Του Kωστή Λαγουδιανάκη

1ο μέρος

Συγκεραστά, σημισακά,

στου κόσμου το σεΐρι

τη γ-Κρήτη συνορίζουνται

τση γης οι τρεις ηπείροι.

Ήπειροι συνορίζουνται

τάξε πως είν’ αθρώποι

είν’ η Ασία ’πό τη μια

και Αφρική κι Ευρώπη.

Κι από τη μια τη σέρνουνε

κι από την άλλη χέρα

τη γ-Κρήτη,

τση Μεσόγειος τη μορφοθυγατέρα.

Τη γ-Κρήτη που ’ν’ ωριόθωρη και γαϊτανοφρυδάτη

στρογγυλομηλοπρόσωπη, λακουδοπηγουνάτη.

Ρέγουνται, μπεγεντίζου ντη, κλουθού τζη αξογύρου

γενόκαλα, «περίρρυτος» η Κρήτη του Ομήρου.

Ετεοκρήτες,Δωριείς και Πελασγοί αντάμι

και Κύδωνες και Αχαιοί στο κρητικό το νάμι.

Τα ανεγογυρέματα αρίφνητω αθρώπω

ρέγουνται,ξεδιαλέγουνε το γ-κρητικό το ν-τόπο.

Τα κρητικά τα χώματα, τ’ ανάπλαγα, τ’ αόρια

σαφίς πρωτοφανίστικα,μούδε βολά ’ποφόρια.

Μούδε στο νου να κάμουνε οι αθρώποι σαλιτζάκι

τη γ-Κρήτη ξεδιαλέξανε να στέσουνε κονάκι.

Απήτιμος εμπίτισε η εποχή του σπήλιου

χτίρι-κονάκι ακνογελά εδά στο φως του ήλιου.

Χώμα και πέτρα και νερό άθρωπος έχει ορτάκη

καλάμια,ξύλα, άχερα στο πρώτο ντου κονάκι.

Αγάλι-αγάλι ο καιρός, ο ίδρος και το μάθος

χτίζουνε, δε γκρεμίζουνε,φωθιά δεν είναι κι άθος.

Στάκα στον ίδρο ο καιρός, ίδρο πολύ συρώνει

και κατοικιές επά κι εκειέ πλήσες ξεφανερώνει.

Τα κλαψογέλια του καιρού είν’ οι κουμανταδόροι

χωργιά ξετουλουπώνουνε στο γ-κάμπο και στ’ αόρι.

Καμπίτικα, αορίτικα, χωργιά στη γ-κολαΐνα

τσ’ αθρώπους κουρουντίζουνε στη γ-κάθα τριμιντίνα.

Χωργιά που ξεφυτρώνουνε ωσά ντο ν-αμανίτη

και τα θωρεί και χαίρεται,πασίχαρη ’ν’ η Κρήτη.

Σόγεμη κρητικά χωργιά,πλήσο καλαμπαλίκι

βρίχνεις παινάδια πληθερά,δε βρίνεις αϊπλίκι.

Η Κρήτη βλεποφάνερα αποχερίζει γέλια

και κανακίζει τα χωργιά,τα ωριόθωρα κοπέλια.

Και τα χωργιά τη μάννα ντως τη γ-καλοσοντηρούνε

τα διάπαντα τζη πιάνουνε, τα χίλια ξεπερνούνε.

Χούι κι αντέτι κρητικό κάθα χωργιό ’χει πέι

εκειά στα κρητικά χωργιά η Κρήτη αναπνέει.

Κάθα χωργιό αργαστηριού και πέταλο και χτένι

κι η αργαστηροδιάστρουσα η Κρήτη εκειά φαίνει.

Πολύπλουμα ’ναι τα φαντά, τα ξόμπλια και τα φάδια

η Κρήτη αναστένει εκειά τση ζήσης τα παινάδια.

Αργαστηροξομπλιάζουνε χίλια χωργιά τση Κρήτης

κι είναι το κάθα ξόμπλι ντως τση Κρήτης ο καρφίχτης.

Κάθα χωργιό κι ούλα μαζί μεγάλο ρεβαΐσι

τση Κρήτης ορδινιάζουνε αλάκερη τη ζήση.

Κάθα χωργιό στη χέρα ντου πλάκα ’χει και κοντύλι

γράφει τα μάθια όσα θωρού κι όσα λαλεί τ’ αχείλι.

Κάθα χωργιό στη χέρα ντου βαστά κοντυλοφόρο

και τα γραφτά ντου χώνουνε το γ-κρητικό το σπόρο.

Δριμώνει το κάθε χωργιό το εδικό ντου νάμι

και συγκερνούν όλα μαζί το κρητικό γιορντάμι.

Τση ιστορίας καρπερό το κρητικό χωράφι

κάθα χωργιό το όργο ντου,τη μ-πάρτη ντου εκειά γράφει.

Τση ιστορίας τα πανιά ψηλά τα στένει ο μύλος

και κουβαλούνε τα χωργιά τ’ άλεσμα συναλλήλως.

Βάνει ο μύλος χερικό,λυτό ’χει το βαστάι

τση Ιστορίας τση κρητικής πλούσο ’ναι το αξάι.

Τελάλη η Κρήτη νυματά και μεγαλοφωνιάζει

σε πολιτείες και χωργιά και τα μονομεριάζει.

Πέμπει η Κρήτη καλεστή,κάθε χωργιό καλεί το

πιτήδειας μονομέρισης βαστά στη χέρα μίτο.

Συφάμελα,συγκούρμουλα,συγκάρταλα καλεί τα

όλα τα κρητικά χωργιά χεραγκαλιά θωρεί τα.

Όλα τα κρητικά χωργιά το κάλεσμα γροικούνε

σύγκοντας στη συνεπαρσά όλα συμπροπατούνε.

Η συνοροδικολογιά στο κρητικό αλώνι

στένει πυρρίχιο χορό, η Κρήτη ξεφαντώνει.

Όλα τα κρητικά χωργιά στο κρητικό σεργιάνι

καθένα στην ομπρός μερά με τη σειρά ντου πιάνει.

Σειραδιαστά πλήσα χωργιά η Κρήτη ξωλαλεί τα

γελά και αρμηνολολογά σειρά η αλφαβήτα.

Χορό στελιώνουν τα χωργιά ωσά γ-και τσι Κουρήτες

το ΄Αλφα μπαίνει στο χορό, μπαίνουν οι Αβδανίτες.

Στο δήμο του Κουλούκωνα έχουνε δικολόι

και Μυλοποταμίτικο οι Αβδανίτες σόι.

Οθέ ντο Μυλοπόταμο κι οθέ ντο ν-΄Αγιο-Μάμα

αποκρατεί κι ο Αβδελλάς, γλακά κι αυτός στο τάμα.

Το Αβδελλιακό απής στο χοροστάσι ταίρι

βαστά μεραμπελιώτικο μεντίλι και χαέρι.

Άφτει ο χορός,κι άλλο χωργιό φέρνει ανελαμπίδι

γερά κλουθά και σοντηρά τ’ Αβδού του Ξανθουδίδη.

Το Οροπέδιο γελά, κόπους δε γ-κάνει αμόντες

φελά με όλα τα χωργιά, γελά ο Αβρακόντες.

Στο δήμο τση Νεάπολης τ’ Αγαλιανό μονιάζει

οι αθρώποι ντου λιγάνανε και δεν ξανανεδιάζει.

Ο Αγαλιανός στο Ρέθεμνος κουμπίζει αγάλι-αγάλι

ο δήμος Λάμπης ανοιχτή για πάρτη ντου αγκάλη.

Ο δήμος Γεροπόταμου ρέγεται και το θέλει

οντέ τ’ αποχερίζουνε τ’ Αγγελιανά σκουτέλι.

Στο γ-κάμπο το χανιώτικο,Αλικιανού-Ομαλού τη στράτα

στην εμπασά ντου η Αγιά τα πέμπει τα μαντάτα.

Και Μυλοποταμίτικη Αγιά στο χοροστάσι

στο δήμο του Κουλούκωνα νερολουσμένη πράσσει.

Του μάκρους κείτεται χωργιό, είν’ η Αγια-Βαρβάρα

Βορράς και Νοτος βρέχει εκειά και φέρνει κατσιφάρα.

Του Λιβυκού του πέλαγου κάθε σταλιά-ντοντίνι

πολυπλουμίζει τη γιαλιά και την Αγια-Γαλήνη.

Αγία Ειρήνη,όνομα που σάζει κολαΐνα

με τέθοιο όνομα χωργιά είναι μισή ντουζίνα.

Σέλινο, Ζίρο, Ηράκλειο, στο Ρέθεμνοος χαΐρι

και στο γ-Κρουσώνα τ’ όνομα το’χει το μαναστήρι.

Όνομα αγιοτικό κι άλλο χωργιό ξαγιάζει

Αγια-Μαρίνα στα Χανιά, «επά κι εγώ», φωνιάζει.

Πάλι το ίδιο όνομα γλακά και σειραδιάζει

στο Τσαλικάκι η Αγιά Μαρίνα είναι στο Γάζι.

Και η Αγία η Μονή στη Βιάννο την Απάνω

στση Παναγίας τη γ-Κοίμηση σταυρό για κείνη κάνω.



συνεχίζεται…



ΓΛΩΣΣΑΡΙ

αγάλι-αγάλι=σιγά-σιγά (ο) άθος=η στάχτη (το) αϊπλίκι=το ελάττωμα ακνογελώ=χαμογελώ (ο) αμανίτης=το μανιτάρι αμόντες=άδικα, μάταια, του κάκου ανασταίνω=ενδυναμώνω (το) ανεγογύρεμα=η συστηματική έρευνα (το) ανελαμπίδι=ξύλα για προσάναμα αντάμι=μαζί (το) ανέτι=η συνήθρια, το έθιμο (το) αξάι=μονάδα χωριτητκότητας αξογύρου=από πίσω απής-απήτιμος=αφού, κατόπιν αποκρατώ=κατάγομαι αποχερίζω=δίδω κάτι με το χέρι αρίφνητος=αμέτρητος αρμηνολογώ=συμβουλεύω βάνει χερικό=αρχίζει (το) βαστάι=κορδόνι σακουλιού βλεποφάνερα=οφθαλμοφανώς (μούδε) βολά=ούτε μία φορά βρίνω-βρίχνω=βρίσκω γαϊτανοφρυδάτη-λακουδοπηγουνατη-στρογγυλομηλοπρόσωπη=κοσμητικά επιθετα για τα κάλλη και την ομορφιά της κοπέλας (τα) γενόκαλα=οι γονεϊκές κληρονομιές (το) γιορντάμι=το κόσμημα, το περιδέραιο (τα) δίαπαντα=παντού, εδώ και εκεί (το) δικολόι=οι συγγενείς δριμώνω=δυναμώνω (η) εμπασά= η είσοδος (ο) ίδρος=ο ιδρώτας (το) καλαμαπαλίκι=ο συνώστισμος (ο) καλεστής=αυτός που έχει αναλλάβει να καλέσει για τον γάμο (ο) καρφίχτης=ο καθρέφτης (η) κατσιφαρα=η καταχνιά, η κακακαιρία κλουθώ=ακολουθώ (η) κολαΐνα=η αρμαθιά κουρουντίζω=προστατεύω (το) μάθος=η απόκτηση γνώσεων μπεγιεντίζω=εκτιμώ κάτι και το ξεχωρίζω σαν το πιο καλό μούδε στο νου=δεν το έχω σκεφτεί καθόλου ναμουντάνικος=φημισμένος (το) ντοντίνι=η διακοσμητική χάντρα ξαγιάζω=πάιρνω την αμοιβή μου σε έιδος ξεδιαλέγω=ξεχωρίζω το πιο καλό ανάμεσα σε ομοειδή ξετουλουπώνω=εμφανίζομαι απρόοπτα ξωλαλώ=κατευθύνω, οδηγώ (το) όργο=το μέρος της εργασίας που μου αναλογεί ορδινιάζω=ταχτοποιώ (ο) ορτάκης=ο συνεργάτης (το) πέι=η προκαταβολή (το) ποφόρι =αυτό που έχει ξαναφορεθεί πράσσω=συχνάζω πρωτοφανίστικος=αυτός που εμφανίζεται πρώτη φορά (το) ρεβαΐσι=μαγάλη συγκέντρωση ρέγομαι=ευχαριστιέμαι,αρέσκομαι (το) σαλιτζάκι=η κούνια, η αιώρα σαφίς=πάντα σειραδιαστά=με την σειρά (το) σεΐρι=το αστείο θέαμα σημισακός=δικαίωμα κάτα το ήμισυ σόγεμος=εντελώς γεμάτος στάκα στον ίδρο=στερεότυπη έκφραση κάθυδρος σύγκοντας=σε σύντομο χρονικό διάστημα συγκάρταλα=με όλα τους τα υπάρχοντα συγκούρμουλα=όλα και με όλα τους τα υπάρχοντα συμπροπατώ=συμπερεπατώ, συμβαδίζω συναλλήλως=μεταξύ τους (η) συνοροδικολογιά=οι στενοί συγγενείς συνορίζουνται=διεκδιδκούν τάξε=σαν να είναι (η) τριμιντίνα=η κακοκαιρία, η αναποδιά φελλώ=οφελώ (το) χαέρι=η προκοπή (το) χούι=η συνήθεια ωριόθωρος=ο έχων ωραία εμφάνιση.

e-mail:[email protected]