Της Αννας Κωνσταντουλάκη

Σε πλήρη αναντιστοιχία με τον αριθμό των καταγεγραμμένων ασθενών που περιμένουν σε λίστα στην Ελλάδα να κάνουν μεταμόσχευση είναι το ποσοστό των οργάνων που διατίθενται και των μεταμοσχεύσεων που γίνονται στη χώρα μας σύμφωνα με τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων.

Για τον λόγο αυτό, πολλοί Ελληνες αναζητούν το σωτήριο μόσχευμα στο εξωτερικό, με νόμιμο ή παράνομο τρόπο, όπως συνέβη πρόσφατα στην Ινδία όπου πάμφτωχοι εργάτες έδιναν εν αγνοία τους το νεφρό τους.

Ενδιαφέροντα στοιχεία για το θέμα περιλαμβάνονται στην διπλωματική εργασία της μεταπτυχιακής φοιτήτριας του Πανεπιστημίου Κρήτης Αφροδίτης Μυγιάκη με θέμα: “Κριτήρια κατανομής μοσχευμάτων. Βιοηθικά και νομικά ζητήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή του σχετικού νόμου 2737/1999”.

Οπως επισημαίνει η ίδια, “τα στατιστικά δεδομένα που έχει συγκεντρώσει και επεξεργαστεί ο ΕΟΜ καταδεικνύουν με τον πλέον σαφή τρόπο το μεγάλο ποσοστό στο οποίο κυμαίνεται η έλλειψη διαθέσιμων οργάνων. Τα ποσοστά των διαθέσιμων οργάνων έρχονται σε πλήρη αναντιστοιχία με τον αριθμό των καταγεγραμμένων δυνητικών ληπτών. Ειδικότερα σήμερα στην εθνική λίστα αναμονής για μεταμόσχευση είναι καταγεγραμμένοι 886 νεφροπαθείς και 81 ασθενείς συνολικά για ήπαρ, καρδιά και πνεύμονες. Κατά το έτος 2006 από τους 869 δυνητικούς λήπτες νεφρού οι 144 έλάβαν το αναμενόμενο μόσχευμα από πτωματικούς δότες ενώ άλλοι 63 έχουν μεταμοσχευθεί από συγγενή δότη. Για το διάστημα 01/01/2007 – 12/10/2007 αναφέρθηκαν 126 δότες από τις μονάδες εντατικής θεραπείας της χώρας μας από τους οποίους οι 18 κρίθηκαν ιατρικώς ακατάλληλοι, ενώ από τους 108, των οποίων οι οικογένειες προσεγγίστηκαν για να δώσουν τη συναίνεσή τους, αξιοποιήθηκαν μόλις 50 δότες, σημειώνοντας ποσοστό άρνησης της τάξεως του 54%. Ωστόσο αυτό το οποίο μπορεί να παρατηρηθεί είναι ότι από το 1993 έως και το 2006 ο αριθμός των υποψηφίων ληπτών νεφρού έχει μειωθεί αισθητά χωρίς όμως να αποδεικνύεται από τον αριθμό των πτωματικών και συγγενικών μεταμοσχεύσεων ότι ένα μεγάλο ποσοστό απʼ αυτούς έχει λάβει το αναμενόμενο μόσχευμα. Επιπρόσθετα παρατηρείται μια σταθερή δωρεά νεφρικών μοσχευμάτων από συγγενείς δότες όπου συνολικά προσεγγίζει το άθροισμα των πτωματικών μεταμοσχεύσεων, δεδομένο που ίσως δικαιολογείται κυρίως από τους συναισθηματικούς και ψυχολογικούς παράγοντες που επηρεάζουν προς τη λήψη μιας τέτοιας απόφασης, σε συνάρτηση πάντα με τα ιατρικά δεδομένα. Σε αντίθεση με τα παραπάνω έρχεται το ποσοστό άρνησης δωρεάς οργάνων από πτωματικούς δότες στη χώρα μας τον τελευταίο χρόνο ένδειξη της κατάστασης που επικρατεί από την ελλιπή ενημέρωση του κοινού ώστε να αρθούν οι όποιες αντιρρήσεις ή φοβίες εκφράζονται από τους συγγενείς ενός νεκρού”.

Σημειώνει ότι “από τις 111 μεταμοσχεύσεις που πραγματοποιήθηκαν το 9μηνο, οι 78 αφορούσαν μεταμοσχεύσεις νεφρού, οι 5 καρδιά, οι 2 πνεύμονες και οι 26 ήπαρ. Για τις μεταμοσχεύσεις ήπατος τα ποσοστά που καταγράφονται είναι αισιόδοξα, αφενός γιατί αγγίζουν το σύνολο των μεταμοσχεύσεων που έγιναν το 2006, αφετέρου τα ηπατικά μοσχεύματα δόθηκαν σε ασθενείς οι οποίοι ήταν εγγεγραμμένοι επί μακρόν στη λίστα αναμονής της χώρας μας. Ωστόσο δεν είναι γνωστός ο συνολικός αριθμός των ασθενών που αναμένει ηπατικό μόσχευμα για να μπορούν τα μεγέθη που δίνονται να συγκριθούν με αυτά των ασθενών στη λίστα αναμονής. Επίσης με βάση τα στοιχεία του ΕΟΜ ένας μεγάλος αριθμός ηπατικών μοσχευμάτων προσφέρεται κάθε χρόνο στο εξωτερικό καθώς δεν αξιολογούνται αυτά στην Ελλάδα. Παρʼ όλα αυτά επισημαίνεται ότι έπειτα από τη λειτουργία και δεύτερου μεταμοσχευτικού κέντρου ηπατικών μοσχευμάτων στην Ελλάδα (Λαϊκό και Ιπποκράτειο Θεσσαλονίκης ) αυξήθηκαν τα ποσοστά των ηπατικών μεταμοσχεύσεων αλλά και πλέον θα αξιολογούνται όλα τα περιστατικά δωρεάς ήπατος χωρίς να διατίθενται αυτά στο εξωτερικό. Όσον αφορά στα μοσχεύματα καρδιάς τα ποσοστά των μεταμοσχεύσεων καταγράφονται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα ενώ αρκετά από τα διαθέσιμα μοσχεύματα προωθούνται στο εξωτερικό. Σʼ αυτό ίσως συντελεί και το γεγονός ότι για την μεταμόσχευσή τους λαμβάνονται υπόψη και ανατομικοί παράγοντες που σε πολλές περιπτώσεις δεν συμβαδίζουν με αυτούς του δυνητικού λήπτη.