμο και τις στερήσεις και τις βεντέτες στην Κρήτη να εντοπίσουν και να προσπαθήσουν να τον εξοντώσουν.

Στη λίστα καταδιωκόμενων από τη μυστική χιτλερική αστυνομία που αποτελεί ένα τμήμα των αρχείων της Γκεστάπο Χανίων του οποίου τμήματος την υποκλοπή οργάνωσε και πραγματοποίησε ο ίλαρχος και αργότερα επικεφαλής της κατασκοπείας και αντικατασκοπείας του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ του νομού Χανίων Κρίτων Κυανίδης, συναντούμε το όνομα του Γ. Πετρακογιώργη με τα στοιχεία: Πετρακογιώργης, GFP 611-3/90/42 F-(F), καπετάνιος.

Διαβάζοντας επιστολές του ή τα απομνημονεύματα των αγωνιστών της ομάδας του, όπως του Σκουτελογιώργη και του Αρτέμη Ταμπάκη αλά ακούγοντας και αφηγήσεις επιζώντων σταματά κανείς σε κάποια ιδιαίτερα σημεία κοινά που αποδεικνύουν το μεγάλο του πατριωτισμό μέχρι αυτοθυσίας και την ανιδιοτέλειά του, μια και στον αγώνα μπήκε επιτυχημένος επιχειρηματίας και πλούσιος κτηματίας με κοινωνικό κύρος και βγήκε ζημιωμένος υλικά και έχοντας χάσει το γυιό του, ενώ η οικογένειά του ταλαιπωρήθηκε και κινδύνεψε όλο αυτό το διάστημα σε μεγάλο βαθμό.

Επίσης αποδεικνύουν τη μεγάλη του εξυπνάδα και την εγκράτεια του, τη δύναμή του να αυτοκυριαρχείται, να μην είναι παρορμητικός και ενστικτώδης αλλά να επικρατεί μέσα του η λογική και να είναι ψύχραιμος πάντοτε, στοιχεία που τον ανέδειξαν ως αρχηγό. Αυτή η ψυχραιμία έσωσε τον ίδιο και τους συντρόφους του πολλές φορές και οδήγησε σε αίσιο αποτέλεσμα τον αγώνα τους. Δεν ήταν υπερφλύαρος και ήξερε τα ανθρώπινα όρια, γι’αυτό και ήταν καλός χριστιανός. Η βαθιά του πίστη και θεοσέβεια τον έκανε να είναι σεμνός και ταπεινός και φιλάνθρωπος και να ζητά την βοήθεια του Θεού γι’αυτόν και τους άνδρες του, που κοινωνούσαν συχνά ακόμη και στο λημέρι, όπως διαβάζομε στις αφηγήσεις τους.

Πολλές φορές φοβούμενος τα αντίποινα για τον πληθυσμό καθυστερούσε να εφαρμόσει διαταγές των Βρετανών, όπως συνέβη με την εκτέλεση των δοσιλόγων το 1942 (Σκουτελογιώργη, οι σταυραετοί του Ψηλορείτη, σελ. 56). Το ίδιο είχε κάνει τότε, κατά τον συγγραφέα και ο Στεφανογιάννης που δεν εκτέλεσε “τον Καψάλη και ενα Σουλτάτο φοβούμενος τ’αντίποινα και τη διαίρεση του χωριού...”.

Πράγματι, είναι σπουδαίο και σπάνιο προτέρημα το μέτρο που διατήρησε ο αρχηγός Γ. Πετρακογιώργης παρά τον πλούτο του, το κύρος του, τη θέση και τα αξιώματά του και μάλιστα εκείνους τους καιρούς που τα όπλα είχαν τον πρώτο ρόλο και λόγο.

Οι αρχηγικές του ικανότητες, η εξυπνάδα του, η φιλανθρωπία του, το αίσθημα του μέτρου φαίνονται στις γεμάτες αγάπη και αλληλοσεβασμό σχέσεις του με τους συντρόφους του, στους οποίους αποδίδει και τις νίκες τους στις συγκρούσεις με τους Γερμανούς. Αυτό φαίνεται και στο γεμάτο σεμνότητα κείμενο της έκθεσής του (24-10-1944), όπου το βάρος ρίχνει στα παλληκάρια του γραμμένη μάλιστα τον καιρό που ήταν φρούραρχος Ηρακλείου (από 11-10-1944 ως 31-1-1945):

“... Η ομάδα που έδωσε μάχην σφοδράν... ηναγκάσθημεν πολλάκις να δώσομεν μάχας... Μετά το πέρας του αγώνος τόσον εγώ όσον και πλείστοι άλλοι συμπατριώται μου... εσυνεχίσαμεν και ημείς τον αγώνα κατά το μέγεθος του δυνατού... Ο Εμμανουήλ Κουκλινός και ο Μιχαήλ Σταθουράκης συλληφθέντες ζώντες εις θέσιν Τεπενέλι εμαρτύρησαν μαρτυρικόν θάνατον... Κατά το διάστημα από 6-6-1941 μέχρι 11-10-1944 ημερομηνίαν καθ’ ην ηγούμην της ομάδος μου και εισήλον εις το απελευθερούμενον Ηράκλειον τοποθετηθείς ως φρούραρχος αυτού έδωσα τας κάτωθι συμπλοκάς και μάχας προς τον Γερμανικόν στρατόν καθ’ ας οι υπ’ εμέ άνδρες έδειξαν σημεία αφθάστου ηρωϊσμού και αυταπαρνήσεως εις ους τόσον εγώ όσον και οι συμπατριώται μου τους οποίους ετίμησαν πρέπει να οφείλομεν ευγνωμοσύνην δια τους επιζήσαντας και ιεράν μνήμην δια τους πεσόντας”.

Έχω διαβάσει πολλές φορές τα γράμματα που έστειλαν οι αντιστασιακές οργανώσεις και οι Βρετανοί κατάσκοποι στην οικογένεια του Στεφανογιάννη, μετά την εκτέλεσή του στις 14-2-1944. Αλλά πάντοτε σταματώ στην επιστολή του καπετάν Γ. Πετρακογιώργη (20-2-44) προς τη χήρα του σκοτωμένου ήρωα Χαρίκλεια Δραμουντάνη. Ένα κείμενο που δείχνει πως ο γράφων γνωρίζει την ψυχική κατάσταση της παραλήπτου και θέλει πραγματικά να δώσει διεξόδους στη σκέψη και στην ψυχή της, να τη βοηθήσει για να συνεχίσει να αγωνίζεται για τα ορφανά της, για τη μνήμη του, για τον ευατό της: “... Έχω να σας υποβάλω μίαν θερμήν παράκλησιν να συνέλθετε και να αντιμετωπίσετε την μεγάλην συμφοράν σας με καρτερικότητα και ψυχραιμίαν, να στραφείτε γύρω από τις ψυχές που άφηκεν ζωντανές, να μην υποστούν ψυχικό κλονισμόν, να τις περιθάλψετε, να τις παραδώσετε εις την κοινωνίαν να συνεχίσουν την γραμμήν που είχε χαράξει λαμβάνοντας υπόψιν σας ότι όλοι μας την αυτήν οδόν θα ακολουθήσουμε, ότι απέθανεν ήρωας, ένδοξος και τιμημένος και να μη δώσομεν το δικαίωμα εις τους εχθρούς μας να χαρούν περισσότερον να αντικρίσουν τους αναπληρωτάς των με ψυχικόν μαρασμόν, σεις μεν ως μητέρα και συγγενής, εγώ δε ως ειλικρινής φίλος και υπόχρεος παντού και πάντοτε και υπό οιανδήποτε στιγμή να φανώ χρήσιμος και να εκτελέσω το καθήκον μου προς τον εκλιπόντα νεκρόν.

Ζητώ και υποβάλλω ύστατην έκκλησιν να πράξετε τούτο... “. Γράφει ο Γ. Π. στη Χαρίκλεια Δραμουντάνη λίγες μέρες μετά την εκτέλεση του αντάρτη.

Στην προσπάθεια μου να μελετήσω την Εθνική Αντίσταση στην Κρήτη κατά τα ζοφερά χρόνια 1941-42, κυρίως, έχω διαπιστώσει από χίλιες πηγές το σπουδαίο ρόλο των βοσκών, των μοναχών και της Χωροφυλακής και τον έχω επισημάνει σε δημοσιεύματά μου. Πολλοί θεωρούν υπερβολή την αξιολόγηση μου όσον αφορά το ρόλο της Χωροφυλακής.

Αισθάνομαι, λοιπόν, ιδιαίτερη συγκίνηση διαβάζοντας το τέλος της έκθεσης του Γ. Πετρακογιώργη (Η απάντηση του στην από 12-12-43 διαταγή του συμμαχικού στρατηγείου) καθώς αποτελεί απόδειξη για την άποψή μου και την παραθέτω:

Καθ’όλον το διάστημα του αγώνος έχω να συστήσω, ότι Εμμανουήλ Περάκης ενωμοτάρχης, Νικόλαος Φιντικάκης ενωμοτάρχης, Ιωάννης Βιριράκης χωροφύλαξ, Ελευθέριος Βολάνης χωροφύλαξ εξυπηρέτησαν τον εθνικόν αγώνα εξ ίσου με τους αντάρτας.

Προτείνω λοιπόν την προαγωγήν τούτων καθ’ότι άνευ της συμβολής των θα ήτο αδύνατος η συνέχησις του αγώνος αντιστάσεως εναντίον των Γερμανών, διότι μας εγνώριζαν της εκάστοτε διαταγάς του εχθρού και ούτω μόνον απεσωβήθη η εξόντωσις μας λαμβάνοντες γνώσιν των σχεδίων του, και κάθε ενέργειας εις βάρος μας.

Ο στρατιωτικός διοικητής ν. Ρεθύμνης στις 31-1-1945 βεβαιώνει για τον καπετάν Γ. Πετρακογιώργη ότι “επί τριετίαν και πλέον παρέμεινε πρώτος εις τας πρώτας επάλξεις του εθνικού αγώνα... και ότι υπήρξε εις τα όρη η εστία που δεν έσβησε ποτέ η φλόγα της ιδέας της πατρίδος και ελευθερίας”...

Για τη δράση και το ήθος του καπετάν Γ. Πετρακογιώργη σημαντική είναι η γνώμη του Μιχάλη Σαμαρείτη, καπετάνιου του ΕΛΑΣ λόγω της αντίθετης ιδεολογίας τους, αφού ο Μ. Σαμαρείτης είναι κομμουνιστής και ο Γ. Πετρακογιώργης βενιζελικός και φιλα προσκείμενος τους Άγγλους και στους Αμερικανούς.

“... Ο Πετρακογιώργης δεν ήταν μισαλλόδοξος και φέρθηκε έντιμα στους ιδεολογικούς του αντιπάλους”.

Τη Δευτέρα το δεύτερο μέρος