Στην τοποθεσία Χωστός σπήλιος του χωριού Νιπιδιτός, ο Δανός υπολοχαγός Άντερς Λάσσεν διαφωνεί με τον Κίμωνα το Ζωγραφάκη από ποια μεριά θα μπουν μέσα στο αεροδρόμιο.

Ο Δανός υπολοχαγός διακρίνει από την κρυψώνα του αεροπλάνα καταδιωκτικά Μέσερσμιθ στην δυτική πλευρά του αεροδρομίου σε προσγείωση. Αυτά θέλει να ανατινάξει. Άλλα αεροπλάνα βομβαρδιστικά υπάρχουν στην ανατολική πλευρά του αεροδρομίου. Ο Κίμωνας Ζωγραφάκης θέλει να μπουν από τα ανατολικά και να ανατινάξουν τα βομβαρδιστικά.

Στο σημείο αυτό χωρίζουν. Ο Δανός επιμένει και μαζί με έναν Άγγλο σαμποτέρ φεύγουν και οδηγούνται στο χωριό Μουχτάρω σε ένα αμπέλι. Θα μπει τελικά από την δυτική πλευρά.

Ο Κίμωνας με τους άλλους δυο Άγγλους φεύγει για να μπεί από την ανατολική πλευρά.

Με τον Λάσσεν πηγαίνουν δυο παλικάρια από το χωριό Μουχτάρω για να τον οδηγήσουν στα σύρματα του αεροδρομίου, ο Κριτσωτάκης ο Μανόλης και ο Πετρουγάκης ο Μιχάλης. Ο Μανόλης ο Κριτσωτάκης δυστυχώς, μετά το σαμποτάζ, εκτελέστηκε από τους γερμανούς. Ο Πετρουγάκης ο Μιχάλης ζει στο Μουχτάρω και θυμάται για το σαμποτάζ :

…πήγα στο αμπέλι και βρήκα τον Κριτσωτάκη με τους Άγγλους. Επήγα μαζί με ένα άλλο χωριανό από δω τον Δημήτρη τον Ανδρουλάκη. Αυτός τους πήγε ψωμί.

Εγώ τους πήγα φαί, γιατί ο Κριτσωτάκης είπε ότι και αυτός και οι Άγγλοι είναι νηστικοί.

Το φαγητό ήταν φασολάκια της μπαμπακιάς που λένε, τα άνυδρα που φυτεύαμε τότε.

Η ώρα που πήγα ήταν περίπου 8 το βράδυ. Οι Άγγλοι ήταν δυο και ο Κριτσωτάκης μαζί τους.

Ο Μανόλης μού’πε ότι είχε πάει πριν και ένας χωριανός μας, ο Ρεμυγιάκης Νικολής, που έκανε το χαρκιά στο Καστέλι. Μετά πήγε στο ΕΑΜ αυτός.

Είχαμε ένα καθηγητή εδώ στο χωριό, Φερετζάκη τον λέγανε. Ήτανε κι αυτός στην οργάνωση και γνώριζε για το σαμποτάζ. Μ’έπιασε και μού’πε ότι θα πας εσύ τους Άγγλους στο αεροδρόμιο. Δεν πρέπει ν’αφήσομε το Μανόλη

( Κριτσωτάκη ), μοναχό του. Γιατί δεν θέλει να πάει ο τάδε ( μου είπε ένα όνομα ), δεν θέλω τώρα να το αναφέρω. Εγώ δέχτηκα.

Κανονίσαμε στις 12 η ώρα να είμαστε στα σύρματα του αεροδρομίου. Εξεκινήσαμε δυο ώρες πριν κατά τις 10 η ώρα και φτάξαμε στα σύρματα σχεδόν την κανονική ώρα.

Περιμέναμε να’ρθεί ένα αεροπλάνο. Μας είχανε πει ότι θα’ρθεί ένα αεροπλάνο αλλά αυτό δεν ερχότανε.

Οι Άγγλοι εμπήκανε μέσα και μεις τσι περιμέναμε στα σύρματα.

Ακούσαμε ένα Ιταλό σκοπό να τους λέει :

-Αλτ !

Εγώ τους είχα πει με νοήματα από πριν ότι τα αεροπλάνα τα φυλούνε Ιταλοί γιατί τους έβλεπα κάθε μέρα.

Οι Άγγλοι τον πυροβολήσανε και τον σκοτώσανε. Ήτανε ένα αεροπλάνο εκεί κοντά και το κάψανε αυτοί. Μετά ήρθανε γρήγορα έξω γιατί παίζανε οι σειρήνες. Μόλις ακούστηκαν οι πυροβολισμοί, που σκοτώσανε τον Ιταλό σκοπό, οι σειρήνες αρχίσανε να παίζουνε.

Εφύγαμε γρήγορα με σκοπό να πάμε πάλι στο ίδιο αμπέλι στο χωριό που είμαστε κρυμμένοι. Αυτοί που μπήκανε από την πάνω μεριά του αεροδρομίου εκάνανε πιο πολύ ζημιά, εκάψανε πολλά αεροπλάνα. Φαίνεται ότι εζυγώνανε εμάς οι Γερμανοί και δε δώκανε σημασία στην πάνω μεριά.

Οι δικοί μας πρέπει να κάψανε ένα αεροπλάνο μόνο.

Την ώρα που φτάναμε στο γεφυράκι για να περάσομε τον αμαξωτό δρόμο στην εκκλησία της Παναγίας, θωρούμε ένα γερμανικό αυτοκίνητο να’ρχεται από κάτω. Προλαβαίναμε να περάσομε, αλλά ήθελα να μας επιάσουνε τα φώτα. Πέσαμε χάμω και πέσανε και οι Άγγλοι πιο πέρα. Εστάθηκε ο οδηγός 15 μέτρα από μας. Στον ουρανό βλέπαμε τροχιοδεικτικές σφαίρες και ο Γερμανός τσι κοίταζε. Η καρότσα του αυτοκινήτου γεμάτη Γερμανούς. Υπολόγιζα και γω ότι καμιά διμοιρία στρατιώτες έχει απάνω και δα τσι κατεβάσει και θα μας επιάσουνε. Ο οδηγός άνοιξε την πόρτα και κοίταζε στον ουρανό. Οι Γερμανοί είχανε ανάψει και τσι προβολείς και έφεγγε ο κόσμος. Ο Γερμανός είπε :

-Χίαζε Ιταλιάνοι ! δηλαδή σκατοϊταλοί σα να λέμε στη γλώσσα μας. Ευτυχώς όμως το αυτοκίνητο εσυνέχισε το δρόμο του.

Πέρασε και πήγε στον Άγιο Νεκτάριο που είχαν τα κανόνια οι Γερμανοί.

Εγώ με τον Κριτσωτάκη σηκωθήκαμε και περάσαμε απέναντι.

Περιμέναμε να περάσουν και οι Άγγλοι. Αυτοί δεν ερχότανε. Περιμέναμε και λέγαμε ήντα γενήκανε. Αυτοί φαίνεται παίξανε λίγο αριστερά και βγήκανε στα πυροβόλα του Άγιου Νεκτάριου.

Οι Γερμανοί είχανε κρεμασμένους ντενεκέδες στα σύρματα που είχαν γύρω-γύρω στα πυροβόλα και όταν επέσανε απάνω τους οι Εγγλέζοι τους πήρανε οι Γερμανοί χαμπάρι.

Και μεις ακούσαμε τσι χτύπους από τσι ντενεκέδες. Τότε βέβαια δεν υπήρχε η εκκλησία. Αργότερα εχτίστηκε.

Ακούσαμε μια δυνατή φωνή να λέει :

-Αλτ !

Με το αλτ ο ένας Εγγλέζος επέταξε μια χειροβομβίδα και εσκότωσε φαίνεται τον Γερμανό. Αυτοί μετά πρέπει να φύγανε. Που πήγανε δεν ξέρω. Εμείς πάντως τσι χάσαμε. Οι Γερμανοί την άλλη μέρα εκατηγορήσανε το χωριό ότι εμπήκανε μέσα στο χωριό οι Εγγλέζοι και τσι περιθάλψαμε. Γι’αυτό κάνανε τσι συλλήψεις μετά…

Ο Δανός Λάσσεν λοιπόν έγινε αντιληπτός και σκότωσε ένα Ιταλό μέσα στο αεροδρόμιο και έναν Γερμανό έξω από το χωριό Μουχτάρω στα αντιαεροπορικά, σύμφωνα με την διήγηση του Μιχάλη Πετρουγάκη. Στον Άγιο Νεκτάριο του Μουχτάρω οι Γερμανοί είχαν μια μονάδα αντιαεροπορικών από τις τέσσερις που διέθεταν στο Καστέλλι. Εκεί κατευθύνθηκαν από λάθος ο Λάσσεν και ο σύντροφός του. Οι τοπικοί οδηγοί Κριτσωτάκης και Πετρουγάκης τους έχασαν μετά από το επεισόδιο αυτό. Την τύχη του Λάσσεν και του Άγγλου σαμποτέρ μετά το σαμποτάζ, και την απομάκρυνσή τους από τους οδηγούς Πετρουγάκη και Κριτσωτάκη μας περιγράφει ο Γρηγόρης Χναράκης στο βιβλίο του “Αντάρτικες Στράτες” :

…εγώ δα φύγω και δα πάω στου Σπανογιάννη τη μάντρα για να μάθω από κει. Το’χαμενε σα κόμβο που επαίρναμε πληροφορίες και άμα ήθελα συμβεί τίποτε κατέχαν αυτοί. Ήτανε κατατοπισμένοι. Και πράγματι επήγα και τσι βρήκα και ήτανε στενοχωρημένοι, του Σπανογιάννη τα παιδιά.

Ήτανε δυο Άγγλοι σαμποτέρ που είχανε πάει στο Καστέλλι και στην επιστροφή – ν – τος εχάσαν τον προσανατολισμό και βρεθήκανε στην περιοχή που είχανε τα πρόβατα τα παιδιά του Σπανογιάννη και τους είχανε κρύψει εκεί. Αλλά δεν εξέρανε μήπως ήτανε γερμανοί και τος εκάνανε τσι Άγγλους και γι’αυτό εθέλαν ένα άνθρωπο να τους βοηθήσει στην περίπτωση αυτή. Όταν με είδαν βέβαια επανηγυρίζανε.

Λέει :

-Μωρέ, έλα παε, σε περιμέναμε κι είχαμε τη κουβέντα σου.

Λέω :

-Να με πάτε κει που είναι.

Επήγαμε και τους είδα γω. Τους αναγνώρισα ότι πράγματι ήτανε σαμποτέρ, γιατί εγώ ήμουνε σε όλες τσ ’αποστολές απού γινότανε από τη Μέση Ανατολή στην Κρήτη κι απ’την Κρήτη στη Μέση Ανατολή.

Και μου λέει εμένα ένας, υπολοχαγός ήτον ο ένας, ο άλλος ήτονε στρατιώτης, πως εθέλανε να πάνε στ’Αποίνι.

Και βρήκα γω το Δημητρουλάκη το Ζαχάρη και ένα Βαλαβάνη απ’τ’Αποίνι, αυτούς και τος – ε – λέω :

-Θα τσι πάρετε να τσι πάτε στ’Αποίνι και από κει θα κατατοπισθούν αυτοί, ξέρουνε που θα πάνε…

Έτσι λοιπόν τον υπολοχαγό Λάσσεν και τον σύντροφό του οδήγησε στο Αποίνι ένας από τους Βαλαβάνηδες,

(ο Γιώργος ; ) και από το Αποίνι τράβηξαν για την παραλία του Αγίου Σάββα στην Τρυπητή.

Η άλλη τώρα ομάδα του Κίμωνα Ζωγραφάκη τράβηξε για την κορυφή Κεφάλα – Ατσιπαρά, περιοχή του χωριού Διαβαϊδέ. Από το σημείο εκείνο το αεροδρόμιο απλώνεται μπροστά τους. Περίμεναν να νυχτώσει, κατέβηκαν στην εκκλησία του Αη - Γιώργη του Σφακιώτη ( μια βυζαντινή εκκλησία του 14ου αιώνα ), ήπιαν νερό, έκαναν τον σταυρό τους και ξεκίνησαν. Την πορεία τους περιγράφει ο ίδιος ο Κίμωνας Ζωγραφάκης :

…από τη σπηλιά του Νιπιτού, Χωστό Σπήλιο θαρρώ ότι το λέγανε, εβλέπαμε το αεροδρόμιο του Καστελλίου φάτσα.

Μου λέει ο Λάσσεν :

-Κοίταξε να δεις. Εγώ θέλω να πάω να τινάξω εκείνα τα αεροπλάνα τα Μέσερσμιθ τα καταδιωχτικά.

Εννιά είχαμε μετρήσει από το σπήλιο όπως βλέπαμε το αεροδρόμιο. Καμιά δωδεκαριά βομβαρδιστικά ήτανε στση ελιές μέσα προς τη μεριά του Δροζίτη. Δηλαδή είδαμε εννιά αεροπλάνα προς το Μουχτάρο και δώδεκα προς το Δροζίτη.

-Δε θα πας, του λέω, εκεί είναι όλο γερμανοί. Δε μπορείς να περάσεις. Εγώ ξέρω του λέω το τόπο. Ενώ από δω από τσ’ελιές που θα μπούμε μέσα δεν υπάρχουν πολλοί γερμανοί. Δε θα μας πάρουν εύκολα χαμπάρι. Εκεί εμαλώσαμε. Αυτός επέμενε. Ήτανε άντρας που το’λεγε η καρδιά του. Του λέω τότε αφού θες να πας να πας.

Αυτός επέμενε. Ήθελε να τινάξει τα καταδιωχτικά τα Μέσερσμιθ. Στο Χωστό Σπήλιο ήρθε και ο Tζουανάκης Λευτέρης ή Γαζέπης με το Μανόλη το Κριτσωτάκη από το Μουχτάρο.

Αφού επέμενε τώρα ο Λάσσεν του λέω καλά. Να πας. Δεν θα κάνεις τίποτα όμως και να το ξέρεις. Παίρνει ο Μανόλης ο Κριτσωτάκης και ο Νιργιανός το Λάσσεν και τον οδηγήσανε στο Μουχτάρο. Ο Λάσσεν επήρε και ένα Άγγλο μαζί του.

Εφύγαμε από το Νιπιτό, εγώ και οι άλλοι δυο Άγγλοι και ο Μπαντουβογιάννης για την Κεφάλα. Περάσαμε από το Γεράκι και φτάξαμε στην Κεφάλα. Το βράδυ θα κάναμε το σαμποτάζ. Με το Λάσσεν είχαμε συννενοηθεί για την ώρα που θα μπαίναμε στο αεροδρόμιο. Ακριβώς δώδεκα η ώρα.

Εκατεβήκαμε στην εκκλησία του Αη Γιώργη του Σφακιώτη, ήπιαμε νερό από την πηγή, εκάναμε το σταυρό μας και ξεκινήσαμε.

Εξεκινήσαμε εγώ, οι δυο Άγγλοι, ο Μπαντουβογιάννης και ο Κόκκινος από το Αμαριανό για το αεροδρόμιο. Ο Μπαντουβάς με τον Κόκκινο εμείνανε λίγο πιο πάνω στο δρόμο που οδηγεί προς τα Κουτσουνάρια. Όταν γυρίσαμε δεν τση βρήκαμε, είχανε φύγει.

Φτάνομε στα σύρματα του αεροδρομίου και τα κόβομε με το ψαλίδι. Το ψαλίδι το αφήσαμε εκεί, για να το βρούνε οι γερμανοί. Ένα αλεξίπτωτο απου’ χαμε, το αφήσαμε μέσα στο αεροδρόμιο για να νομίσουν οι γερμανοί πως επέσανε αλεξιπτωτιστές. Προχωρήσαμε και μπήκαμε μέσα. Εγώ πήγα στση βενζίνες που ήξερα τις αποθήκες και οι δυο Άγγλοι πήρανε τα αεροπλάνα. Γύρω στα δέκα αεροπλάνα ήτανε κάτω από τσι ελιές. Οι βενζίνες και τα ορυκτέλαια ήταν κοντά στην εκκλησία του Αη Γιάννη. Αυτά ανατινάξαμε. Πέντε αεροπλάνα και οι βενζίνες με τα ορυκτέλαια. Το Λάσσεν τον είδανε από την άλλη μεριά, αρχίξανε τσι πυροβολισμούς, σκότωσε ένα Ιταλό και ένα Γερμανό και επρόλαβε κι έφυγε. Στο γυρισμό τώρα ο Μπαντουβάς ο Γιάννης είχε φύγει με τον Κόκκινο. Το αεροδρόμιο σε συναγερμό, φωτιές, ανατινάξεις, σειρήνες, οι προβολείς πέφτανε κυκλικά γύρω γύρω, έφυγε ο Μπαντουβογιάννης. Τραβήξαμε στο Αμαριανό και πάμε να χτυπήσομε του Ψαροκυριάκου το σπίτι. Εχτυπήσαμε κατά λάθος μια άλλη πόρτα και βγήκε μια γυναίκα και μας το’δειξε το σπίτι του Ψαροκυριάκου. Ήπιαμε νερό και η κόρη του Ψαροκυριάκου μας πήγε στο Καρυδάκι μέσα και μας δείχνει το δρόμο για τη μάντρα. Τον βλέπω και του φωνάζω. Κατέβηκε προς εμάς και του λέω ότι είμαι του Ξηρούχη ο γιος ο Κίμωνας. Του δίνω ένα σημείωμα να το δώσει του πατέρα μου.

Ο γιος του Ψαροκυριάκου, ο Ψαρομανόλης μας πήρε και μας

πήγε στο Γεράκι, στου Γκιαούρη τη μάντρα…

Έτσι θυμάται σήμερα ο Κίμωνας Ζωγραφάκης την είσοδό τους στο αεροδρόμιο την νύχτα στις 4 προς 5 Ιουλίου 1943.

Ο Γιώργος ο Τζουανάκης ή Κόκκινος από το Αμαριανό ήταν συνοδός του Κίμωνα και των Άγγλων σαμποτέρ μέχρι τα σύρματα του αεροδρομίου μαζί με το Μπαντουβογιάννη όπως ανέφερε παραπάνω ο Κίμωνας. Η μαρτυρία του Τζουανάκη, που ζει στο Αμαριανό, είναι συγκλονιστική για εκείνη τη βραδιά.

…την ημέρα του σαμποτάζ το μεσημέρι φάγαμε στην περιοχή Κεφάλα. Συζητήσαμε για το σαμποτάζ και οι Άγγλοι ρώτησαν ποιοι θα πάνε μαζί τους. Ο Κίμωνας απευθύνθηκε σε μένα και με ρώτησε αν θα πάω μαζί τους. Του απάντησα ναι και ο Μπαντουβάς ο Γιάννης είπε και αυτός ότι θα έλθει.

Οι Άγγλοι κοίταζαν τους χάρτες που είχε στείλει ο Μιχάλης ο Σταυρακάκης από το Καστέλι δια μέσου της Ψαράκης Αικατερίνης. Ο Κίμωνας μας είπε ότι οι χάρτες αυτοί δείχνανε το που ήταν τα αεροπλάνα , οι αποθήκες βενζίνης, οι σκοπιές.

Όταν άρχισε να σκοτεινιάζει γύρω στις 7.30 η ώρα ξεκινήσαμε και κατεβήκαμε σε μια σπηλιά στη θέση Κουτσουνάρια.

Εγώ , ο Γιάννης ο Μπαντουβάς, ο Κίμωνας και οι δυο Άγγλοι σαμποτέρ.

Διαπιστώσανε εκεί ότι είχανε ξεχάσει το ψαλίδι που θα κόβανε τα συρματοπλέγματα του αεροδρομίου. Γύρισα πίσω στην Κεφάλα και το πήρα. Οι Άγγλοι μου’παν να μην ανάψω τσιγάρο ή φωτιά, αλλά να ψαχουλέψω με τα χέρια μου να το βρω.

Όταν η ώρα πήγε 11 ξεκινήσαμε. Ήξερα ένα σημείο του αεροδρομίου που υπήρχε μόνο μια σειρά σύρματα. Το αεροδρόμιο είχε τρεις σειρές σύρματα.

Εκεί οι Άγγλοι έβγαλαν τα ρολόγια τους και πέντε χρυσές λίρες που κρατούσαν και τις έδωσαν στον Μπαντουβογιάννη. Και αυτό μήπως και δεν γύριζαν πίσω όπως μας είπαν.

Ο Μπαντουβογιάννης τους απάντησε ότι δεν θέλομε τα ρολόγια σας και τα λεφτά σας αλλά να πάτε να κάνετε αυτό που πρέπει και να γυρίσετε με το καλό.

Στο σημείο αυτό χωρίσαμε. Ο Κίμωνας με τους δυο σαμποτέρ μπήκαν μέσα στο αεροδρόμιο και εγώ με τον Μπαντουβογιάννη περιμέναμε λίγο πιο πίσω. Αυτός κρατούσε ένα αυτόματο και’γω ένα πιστόλι.

Σε λίγη ώρα ακούσαμε τις πρώτες εκρήξεις. Άρχισαν οι Γερμανοί να ανάβουν τους προβολείς και έλαμψε ο κόσμος. Στο σημείο που είμαστε κινδυνεύαμε να μας εντοπίσουν. Απομακρυνθήκαμε με τον Μπαντουβογιάννη και πήραμε το δρόμο για του Λαμπραντώνη το σπιτάκι.

Εκεί είχαμε συνεννοηθεί να βρεθούμε όλοι μαζί μετά το σαμποτάζ. Οι προβολείς πολλές φορές μέχρι να απομακρυνθούμε έπεσαν απάνω μας αλλά εμείς εκείνη τη στιγμή πέφταμε μέσα στα σπαρμένα. Ο κόσμος δεν είχε θερίσει ακόμη και η περιοχή ήταν γεμάτη σπαρμένα. Μόλις περνούσε το φως πιο πέρα σηκωνόμαστε και συνεχίζαμε.

Φτάσαμε στου Λαμπραντώνη το σπιτάκι. Σε λίγη ώρα ακούσαμε θόρυβο και είδαμε σκιές. Είπα στον Μπαντουβογιάννη ότι θα είναι οι δικοί μας. Αυτός μου’πε να μη μιλήσω γιατί είχαμε συμφωνήσει ότι θα μας σφύριζε ο Κίμωνας πρώτος.

Δεν μιλήσαμε και σε λίγο συνεχίσαμε και ανεβήκαμε στο Αμαριανό. Από το Αμαριανό τραβήξαμε για την μάντρα του Ψαροκυριάκου. Ελπίζαμε ότι θα είχαν φτάσει ο Κίμωνας και οι Άγγλοι στην μάντρα. Ο Ψαροκυριάκος μας είπε ότι δεν είχανε γυρίσει οι σαμποτέρ. Ο Μπαντουβογιάννης μου είπε να γυρίσω πίσω και να τους βρω.

Γυρίζοντας πίσω στο Αμαριανό, στην θέση Λισοχάρακο άκουσα ομιλίες και είδα καύτρες από τσιγάρα. Πλησίασα και συνάντησα τον Κίμωνα με τους σαμποτέρ…

Αυτή είναι η συγκλονιστική μαρτυρία του Γιώργου Τζουανάκη.

Όταν οι Άγγλοι σαμποτέρ πρότειναν στον Μπαντουβογιάννη τα ρολόγια τους και τα χρήματα που κρατούσαν, εκείνος αρνήθηκε κατηγορηματικά. Και όχι μόνο αρνήθηκε αλλά εμψυχώνοντάς τους, τους είπε ότι όλα θα πάνε καλά.

Ψυχές των πραγματικών αγωνιστών, που γνώριζαν τι θα πει

Π ατρίδα και αγώνας, που γνώριζαν τι θα πει θυσία και λευτεριά.

(Συνεχίζεται)