Της Δρ. Χριστίνας Αργυροπούλου*

Είναι γνωστό ότι πολλοί δημιουργοί (Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος κ.ά.) έγραψαν έργα για μικρούς αναγνώστες, που σημαίνει ότι έλαβαν υπόψη τους την αντιληπτική τους ικανότητα. Βέβαια, παλαιότερα (19ο αιώνας) πολλά έργα που διαβάζονταν από τους μεγάλους χρησιμοποιήθηκαν και για τα παιδιά για το ηθοπλαστικό τους περιεχόμενο (η Ορφανή της Χίου, του Π. Σούτσου, 1839, η ηρωίς της Ελληνικής Επαναστάσεως του Στ. Ξένου,1852, κ.ά.). Αργότερα γράφτηκαν έργα για παιδιά, όπως η Ελληνική Χρηστομάθεια του Αλ. Ραγκαβή (1841), ο Γεροστάθης του Λ. Μελά (1858) κ.ά. Στην Ευρώπη πολλά ιστορικά και ιπποτικά μυθιστορήματα διαβάζονται και από παιδιά (Ο Ροβινσών Κρούσος του Ντεφόου, Τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ του Σουίφτ). Κατά τον 19ο και 20ο αιώνα μεταφράζονται στα ελληνικά πολλά ξένα παιδικά βιβλία, όπως είναι τα έργα του Ἀντερσεν, του Ιουλίου Βερν, των αδελφών Γκριμμ και άλλων, ενώ έχει αρχίσει και η ντόπια παραγωγή παιδικών βιβλίων από το 1963 και εξής, που σήμερα παρουσιάζει μεγάλη άνθηση.

Έτσι, κατά τον μεσοπόλεμο οι εκδοτικοί οίκοι του Δημητράκου και του Ελευθερουδάκη ανέθεσαν στον Καζαντζάκη να μεταφράσει ή να διασκευάσει παιδική λογοτεχνία. Ο Καζαντζάκης ήταν ένας χαλκέντερος της γραφής, πότε τον έπιανε το «αρπαχτικό πουλί, το Πνέμα» και γράφει την Aσκητική, ή την Οδύσσεια και πότε μεταφράζει τον αγαπημένο του Δάντη, τον Πλάτωνα και άλλους ποιητές και στοχαστές και πότε μεταφράζει παιδικά βιβλία από τη γαλλική και την αγγλική γλώσσα και εξοικονομεί κάποια χρήματα. Ακόμα, ο Ν. Βρεττάκος μάς πληροφορεί ότι ο Καζαντζάκης ευρισκόμενος στη Νίκαια μεταφράζει και διασκευάζει παιδικά βιβλία, περίπου 40 τόμους (Στρογκόφ, Βερν, Μαίν Ρηντ, Ντίκενς, Σουϊφτ κ.ά.). Μιλάμε για τεράστιο μόχθο, που τον συνέχισε στην Αίγινα από το 1931 και εξής για βιοπορισμό. Ανάλογη μαρτυρία έχομε και από τη δεύτερη σύζυγό του, την Ελένη Καζαντζάκη και από τον Παντελή Πρεβελάκη ότι ο Καζαντζάκης μεταφράζει παιδική λογοτεχνία (Ιούλιο Βέρν, Στόου, τον Ελέφα Καρί του Μούκερτζι, τη Μέλισσα του Μπόνζελς, τον Όλιβερ Τουίστ του Ντίκενς, τα Ταξίδια του Γκιούλιβερ του Σουϊφτ κ.ά.). Μάλιστα, ο Καζαντζάκης ανάμεσα στη γραφή του έργου της ζωής του, της Οδύσσειας, και στη γραφή σεναρίων θεατρικών έργων (Δον Κιχώτης, Βούδας κ.ά.) και ανάμεσα στις μεταφράσεις έργων μεγάλων δημιουργών (Δάντης, Θερβάντες, Βοκκάκιος, Σέξπηρ και Φλομπέρ) μεταφράζει και λογοτεχνία για παιδιά και εφήβους. Σύμφωνα με τα Τετρακόσια Γράμματα του Καζαντζάκη στον Πρεβελάκη, το 1931, από τα ξημερώματα έως τις 3 το απόγευμα δουλεύει την Οδύσσεια, τρώγει λίγο γάλα κι αρχίζει να μεταφράζει Ιούλιο Βερν . Η Σεσίλ Ιγλέση Μαγέλλου ταξινομεί το μεταφραστικό έργο του Ν. Καζαντζάκη από τα γαλλικά σε δύο περιόδους: η μία περίοδος καλύπτει τη λόγια καζαντζακική μετάφραση (1911-1915) και η δεύτερη (1931-1943), κατά την οποία μεταφράζει ή διασκευάζει παιδική λογοτεχνία των Γάλλων συγγραφέων (Ιούλιου Βερν, Αλφόνς Ντωντέ και Γκοπάλ- Μουκερί), αλλά και των Αγγλων (Λύττον, Ρηντ, Ντίκενς κ.ά.).

Αξίζει να επισημανθεί ότι ο Καζαντζάκης δεν μεταφράζει απλά καλά, αλλά δημιουργεί ένα νέο λογοτεχνικό κείμενο στα Ελληνικά που όχι μόνον δεν προδίδει το πρωτότυπο, αλλά αναδεικνύει όλες τις αρετές του σε μια γλώσσα ζωντανή, την «ηχήεσσα», όπως χαρακτηρίζει την ελληνική γλώσσα, τη γεμάτη με τους κυματισμούς του Αιγαίου, με την αναπαραστατική δύναμη και το ύφος της γραφής του Καζαντζάκη. Δεν θα ήταν υπερβολή να πω ότι τα όνειρα του Καζαντζάκη, η αγάπη του για τον λαϊκό πολιτισμό και τη δημοτική γλώσσα και η μαρτυρία της Ελένης Καζαντζάκη ότι συχνά ο Νίκος-Χαλιμά έπλαθε παραμύθια βγαλμένα από τα παιδικά του χρόνια με «Τους Γειτόνους» αναδεικνύουν τη δεξιότητα του Καζαντζάκη στην αφήγηση.

Ο Καζαντζάκης είναι ατόφιος ένα παιδί, είναι ο αεικίνητος ταξιδευτής σαν τον κ. Φογκ του Ιουλίου Βέρν, είναι ο Μπάρμπα Θωμάς που πάσχει για όλους τους απόκληρους της κοινωνίας, είναι ο ίδιος ένας ακούραστος ταξιδευτής σαν τον Γκιούλιβερ, είναι μια παιδική, δηλαδή, μια αυθεντική ψυχή που πάσχει να γεφυρώσει τη ζωή με την άβυσσο. Στον Καζαντζάκη μνήμες, βιώματα, θρύλοι γίνονται μυθιστορήματα και θεωρώ ότι και η θητεία του στο παιδικό βιβλίο συνέβαλε στη συγκρότηση των μύθων του και στην αμεσότητα των ηρώων των μυθιστορημάτων του, γιατί στον Καζαντζάκη ζωή και συγγραφή δεν διαχωρίζονται. Μέσα από την παιδική και εφηβική λογοτεχνία προβάλλονται ήρωες και αντιήρωες, ήθη και έθιμα, ταξιδιώτες, στοιχεία που εντοπίζονται με πληρότητα στα μυθιστορήματά του, όπου ο ανθρωπισμός διαπλέκεται με τον ρεαλισμό και όπου οι ήρωές του γίνονται παγκόσμιοι, πάσχουν, ονειροπολούν και αγωνίζονται.

Η δημοτική γλώσσα είναι η πατρίδα μας γράφει ο Καζαντζάκης , στο Ταξιδεύοντας Αγγλία, που σημαίνει ότι μεταφράζει σε πλούσια δημοτική γλώσσα προσαρμόζοντας το ύφος της μεταφραστικής του εργασίας στα παιδιά και τους εφήβους, απαλλάσσοντας τον λόγο του από τον μακροσκελή υποτακτικό λόγο του πρωτοτύπου, επιλέγοντας τον διάλογο ή τις ερωτήσεις και καλλιεργώντας το μυστήριο, που εξάπτει τη φαντασία των εφήβων. Έτσι, ο Καζαντζάκης πρόσφερε στην παιδεία των ελληνοπαίδων και με τις μεταφράσεις του.

Ως εκπαιδευτικός θεωρώ ότι τα Ταξιδεύοντας του Καζαντζάκη με τη βιωματικότητά τους και τη στρωτή γλώσσα τους και οι μεταφράσεις έργων παιδικής λογοτεχνίας με τις εξωτικές χώρες, με τα ήθη και τα έθιμά τους, μπορούν να συγκινήσουν τον σύγχρονο αναγνώστη αν γίνουν κάποιες προσαρμογές στη νεοελληνική γραμματική για να γνωρίσουν τον Νίκο Καζαντζάκη τα παιδιά και οι έφηβοι και ο Νίκος Καζαντζάκης να συναντήσει τους μικρούς αναγνώστες.

Όσον αφορά το έργο που παρουσιάζεται του Ι. Βερν, Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες, σε μετάφραση Ν. Καζαντζάκη, μπορούμε να επισημάνουμε ότι πρόκειται για ένα κλασικό έργο για νέους και εφήβους, που ταξιδεύει τον αναγνώστη ευχάριστα. Ο Καζαντζάκης μετέφρασε και διασκεύασε πολλά βιβλία του Ιουλίου Βερν, στοιχείο που δεν έχει προβληθεί ιδιαίτερα (π.χ. Οι πειραταί του Αιγαίου. Διασκευή, εκδ. Δημητράκου, Αθήνα 1931 και εκδ. Αστήρ 1958, Περιπέτειες Κινέζου στην Κίνα. Διασκευή, εκδ. Δημητράκου, Αθήνα 1931 και εκδόσεις Αστήρ 1958, Ο γύρος του κόσμου εις 80 μέρες. Μετάφραση, εκδ. Δημητράκου, Αθήνα 1931, Από τον Καύκασο στο Πεκίνο. Μετάφραση, εκδ. Δημητράκου, Αθήνα 1942 και διασκευή 1958, Η πλωτή πολιτεία. Μετάφραση, εκδ. Δημητράκου, Αθήνα 1942 και εκδ. Αστήρ 1957. Ροβήρος ο κατακτητής. Μετάφραση, εκδ. Δημητράκου, Αθήνα 1943 και εκδ. Αστήρ 1958 κ.ά.) και των: Μπούλβερ-Λύττον, Μ. Ρηντ , Στόου, Ντίκενς, Σουίφτ κ.ά. Σε πολλές μεταφράσεις δεν αναγράφεται πάντα το όνομα του μεταφραστή, δηλαδή άλλοτε γραφόταν ως Ν. Κ., άλλοτε ως Ν. Καζαντζάκης και άλλοτε απουσίαζε, όπως και στο βιβλίο του Βερν για το οποίο μιλάμε. Η εικονογράφηση στο έργο Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες του Βερν δεν συνομιλεί πάντα με το κείμενο, με τα σημερινά παιδαγωγικά δεδομένα, καθώς άλλοτε προηγείται του κειμένου και άλλοτε έπεται σε άλλη σελίδα.

Όσον αφορά το ίδιο το έργο του Ιουλίου Βερν, δεν είναι τυχαίο που το επιλέγει και ο Νίκος Καζαντζάκης για να το κάνει προσιτό στο ελληνικό κοινό και να συμβάλει, έτσι, στη φιλαναγνωσία. Φαίνεται ότι ο Ιούλιος Βερν συγκινούσε ιδιαίτερα και τον Καζαντζάκη, αφού ο φανταστικός γύρος του κόσμου από τον ήρωα του Βερν, κ. Φογγ, βρίσκει στον Καζαντζάκη τον πραγματικό ταξιδευτή, τον άνθρωπο που ως νέος Οδυσσέας ταξιδεύει, γνωρίζει ήθη και έθιμα και κυρίως γράφει εξαίρετη ταξιδιωτική λογοτεχνία. Και Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ του Σουϊφτ, σε διασκευή Ν. Καζαντζάκη, θα ήταν πρόκληση για τον Καζαντζάκη, ο οποίος έχει πολλές ομοιότητες με τον ανήσυχο ταξιδευτή του Σουϊφτ.

Σε αυτό το έργο του Ιουλίου Βερν διαγράφονται δύο κύριοι χαρακτήρες- ο Φιλέας Φογγ και ο υπηρέτης Πολυτεχνάς- και πολλοί δευτερεύοντες. Τα δύο κύρια πρόσωπα είναι χαρακτήρες ολοκληρωμένοι, που οι υπερβολές του χαρακτήρα τους οδηγούν σε ανατροπές, σε πλοκή, σε περιπέτειες και τελικά σε λογοτεχνική απόλαυση με την λύση και την κάθαρση που επέρχεται στο τέλος του αφηγήματος. Ο κ. Φογγ είναι ένας τζέντλεμαν, δεν μετακινείται ποτέ-πέρα από το σπίτι του και τη Λέσχη-, διαβάζει με πάθος στη Λέσχη για ταξιδιώτες και παραπλανημένους και ταξιδεύει παντού με τη φαντασία του. Αλλά ένα στοίχημα τον κάνει πραγματικό ταξιδιώτη, πρόσωπο θαυμασμού αρχικά, αλλά και ύποπτο για κλοπή και περιφρονημένο στη συνέχεια, με πολλές ανατροπές κατά τον γύρο του κόσμου σε 80 ημέρες. Επίσης, ο νέος υπηρέτης του, ο παλαιός απολύθηκε διότι έχασε κάποια δευτερόλεπτα στο ακριβές πρόγραμμα του αφέντη του, είναι ένας άνθρωπος που για να ζήσει έχει κάμει κάθε είδους εργασία, αυτό δηλώνει και το όνομά του. Αναζητάει πλέον μια ήσυχη ζωή κοντά στον κ. Φογγ, αλλά η αρχική εντύπωση ανατρέπεται. Έτσι, μιλάμε για ένα έργο ανατροπής και ανακάλυψης, για ένα έργο με πλούσιο υλικό σε ήθη και έθιμα, για ένα έργο με αστυνομική πλοκή, για ένα έργο όπου ένας αθώος θεωρείται ένοχος, κινδυνεύει, δεν χάνει, όμως, την υπομονή του και τον στόχο του και τελικά πετυχαίνει ως Άγγλος Τζέντλεμαν να υλοποιήσει την υπόσχεσή του και αφού ανακαλύψει τον νέο κόσμο να επιστρέψει στον τόπο του με ακρίβεια δευτερολέπτων, σύμφωνα με το στοίχημα που έβαλε στη Λέσχη, ακολουθούμενος πάντα από τον πιστό υπηρέτη του. Έτσι, ο πλέον αταξίδευτος άνδρας θα γίνει ο πιο ταξιδεμένος.

Όσον αφορά τον Καζαντζάκη ως μεταφραστή, παρατηρούμε ότι δίνει έμφαση στο «χτίσιμο» των αντίθετων χαρακτήρων και αντιθετικών καταστάσεων και το πετυχαίνει απόλυτα, καθώς όλοι οι χαρακτήρες του αποτελούν αντίθετα ζεύγη . Δίνει υπέροχες περιγραφές τόπων και τοπίων, η γλώσσα είναι δημοτική με ιδιωματικές εκφράσεις, που μεταφέρουν τη ζωηράδα της πραγματικής ζωής και όλα αναδεικνύουν ένα υπέροχο μεταφραστικό αποτέλεσμα, που δεν χάνει κανέναν από τους χυμούς της πρωτότυπης γραφής του. Όλοι οι χαρακτήρες χτίζονται περίτεχνα και οι εξωτικές χώρες με τα ανοίκεια ήθη και έθιμα συναρπάζουν τον αναγνώστη. Στο έργο εγκιβωτίζονται πολλές μικροϊστορίες, που αφήνουν τη φαντασία να καλπάζει, να χαίρεται ή να αντιδρά και να αγωνιά για τα δρώμενα. Οι εναλλαγές δημιουργούν εντάσεις και διακυμάνσεις συναισθηματικές και λογοτεχνική απόλαυση, καθώς η φαντασία αναπλάθει τις ιστορίες, αναπαριστά τόπους και χώρες και παρακολουθεί τη δράση των ηρώων, που, μετά από πολλές περιπέτειες, βγαίνουν νικητές της ζωής, αφού έμαθαν πολλά κατά το ταξίδι και αφού γνώρισαν νοοτροπίες ανθρώπων.

Συνεπώς, ο κ. Φογγ είναι ένας τύπος Οδυσσέα, που δεν κάνει στάσεις για απολαύσεις ούτε μένει εφτά χρόνια στην Καλυψώ, αλλά, χωρίς ανάπαυλα, βιάζεται να επιστρέψει στην κατοικία του στον συγκεκριμένο χρόνο. Η δική του Ιθάκη με αφορμή ένα στοίχημα έγινε τόπος εκκίνησης και στόχος επιστροφής. Οι αφηγήσεις για νόστους και ταξιδιώτες, που συγκίνησαν τον Ιούλιο Βερν, είναι ολοφάνερο ότι θα συγκίνησαν και τον Καζαντζάκη, ο οποίος δουλεύει συγχρόνως τη δική του Οδύσσεια, το παραμύθι των Ελλήνων, και ποίημα της ζωής του. Η αφήγηση, ο διάλογος, οι περιγραφές, η δημοτική γλώσσα και το ύφος του προφορικού λόγου κάνουν τη μετάφραση δυναμική, ελκυστική και κατανοητή από τον αναγνώστη. Η γλώσσα του μεταφραστή Νίκου Καζαντζάκη είναι ζωντανή με λέξεις και εκφράσεις που αποδίδουν λεπτομέρειες και ποιότητες ξεχωριστές. Είναι γνωστή η εμμονή του να χρησιμοποιεί μια «γόνιμη δημοτική», καθώς πιστεύει στη ζωντανή γλώσσα του λαού. Ο Καζαντζάκης αποδεικνύεται βαθύς γνώστης της γαλλικής του πρωτοτύπου και άριστος χειριστής της δημοτικής, επιλέγει το κατάλληλο λεξιλόγιο, ηχηρό όπου χρειάζεται, για να αποδοθούν ποιότητες και αποφεύγει τις πολλές λεπτομέρειες, που θα κούραζαν τους νεαρούς αναγνώστες.

Συνεπώς, η μετάφραση του Νίκου Καζαντζάκη γίνεται παραστατική, όταν, για να αποδώσει την ένταση της στιγμής, επιλέγει ηχηρά ρήματα ή επινοεί δυνατές παρομοιώσεις, π.χ. «–Σιωπή! Φώναξε ο κλητήρας με στριγγιά φωνή» (σελ. 107), «Ο Πολυτεχνάς, που ήταν πάντα κόκκινος σαν αστακός, έγινε τώρα κατάχλομος από τη συγκίνηση» (σελ. 78). Το ίδιο απόσπασμα η Μαρίζα Ντεκάστρο, το μεταφράζει ως εξής: «Ο Πασπαρτού, που είχε συνήθως κόκκινο όλο υγεία χρώμα, ήταν χλομός από …ταραχή» (σελ. 88).

Ο Καζαντζάκης μεταγλωττίζει τόσο το όνομα του υπηρέτη στα ελληνικά (Πολυτεχνάς), ενώ η Ντεκάστρο τον μεταφράζει Πασπαρτού, από τη γαλλική λέξη για το κλειδί που ανοίγει όλες τις κλειδαριές, όσο και κάποιους τίτλους εφημερίδων επιδιώκοντας να βρεθεί κοντά στον ορίζοντα προσδοκίας των μικρών Ελλήνων αναγνωστών του, π.χ. «Χρόνον» (Καζαντζάκης), Τάιμς (Ντεκάστρο), «Πρωινών Χρονικών» (ο Καζαντζάκης), Μόρνινγκ Κρόνικλ (η Ντεκάστρο). Στο έργο Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες του Βερν η γλώσσα της μετάφρασης του Ν. Καζαντζάκη είναι εξεζητημένη δημοτική (Οχτωβρίου, Λοντρέζοι, κάντρα, σιδερόδρομος, μήτε λεφτό κ.ά.), ενώ στη μετάφραση του Σουϊφτ Τα ταξίδια του Γκιούλιβερ η γλώσσα είναι η ομιλούμενη δημοτική, χωρίς υπερβολές και με ελάχιστα κρητικά ιδιώματα. Επίσης, οι μετοχές και οι εκφράσεις είναι κοντά στο προφορικό λαϊκό ιδίωμα, γι’ αυτό πολλές είναι ιδιαίτερα πετυχημένες, π.χ. «[…] είτε κοιμούμενος είτε ασχολούμενος με την τουαλέτα του» (σελ. 5), «Και με τέτοια ζωντόβολα…» (σελ. 92), που η Μαρίζα Ντεκάστρο αποδίδει «Και μ’ αυτούς εδώ τους αποκτηνωμένους…» κ.ά. Ο Καζαντζάκης άλλοτε επινοεί λέξεις και άλλοτε τις αντλεί από τον πλούτο της λόγιας γλώσσας μας, καθώς με τις λόγιες εκφράσεις διαμορφώνει και ανάλογο ύφος (π.χ. «ένας από τους διοικητάς Τραπέζης της Αγγλίας», σελ. 16, «εξαίσια κλοπή», σελ. 40, κ.ά.).

Τέλος, θα ήθελα να προτείνω, ως αναγκαιότητα για όλα τα βιβλία του μεγάλου δημιουργού Καζαντζάκη και για τις μεταφράσεις βιβλίων για παιδιά, ότι πρέπει να γίνουν νέες εκδόσεις όχι μόνον συλλεκτικές, αλλά και χρηστικές για τους μικρούς αναγνώστες, με αλλαγές στον τονισμό και την ορθογραφία, με γλωσσάρι υποσέλιδο, με εικονογράφηση σε τετραχρωμία, που θα εμπνέεται από την αφήγηση και θα την προεκτείνει.

* Η Χριστίνα Αργυροπούλου είναι PhD Νεοελληνικής Φιλολογίας, επίτιμη σύμβουλος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, αντιπρόεδρος της ΔΕΦΝΚ Ελλάδας και της Πανελλήνιας Ένωσης Φιλολόγων