του Αλέκου Α. Ανδρικάκη [email protected]

«…Σύμμαχοι Βασιβουζούκοι μʼ όλη μας την συμμαχία μες ʼστην Κρήτη πετσοκόβουν γυναικόπαιδα και πάλι…»

Τα στιχουργήματα του Γεωργίου Σουρή στον «Ρωμηό» για τις σφαγές της 25ης Αυγούστου 1898 στο Μεγάλο Κάστρο, την ελληνοτουρκική συνθήκη ειρήνης του 1897,

που δεν εμπόδισε τις μαζικές δολοφονίες στην πόλη, τη στάση των ναυάρχων των μεγάλων δυνάμεων και την αδράνεια της ελληνικής πολιτικής ηγεσίας


Η Κρήτη και οι εξελίξεις στο νησί, οι επαναστάσεις, οι σφαγές, οι αγώνες των Κρητών για την απελευθέρωση από τους Τούρκους ή, στη συνέχεια, για την ένωση με την Ελλάδα, ήταν από τα αγαπημένα θέματα του μεγάλου σατιρικού ποιητή Γεωργίου Σουρή, που μόλις πριν 3 ημέρες ήταν η επέτειος του θανάτου του (γεννήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 1853 και πέθανε στις 26 Αυγούστου 1919).

Με τους στίχους του, είτε στις διάφορες εφημερίδες ή περιοδικά που συνεργάστηκε μέχρι το 1883 («Ασμοδαίος», «Μή χάνεσαι», που εξέδιδε ο Βλάσσης Γαβριηλίδης πριν την «Ακρόπολι», και «Ραμπαγάς») είτε, κυρίως, στο δικό του σατυρικό έντυπο, τον περίφημο «Ρωμηό», που κυκλοφόρησε το 1883, υμνούσε πολύ συχνά το νησί και τους αγωνιζόμενους κατοίκους του, καυτηρίαζε την πολιτική των ελληνικών κυβερνήσεων που δεν είχαν εθνικό στόχο την επίλυση του κρητικού ζητήματος, και με σκληρή γλώσσα σχολίαζε τη στάση των μεγάλων δυνάμεων, ενώ φυσικά στο στόχαστρό του πολύ συχνά έμπαινε η τουρκική πολιτική.

Χαρακτηριστικό του γεγονότος ότι οι εξελίξεις στην Κρήτη ήταν στην πρώτη γραμμή του ενδιαφέροντός του είναι ότι σʼ όλα τα φύλλα του «Ρωμηού» του 1898, κάτω από τον τίτλο, και στην προμετωπίδα της εφημερίδας, υπήρχε το επίγραμμα: «Έτος χίλια κι οκτακόσια κι εννενήκοντα κι οκτώ, / τον Ετέμ – Πασσά για δώρο σάς χαρίζω διαλεκτό».

Ο Ετέμ πασάς ήταν ο διοικητής του τμήματος του Ηρακλείου εκείνη την περίοδο. Ο ρόλος του και πριν και κατά τις σφαγές ήταν κυριολεκτικά σατανικός. Κατηγορήθηκε ότι όλη την περίοδο σχεδίαζε ή υπέθαλπε τα γεγονότα. Μάλιστα 3 εβδομάδες μετά τη σφαγή, ανακλήθηκε από την τουρκική κυβέρνηση, καθώς ακόμη κι οι πολιτικοί του προϊστάμενοι εκτιμούσαν ότι είχε προκλητική στάση!

Μάλιστα στο ταξίδι της αναχώρησης μέσω Πειραιά, είχε δώσει συνέντευξη στην εφημερίδα «ΣΚΡΙΠ», που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της 19ης Σεπτεμβρίου 1898, και σʼ αυτήν προκλητικά ισχυριζόταν ότι δεν είχε γίνει η παραμικρή σφαγή, παρά μονάχα …σούσουρο, επειδή οι μουσουλμάνοι πεινούσαν, ενώ οι χριστιανοί ήταν πλούσιοι!

Η αναφορά του Σουρή στον Ετέμ, από τον Ιανουάριο ακόμη, προφανώς σχετιζόταν με τις συζητήσεις περί της αυτονομίας του νησιού, που από τις αρχές της χρονιάς είχαν κορυφωθεί (αλλά η αυτονομία όλο αναβαλλόταν από τις μεγάλες δυνάμεις, μέχρι τις σφαγές της 25ης Αυγούστου), αλλά και με την προκλητική πολιτική που ακολουθούσαν ο ίδιος και η οθωμανική αυτοκρατορία, όταν διαπίστωναν πλέον ότι η παρουσία τους στο νησί –παρά τις αναβολές της αποχώρησής τους- είχε ημερομηνία λήξης.

Οι φοβερές σφαγές που έγιναν στο Ηράκλειο στις 25 Αυγούστου του 1898 δεν άφησαν φυσικά ασυγκίνητο τον ποιητή. Το διάστημα εκείνο η κυκλοφορία του «Ρωμηού», ίσως λόγω της καλοκαιρινής περιόδου, είχε διακοπεί. ο Ρωμηός δεν κυκλοφορούσε.

Ο Σουρής συνήθιζε για ένα διάστημα το καλοκαίρι να σταματά την έκδοση της εφημερίδας, για να ξεκουράζεται ο ίδιος, μοναδικός συντάκτης της. Το τελευταίο φύλλο θα εκδοθεί στις 30 Μαΐου 1898. Κι επανεκδόθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου.

Δηλαδή, όταν άρχισαν τα δραματικά γεγονότα, ο Σουρής βρισκόταν σε διακοπές.. Έτσι δεν έχουμε μια άμεση αναφορά του στις σφαγές. Αυτή υπάρχει μερικές εβδομάδες αργότερα, μετά την επανακυκλοφορία του «Ρωμηού».

Όπως προαναφέραμε, το πρώτο φύλλο μετά την καλοκαιρινή ξεκούρασή του κυκλοφόρησε στις 12 Σεπτεμβρίου, 18 ημέρες μετά τα δραματικά γεγονότα. Παρά το γεγονός ότι είχε περάσει σχετικά μεγάλο διάστημα, ο Σουρής δεν έχασε την ευκαιρία να γράψει για τις σφαγές που προκάλεσαν οι βασιβουζούκοι, τα άτακτα και ακραία δηλαδή σώματα των Τουρκοκρητικών.

Σʼ εκείνο το φύλλο βέβαια είχε πολλά να γράψει, καθώς είχε λείψει για καιρό: για τα πολιτικά πράγματα της Αθήνας, για τη διεθνή πολιτική σκηνή, ακόμη και για το θάνατο, στις 30 Ιουλίου 1898, του ιδρυτή της γερμανικής αυτοκρατορίας και επί σχεδόν 20 χρόνια καγκελαρίου και πρωθυπουργού Όττο Έντουαρντ Λέοπολντ Βίσμαρκ, της πιο ισχυρής, ίσως πολιτικής προσωπικότητας της Ευρώπης κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.

Έγραψε ακόμη για την ελληνοτουρκική προσέγγιση, αλλά και τις εντυπώσεις από το διάστημα της ξεκούρασής του καθώς και τα προβλήματα… δυσοσμίας που υπήρχαν στην παραλία της Σούδας του Φαλήρου, όπου έκανε τις διακοπές του.

Όμως ένα μεγάλο μέρος των στιχουργημάτων του αφιερώθηκε στις σφαγές του Ηρακλείου, με τις οποίες ξεκινούσε την εφημερίδα, κι αφού σχολίαζε την ελληνική διεθνή επικαιρότητα του καλοκαιριού, αφιέρωνε στο τέλος ένα μεγάλο τμήμα του «Ρωμηού».

Σʼ εκείνο το τεύχος της 12ης Σεπτεμβρίου ο Σουρής έδινε μια πρώτη εικόνα για το τι θα σχολίαζε στη συνέχεια, γράφοντας στους πρώτους κιόλας στίχους του (δια στόματος του Φασουλή που υποτίθεται ήταν εκείνος που επέστρεφε από τις διακοπές):



«Ναμαι νάμαι, Περικλέτο…κάνε τόπο να περάσω,

να σε δω και να ξεράσω.

Με το τέλος των πολέμων,

με την λύσσαν των ανέμων,

με της Κρήτης τας σφαγάς,

με θυμάτων οιμωγάς,

με τους πρόσφυγας του πλάνους,

που βογγούν σπαρακτικώς,

στας κλεινάς κοπροστρεφάνους

έρχεται φαμελικώς

ο στιχομανής αντάρτης

και της εξοχής ο μάρτυς».

Όπως προαναφέραμε, αφού σχολίαζε τις εξελίξεις σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, και κυρίως την προγενέστερη συμφωνία ειρήνης Ελλάδας – Τουρκίας, που υπογράφηκε τον Νοέμβριο του 1897, με αφορμή τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο, την οποία φυσικά επανέφερε με αφορμή τα γεγονότα του Ηρακλείου, αναφερόταν πλέον στις σφαγές. Έγραφε χαρακτηριστικά:

«Συμμαχία τεφαρίκι,

σʼ όλους ξαφνικό χαστούκι,

όμως έξαφνα – τι φρίκη!-

σύμμαχοι Βασιβουζούκοι

μʼ όλη μας την συμμαχία και τον Οσμανιέ του Ράλλη

μες ʼστην Κρήτη πετσοκόβουν γυναικόπαιδα και πάλι».

Κι αλλού, στο ίδιο πρώτο στιχούργημα για τα γεγονότα του Ηρακλείου, άφηνε αιχμή για τη διακηρυγμένη από τις μεγάλες δυνάμεις (ήδη από το 1897) αυτονομία του νησιού, την οποία οι ΜΕΔ διαρκώς ανέβαλλαν.

Και το πιθανότερο είναι – το είχε υποστηρίξει το 1901 με συνέντευξή του στην «Ακρόπολι» ο Ελευθέριος Βενιζέλος- ότι αν δεν μεσολαβούσαν οι σφαγές, ούτε τότε θα δινόταν στους Κρήτες η αυτονομία, το πολίτευμα δηλαδή που αναγκαστικά ανέχτηκαν προκειμένου να απελευθερωθούν από τους Τούρκους. Αφού είναι γνωστό ότι οι κρητικοί αγώνες δεν είχαν άλλο στόχο από την ένωση με την Ελλάδα. Ανέφερε συγκεκριμένα:

«Κρητικοί κατακαϋμένοι, μες ʼστην τόση μου χαρά

δεν επίστευα ποτέ μου πως και τούτη τη φορά

θα σας σφάζουν αυτονόμους

μες ʼστα σπήτια, μες ʼστους δρόμους,

και θα βλέπω σαν και πρώτα στην πολύκλαστον την γην

των κλεινών βασιβουζούκων την αυτόνομον σφαγήν».



Στο συμβούλιο των ναυάρχων!

Το επόμενο όμως φύλλο, στις 19 Σεπτεμβρίου 1898, ήταν σχεδόν ολόκληρο αφιερωμένο στην Κρήτη και στις εξελίξεις που δρομολογούνταν μετά τα γεγονότα της 25ης Αυγούστου στο Ηράκλειο.

Σʼ αυτό το φύλλο ο Σουρής βάζει τον ένα από τους δύο ήρωές του, τον Φασουλή, να κάνει μια φανταστική ομιλία προς τους ναυάρχους των μεγάλων δυνάμεων στο νησί, στους οποίους καταλόγιζε και μεγάλο μέρος της ευθύνης.

Ο Φασουλής παρακάθιζε αυτόκλητος στο συμβούλιό τους και τους ασκούσε σφοδρή κριτική για την πολιτική τους απέναντι στο κρητικό ζήτημα, κατηγορώντας τους περίπου ως συνενόχους των δραματικών γεγονότων, λόγω της αναβλητικότητάς τους στην εφαρμογή της αυτονομίας.

Έντονη ήταν η κριτική αναφορά και για τη στάση της κυβέρνησης του Αλέξανδρου Ζαΐμη, αλλά και των άλλων Ελλήνων πολιτικών της εποχής, που στην ουσία άφησαν ανυπεράσπιστους τους Κρήτες. Όμως προειδοποιούσε τους ναυάρχους να μην παίρνουν ως δεδομένη την ελληνική αδράνεια, γιατί κάποια στιγμή το θηρίο θα ξυπνήσει…

Όπως έγραφε χαρακτηριστικά:

«Μη θαρρήτε πως θʼ αλλάξη των Ρωμηών ο χαρακτήρ,

κι όπως Βόας συσφιγκτήρ

σαν παραχορτάση πέφτει σʼ ένα λήθαργο βαθύ

δίχως καν να κουνηθή,

ούτω πως κι η Ρωμηοσύνη, των πολέμων η σαλιάρα,

τώρα πούφαγε την δόξα με της σούπας την χουλιάρα,

ληθαργεί και ραχατεύει

και την δόξα της χωνεύει,

και στο σφάξιμο της Κρήτης και στα πένθη τα νωπά

δια στόματος Ζαήμη ναρκωμένη σιωπά.

Μη τον λέοντα ξυπνάτε,

μα σιγά σιγά περνάτε,

μήπως έξαφνα ξυπνήση

και τον κόσμο συγκλονίση».

Η οργή του για τις ευρωπαϊκές δυνάμεις ήταν φανερή:

«Κι οι καϋμένʼ οι Κρητικοί,

που τους σφάζουν πανοικεί,

και τον άρτον της ειρήνης δεν εγεύθησαν ποτέ,

να παρηγορούνται μόνον

πως εις κάθε νέον φόνον

κι από μέρους της Ευρώπης παραστέκουν θεαταί.



Βλέπω την αυτονομίαν χρυσοστέφανα να πλέκη,

βλέπω τα συμβούλιά σας, που σʼ εκείνα παραστέκει

πολυμέριμνος σοφία κι η Θεά μας η γλαυκώπις,

και την Κρήτην μακαρίζω

κι απʼ εδώ κι εκεί γυρίζω,

και σκεπάζω τους σφαγμένους με σημαίας της Ευρώπης».



Η αποχώρηση της Τουρκίας

Αναδημοσιεύουμε ακόμη τους στίχους κι από ένα τρίτο φύλλο, αυτό της 17ης Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς, όταν πλέον η απόφαση για την απομάκρυνση των στρατιωτικών δυνάμεων των Τούρκων από το νησί έχει οριστικοποιηθεί και άρχισαν να αποχωρούν σταδιακά.

Ο τελευταίος στρατιώτης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αναχώρησε στις 4 Νοεμβρίου 1898. Αυτή, συμβολικά, θεωρείται και η πρώτη ημέρα της κρητικής ελευθερίας.

Το τρίτο αυτό στιχούργημα είναι πανηγυρικό, για την οριστική ελευθερία της Κρήτης, τουλάχιστο από την στρατιωτική κατοχή των Τούρκων. Γιατί οι μεγάλες δυνάμεις θα παρέμεναν στο νησί, μέχρι καλοκαίρι του 1909, ενώ στο πολιτικό και διπλωματικό πεδίο οι ΜΕΔ δεν θα έδιναν πριν το 1913 την άδειά τους (!) για την ένωση με την Ελλάδα, ασκώντας μέχρι τότε μια, στην ουσία, φιλότουρκη πολιτική, ακόμη και την εποχή της αυτονομίας.

Ο αποχαιρετισμός του ποιητή προς τις τουρκικές στρατιωτικές δυνάμεις δείχνει τον ενθουσιασμό του:

«Δεν είναι τάχα ψέμματα; δεν είναι παραμύθια;

όχι θα φύγουν, έφυγαν, τους έδιωξαν στʼ αλήθεια.

Φεύγετε, Νιζαμάκια μου, με κλάμμα σάς κυττώ

και μʼ ένα μιξομάντυλο σάς αποχαιρετώ».

Πάντως αυτή τη φορά ο Σουρής δείχνει να εκτιμά περισσότερο, σε σχέση με το προηγούμενο στιχούργημά του, την πολιτική της κυβέρνησης Ζαΐμη, όπως εκδηλώθηκε υπέρ της Κρήτης, μετά τις σφαγές. Ιδού η αναφορά του στο σημείο αυτό:

«Αλλά δεν πρέπει να θαρρή κανείς φεσάς Νιζάμης

ότι τον διώχνουν με κλωτσιαίς προστάτιδες Δυνάμεις,

μήτε τα τελεσίγραφα, μήτε καμμιά φοβέρα

δεν τρόμαξε του φεγγαριού την κόκκινη παντιέρα. —

Μόνʼ ο Ζαήμης ο γλυκός κι ο στριφτομουστακάτος

σας έστειλε, Νιζάμηδες, να πάτε κατά κράτος.

Δεν λέω, τον βοήθησαν κι οι Ναύαρχοι λιγάκι,

μα τούτος σας εσάρωσε χωρίς να πη λογάκι».



Τα γεγονότα και οι πρωταγωνιστές

Για να δώσουμε το γενικότερο πλαίσιο στο οποίο εξελίχθηκαν τα γεγονότα, καθώς ο Σουρής έχει αναφορές σε πρόσωπα και γεγονότα απʼ τον εθνικό αλλά και τον διεθνή χώρο, είναι απαραίτητο να δώσουμε μερικές διευκρινίσεις.

Το διάστημα των σφαγών πρωθυπουργός της Ελλάδας ήταν ο Αλέξανδρος Ζαΐμης, ο «Αλέκος» ή Ζαήμης, όπως τον γράφει ο ποιητής. Αργότερα, στις 9 Σεπτεμβρίου 1906, διορίστηκε ως δεύτερος και τελευταίος ύπατος αρμοστής της Κρητικής Πολιτείας, διαδεχόμενος τον πρώτο αρμοστή, δευτερότοκο γιο του Έλληνα μονάρχη, πρίγκιπα Γεώργιο. Στο αξίωμα του κυβερνήτη της Κρήτης παρέμεινε μέχρι τις 12 Οκτωβρίου 1908, όταν καταλύθηκε ο θεσμός της αρμοστείας, λίγες ημέρες μετά από ογκώδεις διαδηλώσεις των Κρητικών, που με ψηφίσματά τους ζήτησαν και διεκδίκησαν δυναμικά την ένωση με την Ελλάδα. Ο Ζαΐμης έγινε συνολικά 6 φορές πρωθυπουργός της Ελλάδας, ενώ είχε εκλεγεί πρόεδρος της βουλής και επανειλημμένα διορίστηκε υπουργός. Στο τέλος της μακράς πολιτικής του καριέρας, κι αφού είχε επίσης εκλεγεί γερουσιαστής, διετέλεσε Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Τον κατάργησε το 1935 ο Γεώργιος Κονδύλης, που αυτοδιορίστηκε αντιβασιλιάς, επαναφέροντας τον βασιλικό θεσμό και τον Γεώργιο Β΄ στο θρόνο. Πέθανε ένα χρόνο αργότερα, σε ηλικία 81 ετών. Θεωρείται ο πολιτικός που κατέλαβε τα περισσότερα αξιώματα στο σύγχρονο νεοελληνικό κράτος.

Κατά τα γεγονότα του Ηρακλείου ο Αλέξανδρος Ζαΐμης διένυε την πρώτη θητεία της πρωθυπουργίας του. Είχε διαδεχτεί τον Δημήτριο Ράλλη, ο οποίος είχε αναλάβει το αξίωμα μετά τον ατυχή ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897. Ο Ζαΐμης στις 22 Νοεμβρίου 1897 είχε υπογράψει συνθήκη ειρήνης με την Τουρκία, που ονομάστηκε Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης. Αυτή τη συμφωνία αναφέρει στους στίχους του ο Σουρής, με έντονα επικριτικό τρόπο, καθώς δεν ήταν βάση για να αποτραπούν οι σφαγές. Φυσικά, ήταν αδιανόητο μια «σύμμαχος» χώρα να σφάζει ελληνικό πληθυσμό, κι αυτό εντοπίζει στα στιχουργήματά του ο δημιουργός του «Φασουλή» και του «Περικλέτου».

Συχνά αναφέρονται επίσης τα ονόματα του Ράλλη, που όπως προαναφέραμε ήταν ο προκάτοχος του Ζαΐμη πρωθυπουργός της χώρας, (είχε αναλάβει τον Απρίλιο του 1897 και παραιτήθηκε τον Σεπτέμβριο του ίδιου χρόνου) καθώς και του Θοδωρή Δηλιγιάννη, πολιτικού αντιπάλου του Ράλλη.

Ο Δημήτριος Ράλλης διετέλεσε πέντε φορές πρωθυπουργός της χώρας, αργότερα ήταν ο πολέμιος του Ελευθερίου Βενιζέλου. Πέθανε το 1921, σε ηλικία 77 ετών. Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης ήταν πρωθυπουργός κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο. Παραιτήθηκε στις 18 Απριλίου 1897, με το τέλος του πολέμου, και τον διαδέχτηκε ο Δ. Ράλλης. Διετέλεσε πέντε φορές πρωθυπουργός και δολοφονήθηκε στις 31 Μαΐου 1905 στα σκαλιά της εισόδου της βουλής από τον μόνιμο θαμώνα χαρτοπαικτικών λεσχών Αντώνιο Γερακάρη, επειδή θέλησε να κλείσει τις λέσχες. Ήταν 81 ετών.

Στα στιχουργήματα, ειδικά στο δεύτερο, αυτό της 19ης Σεπτεμβρίου 1898, γίνονται επιπλέον συχνές αναφορές στα ονόματα των ναυάρχων – επιτετραμμένων των μεγάλων δυνάμεων στην Κρήτη. Την εποχή εκείνη ναύαρχοι ήταν, ο Ποττιέ (Γάλλος), ο Νοέλ (Άγγλος), Σκριδλώφ (Ρώσος) και ο Μπετόλο (Ιταλός). Μέχρι το 1897 στις εγγυήτριες (και…προστάτιδες της Κρήτης, όπως αναφέρονταν επίσημα…) συμπεριλαμβάνονταν η Γερμανία (ή Πρωσία, όπως επίσης ονομαζόταν) και η Αυστροουγγαρία, που όμως παραιτήθηκαν και αποχώρησαν από το νησί. Μάλιστα ο Σουρής κάνει σε κάποια στροφή λογοπαίγνιο με το όνομα του Γάλλου ναυάρχου Νοέλ. Το «κατάστημα Νοέλ-Κωνσταντινίδη» στο οποίο αναφέρεται ήταν περίφημο τυπογραφείο – βιβλιοπωλείο της εποχής στην Αθήνα, το οποίο έκανε πολλές και σημαντικές εκδόσεις.

Ο Καννεβάρο, στον οποίο επίσης κάνει αναφορά, ήταν ο προηγούμενος Ιταλός ναύαρχος, ο οποίος, ως προϊστάμενος του σώματος των ναυάρχων (η προεδρία ήταν εκ περιτροπής) τον Ιανουάριο του 1898 είχε απορρίψει με προκλητικό τρόπο επιστολή του προέδρου του Εκτελεστικού Ι. Κ. Σφακιανάκη με την οποία τον προειδοποιούσε ότι οι Τούρκοι ετοίμαζαν σφαγές κι οι δυνάμεις δεν έπαιρναν στα σοβαρά τα μηνύματα. Η επιστολή αποδείχτηκε δραματικά προφητική…

Στη συνέχεια αναδημοσιεύουμε τα στιχουργήματα του Γ. Σουρή για τις σφαγές και την εκδίωξη των Τούρκων, από τα φύλλα του «Ρωμηού» της 12η και 19ης Σεπτεμβρίου και 17ης Οκτωβρίου 1898. Η σειρά των τευχών υπάρχει στη Βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου Πατρών.

Σημειώνουμε ότι και η σημερινή στήλη «Οι φωτογραφίες της Ιστορίας», είναι αφιερωμένη στην ημέρα που εν πολλοίς καθόρισε τη νεότερη ιστορία της Κρήτης.